Thursday, 28 March, 2024

Συμμετοχή της Θ. Τζάκρη στην 3η Κοινοβουλευτική Σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης

Συμμετοχή της Θ. Τζάκρη στην 3η Κοινοβουλευτική Σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης

Η βουλευτής Πέλλας του ΣΥΡΙΖΑ κ. Θ. Τζάκρη μετείχε στις εργασίες της 3ης Κοινοβουλευτικής Συνόδου του Συμβουλίου της Ευρώπης που πραγματοποιήθηκε στο Στρασβούργο από τις 22 ως 25 Ιουνίου του 2015.

Κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου συζητήθηκε σε έκτακτη ημερήσια διάταξη το θέμα «της ανάγκης για κοινή Ευρωπαϊκή απάντηση στις προκλήσεις της μετανάστευσης».

Η κ. Τζάκρη στην ομιλία της ανέφερε τα εξής:

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Το θέμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική έχει σήμερα μια διπλή διάσταση. Η πρώτη αφορά στην αντιμετώπιση των παράνομων μεταναστευτικών ροών. Έχει συνεπώς μια εξωτερική διάσταση. Η δεύτερη αφορά στην επίδειξη έμπρακτης αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και στην από κοινού ανάληψη της ευθύνης διαχείρισης του φαινομένου. Μιλάμε συνεπώς για μια εσωτερική διάσταση.

Διαβάζοντας κανείς τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτές τέθηκαν στο 5ετές πρόγραμμα της Στοκχόλμης (σημ. 2010-2014), καθώς και στις Στρατηγικές Κατευθυντήριες Γραμμές για την περίοδο 2015-2019, αντιλαμβάνεται ότι η ατζέντα έχει μετατοπιστεί στο θέμα της φύλαξης των συνόρων. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι είμαστε σε αναμονή της εφαρμογής του προγράμματος “ευφυή σύνορα” όπου μέσα από τη χρήση της τεχνολογίας γίνεται προσπάθεια να διευκολυνθούν οι καλόπιστοι ταξιδιώτες και να αντιμετωπιστούν οι παράνομοι μετανάστες.

Ενώ, λοιπόν, το θέμα της ενίσχυσης της φύλαξης των συνόρων αποτελεί προτεραιότητα της ΕΕ, το καθήκον αυτό αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να βαραίνει τα κράτη μέλη που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, η ευθύνη όμως συμμετοχής σε αυτή τη φύλαξη είναι κοινή. Το γεγονός, όμως, αυτό δεν φαίνεται να το συμμερίζονται όλα τα κράτη μέλη. Αποτέλεσμα αυτού είναι να εμφανίζεται ως μια πολιτική που τείνει να αγγίξει τα όρια ολοκλήρωσής της και η οποία όσο δεν βρίσκει λύση στο θέμα της παράνομης μετανάστευσης, όχι μόνο στο κομμάτι της αποτροπής, αλλά και της διαχείρισης των ήδη ευρισκόμενων παράνομων μεταναστών, τόσο οι πολιτικές ένταξης θα ακυρώνονται ως προς τα αποτελέσματά τους.

Τρανό παράδειγμα της πραγματικότητας που ανέφερα είναι οι δηλώσεις κρατών μελών που επακολούθησαν της ανακοίνωσης της Επιτροπής τον Μάιο του 2015 με τίτλο “Ευρωπαϊκό Θεματολόγιο για τη Μετανάστευση” όταν και ανακοινώθηκε η δημιουργία ενός δίκαιου και αποτελεσματικού μηχανισμού μετεγκατάστασης προσφύγων, έτσι ώστε να μειωθούν οι πιέσεις που ασκούνται στις χώρες που υποδέχονται σχεδόν καθημερινά πλέον το ένα προσφυγικό κύμα μετά το άλλο. Οι χώρες που δεν θίγονται άμεσα από τα μεταναστευτικά κύματα δήλωσαν την αντίθεσή τους σε αυτή την προοπτική αγνοώντας προφανώς ότι το μεταναστευτικό δεν αφορά μόνο στις μεσογειακές ευρωπαϊκές χώρες ή μόνο την Ευρώπη, αλλά αποτελεί μια παγκόσμια πρόκληση. Όπως επίσης αγνοούν ότι η επίδειξη αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών δεν είναι μόνο ηθικό ή πολιτικό αξίωμα για την Ένωση, αλλά η πλέον αποτελεσματική και απαραίτητη λύση όταν ένα πρόβλημα ξεπερνά τα εθνικά σύνορα.

Διαβάσαμε στον τύπο ότι το κόστος των απελάσεων για τους παράνομους μετανάστες ανήλθε για την περίοδο 2000-2014 στα 11,3 δις ευρώ. Ποσό ιδιαίτερα υψηλό. Κάποιοι δημοσιογράφοι έσπευσαν να υπολογίσουν πως τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τα ίδια τα κράτη προκειμένου να καλύψουν ελλείμματα κ.λπ. Προφανώς και αγνοούν την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα αυτή έχει ως εξής: τα χρήματα που δαπανά η ΕΕ για την επιτήρηση των συνόρων της δεν είναι τόσο πολλά αν αναλογιστεί κανείς ότι ο προϋπολογισμός των Ηνωμένων Πολιτειών για τη φύλαξη των συνόρων ανήλθε το 2014 σε 24 δις δολάρια, όταν ο προϋπολογισμός του frontex δεν ξεπέρασε τα 89 εκατ. ευρώ. Να μην αναφέρω δε ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες απασχολείται 63.000 προσωπικό στη φύλαξη των χερσαίων συνόρων και 50.000 στην ακτοφυλακή. Συνεπώς, αν θέλουμε να μεγιστοποιήσουμε την αποτελεσματικότητά μας θα πρέπει να διαθέσουμε χρήματα και προσωπικό. Δεν θα λύσουμε το πρόβλημα, αλλά σίγουρα θα περιοριστεί. Και βέβαια πρέπει να δούμε πως θα δράσουμε και αποτελεσματικά και σε προληπτικό επίπεδο.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Πρέπει όλοι να κατανοήσουμε ότι το πρόβλημα της μετανάστευσης αφορά ολόκληρη της Ευρώπη. Δεν θέλουμε μια Ευρώπη φρούριο. Θέλουμε μια Ευρώπη που αναδεικνύει τις ανθρώπινες αξίες μεταξύ των οποίων είναι και ο σεβασμός των δικαιωμάτων. Η ασφάλεια είναι ανθρώπινο δικαίωμα, είτε αυτή αφορά στους ευρωπαίους, είτε στους υπηκόους τρίτων χωρών. Η στασιμότητα και η ανυπαρξία έχει κόστος. Και το κόστος σήμερα μεταφράζεται σε ανθρώπινες ζωές. Η Ευρώπη οφείλει να λειτουργήσει σαν ομπρέλα απέναντι σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που διαχωρίζει τους λαούς σε ευνοημένους και μη. Οφείλει να εξακολουθήσει να αποτελεί τη μεγαλύτερη υπόσχεση για τον 21ο αιώνα. Και ο τομέας της μετανάστευσης θα την κρίνει για το εάν την υποστηρίζει τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της».

Κατά την διάρκεια αυτής της Συνόδου συζητήθηκε επίσης το θέμα «της επανεξέτασης των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στην Ρωσία εξαιτίας της κρίσης στην Ουκρανία».

Η κ. Τζάκρη λαμβάνοντας τον λόγο στην Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης ανέφερε τα εξής:

«Κυρίες και κύριοι,

Η κρίση στην Ουκρανία που ξέσπασε στα τέλη του 2013 αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη δοκιμασία στις σχέσεις Δύσης-Ρωσίας από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Η Ελλάδα, ως κράτος ευρισκόμενο σε ένα τρίγωνο ανασφάλειας με κορυφή τη Λιβύη, την Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη δημιουργία και τη διατήρηση συνθηκών σταθερότητας και για το λόγο αυτό δραστηριοποιείται κάθε φορά έντονα προκειμένου να συμβάλει στη διαμεσολάβηση για την επίλυση των προβλημάτων που υπάρχουν στην περιοχή. Δεν είναι, συνεπώς, σύμφωνο με αυτή τη συνεπή επί χρόνια στάση της εξωτερικής της πολιτικής οποιαδήποτε στήριξη σε προτάσεις και σε πρωτοβουλίες οι οποίες δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύουν. Και η περίπτωση της κρίσης στην Ουκρανία είναι μια από αυτές. To ενδιαφέρον, λοιπόν, της Ελλάδας για τη συγκεκριμένη κρίση δεν εδράζεται σε μια ευκαιριακή πολιτική, αλλά αποτελεί συνέχεια μιας μακροχρόνιας πολιτικής. Το ενδιαφέρον δε αυτό ενισχύεται καθώς στη Μαριούπολη, μια πόλη στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας η οποία έχει πληγεί από βομβαρδισμούς, ζουν 160.000 Ουκρανοί πολίτες ελληνικής καταγωγής.

Κυρίες και κύριοι,

Η πολιτική των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας μέχρι σήμερα αποδεικνύεται ότι δεν συμβάλλει στην επίλυση της διαφοράς. Οι κυρώσεις δεν είχαν τα αποτελέσματα που προσδοκούσαμε όταν τις υιοθετούσαμε. Ο εξαναγκασμός δεν οδηγεί τις περισσότερες φορές σε βιώσιμες λύσεις, σε αντίθεση με αυτές που προκύπτουν μέσω της διπλωματικής οδού. Κάθε μέτρο πρέπει να εξυπηρετεί το στόχο της σταθερότητας και της ειρήνης και να μην αποτελεί αντίδραση σε ένα θυμό.

Ευρωπαϊστής, κυρίες και κύριοι, δεν είναι αυτός που συμφωνεί με τους άλλους για την επιβολή κυρώσεων, αλλά αυτός που τάσσεται και εργάζεται προς το γενικό συμφέρον, προς το κοινό ευρωπαϊκό καλό. Αν είμαστε αποφασισμένοι να εργαστούμε για την εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, θα πρέπει να σκεφτούμε μακροπρόθεσμα: Τί επιδιώκουμε με τη Ρωσία; Θέλουμε να καταρρεύσει το θεσμικό της σύστημα; Να την αποδιοργανώσουμε; Να τη θέσουμε στο περιθώριο της Ευρώπης; Θέλουμε πολιτικές οι οποίες οδηγούν σε ανθρωπιστικές καταστροφές; Που ενισχύουν τον ανθρώπινο πόνο; Επιθυμούμε να εντάξουμε τη Ρωσία στην αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής ασφάλειας, να ξεκινήσουμε μια διαδικασία διαλόγου και αλληλοκατανόησης ή να τη θέσουμε απέναντι στην υπόλοιπη Ευρώπη; Είναι δυνατόν να χτίσουμε την ευρωπαϊκή ασφάλεια χωρίς τη Ρωσία, πολλώ δε μάλλον εναντίον της; Νομίζω ότι η απάντηση στα ερωτήματα αυτά είναι προφανής. Είναι αυτό που προτείναμε και στη σύνοδο υπουργών εξωτερικών της ΕΕ πριν από τρείς μήνες, στα τέλη Ιανουαρίου: η συνεχής συζήτηση για την κρίση στην Ουκρανία γύρω από την ενίσχυση των κυρώσεων θα πρέπει να αντικατασταθεί από μια θετική ατζέντα με προοπτική για όλη την Ευρώπη και με ειδικότερες προτάσεις απέναντι στη Ρωσία.

Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι, τάσσεται υπέρ του σεβασμού από τη Ρωσία των συμφωνηθέντων στο Μινσκ προκειμένου να διατηρηθεί η κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία. Δεν θα πρέπει, όμως, να μείνουμε εκεί. Θα πρέπει να αναληφθούν μια σειρά από πρωτοβουλίες που θα τερματίσουν δια παντός την κρίση. Μια τέτοια λύση θα μπορούσαν να επιφέρουν οι ακόλουθες προσπάθειες:

–          Η έναρξη μιας εποικοδομητικής συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ με στόχο την άμβλυνση της μεταξύ τους έντασης και την εξεύρεση λύσης στο ουκρανικό πρόβλημα.

–          Η άμβλυνση των κυρώσεων από την ΕΕ, κυρώσεις οι οποίες απειλούν τη ρωσική οικονομία χωρίς, όμως, να επηρεάζουν τη στάση της Μόσχας επί του ουκρανικού.

–          Η έναρξη ενός πανεθνικού διαλόγου και απ’ ευθείας συνομιλιών Κιέβου – αυτονομιστών, με στόχο την εθνική συμφιλίωση και τη συνταγματική αναθεώρηση υπέρ μιας αποκέντρωσης εξουσιών στην Ουκρανία.

–          Η συνέχιση της πρωτοβουλίας της διεθνούς κοινότητας για την οικονομική ανάκαμψη της Ουκρανίας.

–          Η συνεργασία των ευρωπαϊκών κρατών με το Κίεβο για μεταρρυθμίσεις σε δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, ασφάλεια και κράτος δικαίου.

–          Αποφυγή παροχής βαρέως οπλισμού στην Ουκρανία, καθώς μια τέτοια εξέλιξη δεν θα ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις της λόγω της στρατιωτικής υπεροχής της Ρωσίας, ενώ αντιθέτως θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της κρίσης.

–          Περιορισμός του πολέμου προπαγάνδας, καθώς τόσο η Ουκρανία, όσο και η ΕΕ στήριξαν ενίοτε τη ρητορική τους σε αναπόδεικτους ισχυρισμούς περί ρωσικής ευθύνης για τη στάση των αυτονομιστών και την κλιμάκωση της κρίσης [1].

–          Προσήλωση στη διπλωματική οδό με ειλικρινή διάθεση για μια συμβιβαστική λύση.

Κυρίες και κύριοι,

Ο οικονομικός πόλεμος ως συνέχιση του πραγματικού πολέμου είναι μια αδιέξοδη πολιτική. Ο φαύλος κύκλος των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, στρατιωτικοποίησης της περιοχής και κλιμάκωσης της ψυχροπολεμικής ρητορικής δεν βοηθάει στο να προσεγγίσουμε μια λύση, επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου. Αντιθέτως, την απομακρύνει. Η ενεργοποίηση αντανακλαστικών καχυποψίας και διχασμού στις ευρω-ρωσικές σχέσεις προσφέρει κακές υπηρεσίες στην ευρωπαϊκή σταθερότητα και ειρήνη. Αντιθέτως, είναι αναγκαίος ο διάλογος, η εξεύρεση λύσεων μέσω των διαπραγματεύσεων. Η αναζήτηση κοινών δρόμων εξόδου από το σημερινό αδιέξοδο. Σε αυτή τη προσπάθεια η Ελλάδα θα σταθεί αρωγός με όλες της τις δυνάμεις ως πόλος σταθερότητας και ειρήνης στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, ως μια χώρα που εργάζεται για τη σφυρηλάτηση ενός πνεύματος ενότητας και αλληλεγγύης μεταξύ όλων των λαών της Ευρώπης».-

[1] Δεν επιβεβαιώθηκαν α) οι φέροντες ευθύνη κατάρριψης του μαλαισιανού αεροσκάφους στη ρωσο-ουκρανική μεθόριο, β) η εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στην ανατολική Ουκρανία προ των αιματηρών επιθέσεων σε Βολνοβάχα, Ντονέτκσκ και Μαριούπολη.

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου