Μόνον μία φορά θα υπολογίζεται η μείωση του φόρου (αφορολόγητο), που κυμαίνεται μεταξύ 1.900-2.100 ευρώ, στην περίπτωση ετερο-επαγγελματιών
αγροτών, οι οποίοι αποκτούν εισόδημα από μισθούς και συντάξεις και ασκούν ταυτόχρονα αγροτική δραστηριότητα.
Οι φορολογούμενοι που θα διατηρήσουν τον χαρακτηρισμό του κατ’ επάγγελμα εκτιμάται ότι θα περιοριστούν στους 175.000, την ώρα που όλοι όσοι αποκτούν αγροτικά εισοδήματα υπερβαίνουν τους 750.000.Οι φορολογούμενοι που θα διατηρήσουν τον χαρακτηρισμό του κατ’ επάγγελμα εκτιμάται ότι θα περιοριστούν στους 175.000, την ώρα που όλοι όσοι αποκτούν αγροτικά εισοδήματα υπερβαίνουν τους 750.000.
Αυτό προβλέπει διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 112 του ν. 4387/2016, σύμφωνα με την οποία το καθαρό εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα εξακολουθεί να φορολογείται αυτοτελώς. Όχι όμως με συντελεστή φόρου 13% στο σύνολό του, όπως γινόταν μέχρι τώρα, αλλά με φορολογική κλίμακα, στην οποία οι συντελεστές φόρου ξεκινούν από 22% για ετήσια γεωργικά εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ και φθάνουν μέχρι και το 45% για ποσά ετησίων γεωργικών εισοδημάτων υψηλότερα των 40.000 ευρώ.
Ως εκ τούτου εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί και συνταξιούχοι με εισοδήματα και από γεωργικές δραστηριότητες θα κληθούν να πληρώσουν το 2017 αυξημένους φόρους εισοδήματος. Ο λόγος είναι ότι η νέα φορολογική νομοθεσία που θεσπίστηκε τον περασμένο Μάιο προβλέπει αύξηση των συντελεστών φορολόγησης όχι μόνο για τα εισοδήματά τους από μισθωτές υπηρεσίες αλλά και για τα (αυτοτελώς φορολογούμενα) αγροτικά τους εισοδήματα. Και τούτο διότι ο φόρος για τα αγροτικά εισοδήματα υπολογίζεται με φορολογική κλίμακα που ξεκινά από 22% (αντί για το 13% που ίσχυε μέχρι τώρα) και μάλιστα χωρίς αφορολόγητο.
Συγκεκριμένα:
1) Με τη διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 112 του ν. 4387/2016, προβλέπεται ότι το καθαρό εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα εξακολουθεί να φορολογείται αυτοτελώς, όχι όμως με συντελεστή φόρου 13% στο σύνολό του, όπως γινόταν μέχρι τώρα, αλλά με φορολογική κλίμακα, στην οποία οι συντελεστές φόρου ξεκινούν από 22% για ετήσια γεωργικά εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ και φθάνουν μέχρι και το 45% για ποσά ετησίων γεωργικών εισοδημάτων υψηλότερα των 40.000 ευρώ.
Προβλέπεται επίσης ότι για όσους αποκτούν εισοδήματα από αγροτικές δραστηριότητες ισχύει έκπτωση φόρου 1.900-2.100 ευρώ, ανάλογα με τον αριθμό των προστατευόμενων τέκνων, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 8.636-9.545 ευρώ.
Όμως στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από μισθούς και συντάξεις μαζί με εισόδημα από αγροτικές δραστηριότητες η μείωση φόρου υπολογίζεται μία φορά για το σύνολο των εισοδημάτων.
2) Επίσης, με τη διάταξη της παραγράφου 3β του άρθρου 44 του ν. 4389/2016, που ψηφίστηκε λίγες μέρες αργότερα, προβλέπεται ότι οι φορολογούμενοι που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, καθώς και, γενικότερα, όλοι όσοι αποκτούν εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα σε ποσοστό μικρότερο από το 50% του συνολικού εισοδήματός τους δεν δικαιούνται για το αγροτικό τους εισόδημα την έκπτωση φόρου εισοδήματος που κυμαίνεται από 1.900 ευρώ έως 2.100 ευρώ ανάλογα με τον αριθμό των προστατευόμενων τέκνων. Δηλαδή οι φορολογούμενοι που εξαιρούνται από τον χαρακτηρισμό του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη, αλλά και γενικότερα όλοι όσοι αποκτούν αγροτικό εισόδημα σε ποσοστό χαμηλότερο του 50% του συνολικού τους εισοδήματος δεν δικαιούνται για το αγροτικό τους εισόδημα το αφορολόγητο όριο εισοδήματος το οποίο προκύπτει από την έκπτωση φόρου των 1.900 – 2.100 ευρώ και το οποίο κλιμακώνεται από 8.636 έως 9.545 ευρώ.
Αποτέλεσμα των παραπάνω διατάξεων θα είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι οι οποίοι αποκτούν και αγροτικά εισοδήματα να υποχρεωθούν να καταβάλουν φόρο αυξημένο από 13% σε 22% για τα αγροτικά τους εισοδήματα που φθάνουν μέχρι και το ποσό των 20.000 ευρώ.
Για αγροτικά εισοδήματα πάνω από το όριο των 20.000 ευρώ θα φορολογούνται κλιμακωτά:
-με συντελεστή 29%, στο τμήμα πάνω από τα 20.000 και μέχρι τα 30.000 ευρώ
-με συντελεστή 37% στο τμήμα πάνω από τα 30.000 και μέχρι τα 40.000 ευρώ
-με συντελεστή 45% στο τμήμα πάνω από τα 40.000 ευρώ.
Ουσιαστικά όλοι οι φορολογούμενοι με αγροτικά εισοδήματα, οι οποίοι βάσει των διατάξεων των ν. 4389/2017 και 4389/2016 δεν δικαιούνται το αφορολόγητο των 8.636 – 9.545 ευρώ για το αυτοτελώς φορολογούμενο αγροτικό τους εισόδημα θα κληθούν να πληρώσουν για τα εισοδήματα αυτά φόρους υπέρμετρα αυξημένους. Το πόσο ακριβώς θα αυξηθούν οι συνολικές επιβαρύνσεις των φορολογουμένων αυτών αποτυπώνεται καλύτερα από τον παρακάτω πίνακα, με παραδείγματα φυσικών προσώπων τα οποία έχουν ετήσια εισοδήματα προερχόμενα κατά 70% από μισθούς ή συντάξεις και κατά 30% από αγροτικές δραστηριότητες.
Γενικότερα, οι φορολογούμενοι με αγροτικά εισοδήματα που θα υπαχθούν σ’ αυτό το νέο επαχθέστατο καθεστώς φορολόγησης (όχι μόνο αυτοί που είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι) υπερβαίνουν τους 575.000. Κι αυτό διότι με τις νέες αυστηρές προϋποθέσεις χαρακτηρισμού του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη, τις οποίες θέσπισε ταυτόχρονα η κυβέρνηση με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 65 του ν. 4389/2016, οι φορολογούμενοι που θα διατηρήσουν τον χαρακτηρισμό αυτό εκτιμάται ότι θα περιοριστούν στους 175.000, την ώρα που όλοι όσοι αποκτούν αγροτικά εισοδήματα υπερβαίνουν τους 750.000.
Άπαξ έκπτωση φόρου σε μισθωτούς, συνταξιούχους με αγροτικό εισόδημα