Friday, 15 November, 2024

Δεύτερη χρονιά καλής ζήτησης στο λεμόνι

Μία πολύ καλή χρονιά, στα πρότυπα της περσινής, αναµένεται να είναι το ’16-’17 για τα λεµόνια, που έχουν ξεκινήσει να µαζεύονται τόσο στην Πελοπόννησο όσο και στη Β. Ελλάδα

Φαίνεται, εποµένως, ότι η περσινή εξαιρετική ζήτηση δεν ήταν «πυροτέχνηµα» απ’ τη µειωµένη παραγωγή πέρυσι σε ανταγωνιστικές λεµονοπαραγωγικές χώρες, σε αντίθεση µε αυτήν της Ελλάδας, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Agrenda.

«Η σεζόν δείχνει ότι θα είναι και πάλι καλή, καθώς υπάρχουν προτάσεις για άµεση συνεργασία από το εξωτερικό», λέει ο πρόεδρος του Κηπευτικού Συνεταιρισµού Πρέβεζας, ∆. Καββαδάς, ο οποίος χαρακτηρίζει την περσινή σεζόν την καλύτερη τουλάχιστον της τριακονταετίας, µε πολύ µεγάλη ζήτηση απ’ το εξωτερικό. Οι εκτιµήσεις για τη φετινή ζήτηση έγκεινται στο γεγονός ότι «βελτιώνεται συνεχώς η ποιότητα, ενώ ταυτόχρονα πολλοί νέοι έχουν στραφεί στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, συµπεριλαµβανοµένων των λεµονιών», προσθέτει.

Το αρνητικό είναι ότι «είναι πολύ πιθανό να µην έχουµε ποσότητες να καλύψουµε την αγορά», επισηµαίνει ο Ευτ.Τρικουνάκης πρόεδρος της Ο. Π. Εσπεριδοειδών, «Κορµός». Υπενθυµίζεται ότι πέρυσι αυξήθηκε η ζήτηση από τις αγορές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Σύµφωνα µε τον κ. Τρικουνάκη, φέτος αναµένεται να παραχθεί κάτω από το µισό της περσινής παραγωγής λόγω του καύσωνα την άνοιξη, των παρατεταµένων Νότιων ανέµων, της ξηρασίας και της ανοµβρίας, από την οποία έχει πληγεί και η ελαιοκαλλιέργεια στο νησί.

Στα Χανιά τώρα έχουν τελειώσει τα δίφορα λεµόνια και αρχίζουν να µπαίνουν στην αγορά τα Βακάλου και άλλες ποικιλίες, µε τις τιµές παραγωγού να είναι στο 1,20-1,50 ευρώ το κιλό µε φθίνουσα πορεία, ενώ τον Αύγουστο ήταν στα 2,50 ευρώ το κιλό τα δίφορα. Την ίδια στιγµή στην Αιγιάλεια, επίσης, η παραγωγή είναι µειωµένη τόσο σε σχέση µε πέρυσι όσο και σε σχέση µε µία κανονική σεζόν λόγω του πολύ ήπιου χειµώνα σε συνδυασµό µε τις καιρικές συνθήκες που επικράτησαν τον Απρίλιο και τον Μάιο, υπογράµµισε ο πρόεδρος της Παναιγιάλειου Ένωσης Συνεταιρισµών, Θ. Σωτηρόπουλος. «Οι ποσότητες είναι µικρές και είναι πολύ πιθανό στο φουλ της συγκοµιδής το κενό να καλυφθεί από εισαγόµενο λεµόνι, που θα πωλείται σε υψηλές τιµές, όπως έγινε και πέρυσι που το εισαγόµενο λεµόνι έφτασε τα 3,50 ευρώ το κιλό στη λιανική», υπενθυµίζει ο κ. Σωτηρόπουλος, προσθέτοντας ότι και το ελληνικό ήταν στα 3 ευρώ το κιλό. Σύµφωνα µε τον ίδιο, πέρυσι ήταν η καλύτερη σεζόν της τελευταίας δεκαετίας όσον αφορά τις εξαγωγές τόσο από άποψη ποσότητας όσο και τιµών λόγω του αποκλεισµού των τουρκικών προϊόντων από τη Ρωσία.

Στην Αιγιάλεια οι τιµές παραγωγού έχουν ξεκινήσει από το 1,10 ευρώ το κιλό στα τέλη Αυγούστου και τώρα είναι στα 0,80 ευρώ το κιλό, περίπου στα ίδια επίπεδα µε την περσινή σεζόν, ενώ «για τα βιολογικά είναι στο 1,40-1,50 για τα διαλεγµένα και στο 1,15 για τα χύµα προς εξαγωγή», επισηµαίνουν καλλιεργητές της περιοχής.

Και στην Πρέβεζα οι τιµές για τους παραγωγούς είναι στα ίδια επίπεδα µε την περσινή σεζόν.

Συγκεκριμένα, οι τιµές για τους παραγωγούς της Πρέβεζας ξεκίνησαν από το 1,30-1,40 ευρώ το κιλό και τώρα έχουν πέσει περίπου στο 1 ευρώ. Στην περιοχή παρατηρείται µειωµένη καρποφορία, αλλά από την άλλη έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον των παραγωγών για την καλλιέργεια µε αποτέλεσµα να µην µπορεί να υπολογιστεί αν η φετινή παραγωγή θα είναι µειωµένη, όπως στο Αίγιο και στην Κρήτη. Φέτος η σεζόν είναι λίγο πιο πρώιµη, κάτι που εµφανίστηκε και στην Τουρκία.

Οργάνωση και ενημέρωση πρέπει να συνοδεύουν τις φυτεύσεις

Παντελής έλλειψη ενηµέρωσης και οργάνωσης φαίνεται στην καλλιέργεια των λεµονιών, καθώς οι παραγωγοί που ενδιαφέρονται να φυτέψουν, δεν ξέρουν τι ποικιλίας φυτά να αγοράσουν και βασίζονται στους φυτωριούχους µε συχνό το φαινόµενο οι τελευταίοι να «δίνουν ό,τι έχουν για πούληµα», λέει στην Agrenda o παραγωγός Βαγγέλης Ορφανός.

Όπως προσθέτει ο κ. Ορφανός, «στη δική µας περιοχή λένε οι περισσότεροι φυτωριούχοι ότι έχουν αυθεντική ποικιλία Verna και οι ποικιλίες τους είναι διαφορετικές η µία από την άλλη». «Θα έπρεπε να εκτιµήσει ένας επίσηµος φορέας τι θα µπορούσε να φυτευτεί σε κάθε περιοχή», επισηµαίνει ο κ. Ορφανός, καθώς έχει τύχει να έχουν φυτευτεί δέντρα σε µία περιοχή και να µην έχουν απόδοση, όταν µπαίνουν στην παραγωγή.

Στο ίδιο κλίµα, ο πρόεδρος της Π.Ε.Σ., Θανάσης Σωτηρόπουλος επισηµαίνει ότι το κράτος θα έπρεπε να προχωρήσει σε γενναία αναδιάρθρωση για να ‘χουµε 8-10 µήνες λεµόνι και όχι µόνο 5, και ότι όπου γίνονται ανασυστάσεις είναι απαραίτητη η αντιπαγετική κάλυψη οργανωµένα, καθώς η λεµονιά είναι ευαίσθητο δέντρο». Τέλος, στην Κρήτη επισηµαίνουν ότι η Πολιτεία θα πρέπει να ενδιαφερθεί ώστε να γίνει καλύτερα η διαχείριση νερού από τους φορείς, καθώς αν οι φετινές βροχοπτώσεις είναι στα ίδια επίπεδα µε πέρυσι, ελλοχεύει ο κίνδυνος έλλειψης νερού.

Κρόκου Μαρία

Πώς τα λεμόνια στην Ελλάδα κατέληξαν να είναι… είδος πολυτελείας!

«Ξινή» για την τσέπη των Ελλήνων καταναλωτών φαίνεται πως είναι η χρήση λεμονιού, αφού η εγχώρια παραγωγή …δεν φτάνει για να καλύψει τις ανάγκες τους.

Στα 3,30 ευρώ το κιλό φτάνει η τιμή των εισαγόμενων από την Αργεντινή λεμονιών κατά τους θερινούς μήνες και έως τον Οκτώβριο, οπότε δεν υπάρχει ελληνική παραγωγή ενώ στα ίδια επίπεδα κυμαίνονται και οι τιμές των προϊόντων από την Ισπανία.

«Από τα μέσα Ιουνίου μέχρι και τον Οκτώβριο δεν υπάρχει ελληνική παραγωγή λεμονιού», επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της Παναιγιάλειου Ένωσης Συνεταιρισμών, Θανάσης Σωτηρόπουλος και εξήγησε ότι η παραγωγή λεμονιού στην Ελλάδα είναι σημαντικά μειωμένη συγκριτικά με το 2004, οπότε και «γκρεμίστηκε το μαγαζί» λόγω παγετού. Παρότι στη συνέχεια έγιναν κάποιες προσπάθειες, ώστε η καλλιέργεια είχε μπει εκ νέου σε τροχιά ανάπτυξης, η θετική της πορεία ανεκόπη και πάλι το 2008, λόγω παγετού επίσης.

Στο πλαίσιο αυτό, ενώ η παραγωγή λεμονιού στην Ελλάδα έφθανε τους 100.000 τόνους λίγο πριν από το 2004, σήμερα στην «καλή των περιπτώσεων ανέρχεται το πολύ στους 40.000 τόνους» υπογράμμισε ο κ. Σωτηρόπουλος. Κι αυτό ενώ η εσωτερική αγορά απορροφά 40.000-50.000 τόνους. Στη χώρα μας καλλιεργούνται περίπου 4,5 εκατ. λεμονιές, σε 100.000 στρέμματα (κυρίως σε Πελοπόννησο, Χανιά, Άρτα και Χίο).

Μετά το 2004, υπογράμμισε, έγιναν μεν κάποιες «γενναίες» προσπάθειες για την ανάκτηση του χαμένου εδάφους και για να γίνει ανασύσταση των κτημάτων, ωστόσο τα μέτρα στήριξης δεν ήταν επαρκή. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις έγιναν αλλαγές χρήσης γης για την υλοποίηση έργων υποδομής στις μεταφορές κυρίως, με αποτέλεσμα να «χαθούν» στρέμματα καλλιεργειών λεμονιάς. Για να αλλάξει η κατάσταση, «θα πρέπει οι παραγωγοί λεμονιού να τυγχάνουν γενναίας στήριξης από την πολιτεία και αυτό δεν συνάδει αποκλειστικά και μόνο σε οικονομική βοήθεια», υπογράμμισε ο κ.Σωτηρόπουλος.

Αναφορικά με τις τιμές διάθεσης του προϊόντος από τους παραγωγούς, ο κ. Σωτηρόπουλος επισήμανε ότι φέτος αναμένεται μεν ότι θα είναι ικανοποιητικές, αλλά όπως συμπλήρωσε «αυτό που δυσκολεύει τους λεμονοπαραγωγούς, είναι ότι ότι ενώ η τιμή εκκίνησης οριοθετείται στα 70-80 λεπτά/κιλό, τα Χριστούγεννα πέφτει έως και τα 25 λεπτά/κιλό. Μετά τις 20 Ιανουαρίου ανεβαίνει εκ νέου, στα 45-45 λεπτά/κιλό, ενώ το κόστος παραγωγής, ξεκινά από 40 λεπτά/κιλό.

Εισάγουν λεμόνια από τη Θεσσαλονίκη σε καλές τιμές

Κατά τον κ. Σωτηρόπουλο, Ρουμανία, Βουλγαρία και πΓΔΜ ζητάνε λεμόνια, τα οποία και αγοράζουν από τη Θεσσαλονίκη. «Εξάγουμε μεγάλες ποσότητες της παραγωγής μας, ως αποτέλεσμα των καλών τιμών που λαμβάνουμε κι […] αυτός είναι ένας βασικός λόγος που το καλοκαίρι έχουμε έλλειψη στην εσωτερική αγορά και έτσι φέρνουμε από άλλες αγορές, όπως Τουρκία και Αργεντινή». Μάλιστα, ο κ. Σωτηρόπουλος συνιστά στους Έλληνες καταναλωτές, όταν αγοράζουν λεμόνια εκτός εποχής να προτιμούν πάντα αυτά που πρασινίζουν, γιατί εκείνα που είναι κίτρινα, αποκτούν το συγκεκριμένο χρώμα με τεχνητά μέσα. «Νοέμβριο με Ιούνιο, τα λεμόνια είναι από μόνα τους κίτρινα, όλες τις άλλες εποχές, το πολυπόθητο αυτό χρώμα που χαρακτηρίζει τα λεμόνια, δεν είναι φυσικό», υπογράμμισε.

Προστασία από ανέμους, κρύο και τους παγετούς

Τα προληπτικά μέτρα για να σώσουμε τις λεμονιές από ανέμους και χαμηλές θερμοκρασίες είναι η φύτευση σε απάνεμη και νοτιο-ανατολική έκθεση. Αν αυτό δεν είναι δυνατό, τότε στη βορινή πλευρά του δέντρου δημιουργούμε φυσικό φυτοφράχτη ή βάζουμε καλαμιές. Όταν περιμένουμε η θερμοκρασία να πέσει κάτω από τους 1-2 βαθμούς Κελσίου κάνουμε τα εξής: ραντίζουμε με εκχύλισμα φυκιών (δυναμώνει τη φυσική άμυνα του φυτού) και σκεπάζουμε/καλύπτουμε όλο το δέντρο με πανί φλις παγοπροστασίας ή με το πλαστικό που τυλίγουμε τα έπιπλα όταν κάνουμε μετακόμιση. Στην κορυφή της λεμονιάς ενώνουμε/δένουμε τις κομμάτια του πλαστικού με ταινία για να μη μπορεί να εισέλθει ο παγωμένος άνεμος ή το κρύο. Με τον ίδιο τρόπο ενώνουμε χαμηλά τα κομμάτια του πλαστικού, γύρω από τον κορμό. Αν υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε μια αυστηρά ελεγχόμενη φωτιά κοντά στο δέντρο (π.χ. κάψιμο ξύλων), αυτό θα βοηθήσει στην αύξηση κατά 1-2οC. Μόλις περάσει ο παγετός βγάζουμε το πλαστικό και ψεκάζουμε με σκεύασμα χαλκού. Υπογραμμίζεται ότι οι ελαφριές ζημιές που προκαλεί ο παγετός φαίνονται στις 2-5 μέρες και οι πιο σοβαρές στις 20-30 μέρες (όλα τα υλικά τα βρίσκουμε στα καταστήματα γεωργικών εφοδίων.

Στο πλαίσιο αυτό ο ίδιος τόνισε ότι ο Έλληνας παραγωγός θα πρέπει να λάβει υπόψη του σοβαρά και να συμπεριλάβει στον προϋπολoγισμό του, την «απειλή» του παγετού. «Χωρίς αντιπαγετική προστασία δεν μπορεί να υπάρξει λεμόνι», ξεκαθάρισε ο ίδιος και πρόσθεσε «μια λύση θα μπορούσε να είναι οι ανεμομίκτες, ήτοι ανεμογεννήτριες που κατεβάζουν το θερμό αέρα σε χαμηλότερα ύψη, κάτι που εφάρμοζε παλαιότερα ο ΕΛΓΑ, αλλά πλέον έχει ατονήσει ή και εγκαταλειφθεί ακόμα».

iefimerida.gr

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου