Βάσιµες προσδοκίες για σηµαντική ενίσχυση στο καθαρό εισόδηµα του Έλληνα παραγωγού, γεννά η επικείµενη εµπορική σεζόν 2017-2018
για το ακτινίδιο, που θα αρχίσει να συγκοµίζεται γύρω στις 20 Οκτωβρίου, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Agrenda.
Απαιτούνται σωστοί χειρισμοί και εξαγωγές μόνο τυποποιημένου προϊόντος.Απαιτούνται σωστοί χειρισμοί και εξαγωγές μόνο τυποποιημένου προϊόντος.
Παρά το γεγονός ότι η φετινή σοδειά αναµένεται να καταγράψει άνοδο έως και 25% – 30%, σε σχέση µε πέρυσι, τα προβλήµατα της καλλιέργειας στην Ιταλία προοιωνίζονται καλύτερες τιµές για το ελληνικό ακτινίδιο, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν οι κατάλληλοι εµπορικοί χειρισµοί.
«Φέτος από την Ιταλία, που είναι ηγέτιδα παγκοσµίως στην παραγωγή του ακτινιδίου, θα λείψουν γύρω στους 140.000 – 150.000 τόνοι, λόγω των καταστροφών που υπέστη η καλλιέργεια από τις καιρικές συνθήκες και αυτό εγγυάται την απορρόφηση της ελληνικής παραγωγής», τονίζει ο πρόεδρος της «Ζευς Ακτινίδια» ∆ηµήτρης Μανώσης, προσθέτοντας ότι αν υπάρξει ψυχραιµία από όλους όσοι εµπλέκονται στην παραγωγή και εµπορία του προϊόντος στην Ελλάδα, τότε η χρονιά θα δώσει καλά αποτελέσµατα.
Πόσο καλά; «Το 2016 η τιµή κινήθηκε στο συνεταιρισµό µας από 38 έως και 42 λεπτά το κιλό, για τον παραγωγό. Φέτος ελπίζουµε να πάµε πολύ καλύτερα και θα φροντίσουµε να πάµε καλύτερα, διότι υπάρχει το κενό που αφήνει η Ιταλία κι αυτό θα µας δώσει αβαντάζ στη διεθνή αγορά», είπε στην Agrenda ο πρόεδρος του Συνεταιρισµού Ακτινιδοπαραγωγών Άρτας Άγγελος Ξυλογιάννης. Όπως εξήγησε χαρακτηριστικά, εξαιτίας της σηµαντικά µειωµένης παραγωγής τους, οι Ιταλοί θα ανεβάσουν τις τιµές και αυτό θα συµπαρασύρει και τις τιµές των ελληνικών ακτινιδίων καθώς «αυτοί είναι που διαµορφώνουν τους όρους του παιχνιδιού».
Συνεχίζοντας, µάλιστα, το συλλογισµό του ο κ. Ξυλογιάννης υποστήριξε ότι η συγκυρία ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας στο ελληνικό ακτινίδιο και µε την κατάλληλη εµπορική στρατηγική εκτός από υψηλότερες τιµές µπορεί να κερδίσει και µερίδια αγοράς στο διεθνή καταµερισµό, καθώς «τα περιθώρια είναι τέτοια που µπορούµε να είµαστε ανταγωνιστικοί».
Να πέφτει βαρύς πέλεκυς σε όσους τα κόβουν άγουρα
Κρίσιµο παράγοντα, επίσης, κρίνουν οι κ.κ. Μανώσης και Ξυλογιάννης και το θέµα του χρόνου έναρξης της συγκοµιδής, τονίζοντας πως πρέπει να αποφεύγεται η πρόωρη κοπή των ακτινιδίων, γιατί επηρεάζει την ποιότητά τους και πλήττει τη φήµη τους στις αγορές.
«Σαράντα χρόνια έχουµε το ίδιο πρόβληµα. Ευτυχώς φέτος δεσµεύτηκε µια ποσότητα, αλλά δεν µάθαµε την τύχη της. Πρέπει να καταστραφεί και να επιβληθούν αυστηρές κυρώσεις στον έµπορα, τον εξαγωγέα και τον αγρότη διότι όλοι τους φέρουν ευθύνη», είπε ο πρόεδρος της «Ζευς Ακτινίδια» και επανέλαβε πως η συγκοµιδή των ακτινιδίων δεν πρέπει να γίνεται πριν από τα µέσα Οκτωβρίου.
Τη συµφωνία του ως προς τις παρατηρήσεις του κ. Μανώση για το πότε θα πρέπει να ξεκινά η κοπή εξέφρασε κι ο πρόεδρος του Συνεταιρισµού Ακτινιδοπαραγωγών Άρτας, µε την επισήµανση, όµως, ότι ενδεχοµένως φέτος η χρονιά να είναι λίγο πιο πρώιµη. «Είχαµε αρκετές ώρες ψύχους και τα φυτά ξεκουράστηκαν, µε αποτέλεσµα την άνοιξη να ξυπνήσουν, στην περιοχή µας, περίπου δύο εβδοµάδες νωρίτερα από ό,τι συνήθως, οπότε ίσως αυτό µεταφραστεί σε µια πρωιµότητα 7-10 ηµερών» είπε.
«Όχι στις πωλήσεις ατυποποίητων ακτινιδίων»
Προσεκτικούς χειρισµούς για να αποκοµίσει το προϊόν τα προσδοκώµενα οφέλη ζητούν οι εµπλεκόµενοι, προειδοποιώντας πως δεν πρέπει να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος. «Πρακτικά σηµαίνει να µην πουλήσουµε στους Ιταλούς ακτινίδια που θα είναι ατυποποίητα όπως πέρυσι», υπογραµµίζει ο κ. Μανώσης. Τονίζει δε, ότι η πλεονάζουσα παραγωγή για την οποία δεν υπάρχει υποδοµή σε ψυγεία (περίπου 80.000 τόνοι), «δεν χρειάζεται να φύγει χωρίς να τυποποιηθεί. Τα διαλογητήρια µπορούν να δουλέψουν, και αν συµφέρει τους γείτονες, τότε να το αγοράσουν το προϊόν. Αφήστε που µε τις παλέτες των 250 κιλών χάνεται κι η ιχνηλασιµότητα». Ανάλογη η θέση και του κ. Ξυλογιάννη που ζητά «να είµαστε σκληροί στη διαπραγµάτευση µε τους Ιταλούς κι αν θέλουν να πάρουν το προϊόν συσκευασµένο και να το πληρώσουν ακριβότερα».
Με φόρα διεθνώς για την τρίτη θέση
Ένα βήµα πιο κοντά στην κατάληψη της τρίτης θέσης στην παγκόσµια λίστα µε τους µεγαλύτερους ακτινιδοπαραγωγούς θα βρεθεί, φέτος, η Ελλάδα -πιθανώς θα την κατακτήσει το 2018- καθώς η ετήσια παραγωγή του προϊόντος αναµένεται να κυµανθεί µεταξύ 180.000 και 200.000 τόνων. «Η φετινή παραγωγή σε εθνικό επίπεδο αναµένεται να είναι αυξηµένη κατά περίπου 25%, που σηµαίνει ότι µπορεί να ακουµπήσει ακόµη και τους 200.000 τόνους, ενώ σε τοπική κλίµακα, στην Πιερία, υπολογίζουµε ότι θα έχουµε περί τους 35.000 – 40.000 τόνους» αναφέρει ο πρόεδρος της «Ζευς Ακτινίδια» ∆. Μανώσης. Στην Άρτα αναµένονται 35.000–40.000 τόνοι και στην Καβάλα η αύξηση στον προσδοκώµενο όγκο εκτιµάται στο 30%.
Η αυξηµένη σοδειά θέλει νέες αγορές
Μπορεί φέτος, λόγω της συγκυρίας στην Ιταλία, η απορρόφηση της εγχώριας σοδειάς να µην προκαλεί πονοκέφαλο όµως η διαρκής αύξησή της, καθώς µπαίνουν νέες φυτείες προϋποθέτει καλύτερη οργάνωση, για να αποφευχθούν προβλήµατα διάθεσης. «Φοβάµαι τί θα γίνει του χρόνου εάν η παραγωγή είναι κανονική σε εµάς και στην Ιταλία, διότι οι αγορές στην Ευρώπη έχουν πιάσει ταβάνι στην κατανάλωση», ανέφερε ο κ. Μανώσης και σηµείωσε την ανάγκη «να δηµιουργήσουµε καινούριες αγορές που να λειτουργήσουν ως βαλβίδες αποσυµπίεσης». Στην κατεύθυνση αυτή, πρέπει άµεσα να επιλυθούν τα προβλήµατα που καθυστερούν την υπογραφή διµερών συµφωνιών µε Νότια Κορέα, Ταϊβάν, Βραζιλία και Ιαπωνία.
«Ο θάνατος της ακτινιδιάς» απειλεί από το 2012 την Ιταλία
Πέρα από τα σοβαρά προβλήµατα που έχουν προκαλέσει στις φυτείες της Ιταλίας οι καιρικές συνθήκες, οι παραγωγοί ακτινιδίου στη γειτονική χώρα έχουν άλλον έναν λόγο να ανησυχούν, καθώς εδώ και ορισµένα χρόνια πλήττονται κι από το φαινόµενο της κατάρρευσης των δέντρων. Το ονοµάζουν «ο θάνατος της ακτινιδιάς» και πλέον καλύπτει πάνω από 2.500 στρέµµατα οπωρώνων, από το 2012 όταν και πρωτοεµφανίστηκε, κυρίως στην περιοχή Saluzzese του Πεδεµοντίου (Τορίνο).
Το πρόβληµα, λένε οι γεωπόνοι της οργάνωσης Confagricoltura Cuneo ήδη υπογραµµίστηκε το 2012 όταν εµφανίστηκε στη Βερόνα και αργότερα µεταξύ του Βένετο και της Λοµβαρδίας. Ο πρόεδρος της Confagricoltura, Enrico Allasia, τόνισε ότι οι απώλειες στο φυτικό κεφάλαιο των παραγωγών ακτινιδίων επιβάλουν την παρέµβαση στην περιοχή. «Εκτιµώντας τα µέχρι στιγµής αποτελέσµατα από τη µελέτη της νόσου, τώρα είναι ώρα να γίνουν επιπλέον εργαστηριακές αναλύσεις των κατεστραµµένων δέντρων, µε στόχο τον περιορισµό του φαινοµένου, µέχρι να ταυτοποιήσουµε το πολλαπλασιαστικό υλικό που είναι ανθεκτικό στην ασθένεια», δήλωσε ο κ. Allasia και συµπλήρωσε πως «προτείναµε να ενεργοποιήσουµε το µέτρο 5 του ΠΑΑ, µε δράσεις για πρόληψη ζηµιών από φυσικές καταστροφές».
Από την πλευρά του ο Alberto Giordano, πρόεδρος στο τµήµα φρούτων της Confagricoltura ανέφερε πως «το ακτινίδιο στην επαρχία του Cuneo διανύει µια περίοδο το λιγότερο δύσκολη, τόσο λόγω των επιπτώσεων των βακτηριακών ασθενειών, όσο και της λεγόµενης κατάρρευσης των δέντρων», ενώ ο Marco Bruna υπεύθυνος της οργάνωσης για την περιοχή Σαλούτσο και Σαβιλιάνο σηµείωσε ότι «το φαινόµενο σήµερα επηρεάζει σχεδόν όλες τις εκτάσεις µε ακτινίδια και, προς το παρόν, δεν προβλέπεται να βρεθεί λύση σύντοµα».
agronews