Οι πολλές και συνεχόμενες επιθέσεις λύκων σε παραγωγικά ζώα και κυνηγόσκυλα έχουν φέρει στα όρια της απόγνωσης τους κτηνοτρόφους και τους κυνηγούς
Έτσι, δημιουργήθηκε ένα ψήφισμα στο avaaz, με σκοπό να πειστεί η κυβέρνηση και να προχωρήσει στην καταμέτρηση και την ορθή διαχείριση των λύκων στη χώρα μας. Το σχετικό ψήφισμα το υπογράφουν η Πανελλήνια Ένωση Κτηνοτρόφων (ΠΕΚ) και η Συνομοσπονδία Κυνηγών Ελλάδος. Κτηνοτρόφοι και κυνηγοί καλούν τους Υπουργούς Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης, να προχωρήσουν άμεσα σε ενέργειες διαχείρισης του λύκου. Όπως αναφέρει μεταξύ άλλων η σχετική ανακοίνωση: «Όχι, το πρόβλημα δεν είναι ο λύκος. Όχι, ο λύκος δεν είναι εχθρός μας. Χρόνια τώρα μοιραζόμαστε μαζί του τα Ελληνικά βουνά και το ξέρουμε καλύτερα από τον καθένα σας. Η λανθασμένη διαχείριση είναι το πρόβλημα. Το βλέπουμε, το ζούμε και νοιώθουμε την ανάγκη να το πούμε, να σας δείξουμε το λάθος, όσο υπάρχει, ακόμα, δρόμος επιστροφής».
Και προσθέτει: «Σε μια χώρα που έχει άρτια επανδρωμένες, με άρτια καταρτισμένο (και σε κάποιες περιπτώσεις υπεράριθμο) προσωπικό υπηρεσίες, η διαχείριση ενός τόσο σοβαρού θέματος έχει ανατεθεί σε ιδιώτες! Έχουμε Δασική Υπηρεσία, Κτηνιατρική Υπηρεσία, έχουμε Δασαρχεία, έχουμε λαμπρά πανεπιστήμια, όμως τον λύκο τον πετάξατε στα χέρια των ΜΚΟ».
Το σχετικό ψήφισμα αναφέρει τα εξής:
Η εγκατάλειψη της Ελληνικής υπαίθρου από τους ανθρώπους και η κατά συνέπεια εγκατάλειψη των δραστηριοτήτων που λαμβάνανε χώρα εκεί προκάλεσε κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και περιβαλλοντικές συνέπειες, το μέγεθος των οποίων αν και ιδιαίτερα μεγάλο, είναι δύσκολο να αποτιμηθεί με ακρίβεια. Σε ότι αφορά στο φυσικό περιβάλλον της χώρας, η εγκατάλειψη της υπαίθρου οδήγησε μαζί με τους ανθρώπους και τα ζώα κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Η εντατικοποίηση της γεωργίας και η αλόγιστη χρήση αγροχημικών, εκτιμάται πως κράτησε τα πληθυσμιακά επίπεδα των άγριων ζώων χαμηλά μέχρι πριν μερικά χρόνια. Την τελευταία δεκαετία όμως, η χρήση των αγροχημικών περιορίστηκε σημαντικά και βελτιώθηκε ποιοτικά με αποτέλεσμα την άμεση αύξηση των πληθυσμιακών επιπέδων όλων των άγριων ζώων που τρέφονται κοντά στον άνθρωπο, κυρίως στον αγροτικό και κτηνοτροφικό χώρο. Ένα θηλαστικό που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατάστασης που περιγράφεται παραπάνω, είναι ο λύκος. Ο λύκος που βρίσκεται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας, με την εγκατάλειψη της υπαίθρου από τον άνθρωπο και την υποβάθμιση των φυσικών του ενδιαιτημάτων, εγκαθίσταται σταδιακά όλο και περισσότερο κοντά στα μεγάλα αστικά κέντρα.
Την τελευταία δεκαετία, οι πληθυσμοί του συγκεκριμένου θηλαστικού στη χώρα μας, αυξήθηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα οι επιπτώσεις από την παρουσία του να γίνονται αισθητές σε όλο και περισσότερες Περιφερειακές Ενότητες της Ελλάδας. Από τα τροχαία ατυχήματα με λύκους στις εθνικές και επαρχιακές οδούς μέχρι τις επιθέσεις λύκων σε παραγωγικά ζώα και κυνηγόσκυλα σε όλη τη βόρεια Ελλάδα και πρόσφατα και σε νότιες περιοχές της χώρας, γίνεται προφανές πως η κατάσταση μεγεθύνεται ανεξέλεγκτα και οι επιπτώσεις σε κτηνοτρόφους, κυνηγούς αλλά και πολίτες της επαρχίας και των μεγάλων αστικών κέντρων είναι μεγάλες.
Οι άνθρωποι αυτοί, βλέπουν να χάνονται ή να απειλούνται οι περιουσίες τους χωρίς κανένας από τους αρμόδιους φορείς να έχει προβεί μέχρι σήμερα σε καμία από τις απαιτούμενες ενέργειες. Ο λύκος, ήταν χαρακτηρισμένος ως επιβλαβές είδος μέχρι το 1985, μέχρι το 1991 παρέμεινε απλώς «θηρεύσιμο θήραμα» και έκτοτε τέθηκε σε καθεστώς προστασίας. Σύμφωνα με το Κόκκινο Βιβλίο για τα απειλούμενα ζώα της Ελλάδας, έχει τοποθετηθεί στην κατηγορία «τρωτό».
Σε διεθνές επίπεδο όμως έχει τοποθετηθεί στην κατηγορία «μειωμένου ενδιαφέροντος». Αν και ο λύκος προστατεύεται στη χώρα μας αυστηρά, κανείς αρμόδιος φορέας μέχρι σήμερα, δεν έχει φροντίσει για την «προστασία» των θυμάτων του και συγκεκριμένα για τους κτηνοτρόφους και τους κυνηγούς, αλλά και τους αγρότες που διατηρούν οπληφόρα ζώα για τις εργασίες τους Σε διεθνές και Ευρωπαϊκό επίπεδο, η προστασία ενός είδους, σημαίνει την αποζημίωση των ανθρώπων της υπαίθρου που επηρεάζονται αρνητικά από την παρουσία του συγκεκριμένου είδους. Ο άνθρωπος δεν είναι εχθρός με το λύκο. Το αντίθετο, ο λύκος είναι ένα θηλαστικό κόσμημα για την Ελληνική πανίδα. Όταν όμως η πλήρης απουσία θεσμικής διαχείρισης, οδηγεί σε οικονομικό μαρασμό τους κτηνοτρόφους και σε απόγνωση τους κυνηγούς που δεν είναι τόσο η οικονομική όσο η συναισθηματική απώλεια, όταν βλέπουν τα σκυλιά που μεγαλώσανε σαν παιδιά τους από κουταβάκια, κατασπαραγμένα από τα δόντια των λύκων και δεν υπάρχει καμία αντίδραση, καμία αποζημίωση, καμία ενέργεια και κανείς προβληματισμός, με αποκλειστική ευθύνη των αρμόδιων θεσμικών φορέων, ο λύκος καθίσταται εχθρός για τον άνθρωπο.
Η ανάπτυξη ειδικά της υπαίθρου μέσα από την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα με ανταγωνιστικά προϊόντα που μπορεί κάλλιστα να παράγει η χώρα μας, θα έπρεπε να αποτελεί σήμερα πρωταρχικό στόχο κάθε κυβέρνησης στην Ελλάδα. Οι συνθήκες είναι ώριμες και η γνώση υπάρχει σε διεθνές επίπεδο για να επιστρέψουμε με σύγχρονα μέσα στις παραδοσιακές μεθόδους γεωργίας και κτηνοτροφίας που θα δώσουν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να υπάρξει η απαραίτητη πολιτική βούληση που θα εκφραστεί μέσα από συγκεκριμένες ενέργειες διαχείρισης συνολικά του τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Κομμάτι αυτών των απαιτούμενων ενεργειών, αποτελεί και η διαχείριση της πανίδας που επηρεάζει και επηρεάζεται από τις γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες. Θεσμικά αρμόδιοι και πρακτικά υπεύθυνοι για το συγκεκριμένο ζήτημα είναι τα Υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης και οι δημόσιες υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτά όπως η Δασική Υπηρεσία.
Με βάση τα παραπάνω, καλούμε τους Υπουργούς Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Αγροτικής Ανάπτυξης, να προχωρήσουν άμεσα σε ενέργειες διαχείρισης του λύκου, οι οποίες θα εξασφαλίζουν τη βιώσιμη συνύπαρξη ανθρώπου και λύκου στην Ελληνική ύπαιθρο.