Monday, 18 November, 2024

Ο Βίος του Αγίου Στυλιανού

Ό Αγιος Στυλιανός γεννήθηκε στην Παφλαγονία της Μικράς Ασίας, μεταξύ του 400 και 500 μ.Χ. Ηταν ευλογημένος από την κοιλιά της μητέρας του ακόμη. Όσο μεγάλωνε, τόσο με την Χάριν του Θεού γινόταν κατοικητήριο του Ά­γιου Πνεύματος.

Aπό την παιδική του ηλικία έδειξε τα σπάνια προτερήματα της αγιασμένης ζωής του. Άν και ήταν και αυτός παιδί και νέος και έφηβος, μολο­νότι είχε κι εκείνος σάρκα, εν τούτοις δεν άφη­σε τις επιθυμίες να μολύνουν το πνεύμα και την ψυχή του. Ηταν αγνός, αγνότατος.

Δεν άφησε επίσης να τον κυρίευσει κανένα γη­ινό πάθος. Δεν επέτρεψε στα πλούτη και στην φιλοπλουτία να κυριαρχήσουν στην ψυχή του και να την υποτάξουν στην φθορά και στην απώλεια.

Με την δύναμη και την Χάρη του Θεού πολέ­μησε όλα τα δολώματα της φθαρτής και πρόσκαι­ρης ζωής. Φιλοσόφησε με την αληθινή σοφία του Θεού και είδε πόσο πρόσκαιρος και τιποτένιος είναι ο υλικός τούτος κόσμος. Αποφάσισε έπειτα να βαδίσει με την επιθυμία της ψυχής του. Η ψυχή του τον καλούσε σε αγώνες ηθικούς και ωραίους. Τον καλούσε στην άσκηση της αρε­τής. Του έδειχνε τον δύσκολο και δύσβατο δρόμο της αιωνίας ζωής, της παντοτεινής ευτυχίας.

H αγνή και πιστή καρδιά του υπάκουσε στην φωνή της ψυχής του. Και η πρώτη ενέργεια του ή­ταν να πούλησει την περιουσία του και να την μοιράσει στους φτωχούς της Εκκλησίας. Και όταν δεν του είχε απομείνει τίποτε πια από την πατρική κληρονομία, γεμάτος ανακούφηση και χαρά, είπε:

«Πέταξα μια βαρειά άγκυρα, που με κρατού­σε δεμένο κοντά στις επιθυμίες του φθαρτού σώ­ματος. Πέταξα από πάνω μου τήν φθορά και την απώλεια. Τώρα ανοίγεται μπροστά μου πιο ευδιά­κριτος ό δρόμος της αληθινής ζωής. Απαλλαγμέ­νος, λοιπόν, ο Αγιος από τα φθαρτά, άλλα και συγχρόνως με ευτυχισμένη την καρδιά του, διότι μοίρασε τα πλούτη του σε φτωχούς δυστυχισμένους και σε θεάρεστα άλλα έργα, σκέφτεται πως θα ζήσει τιμιωτερα και αγιώτερα τη ζωή του.

Πόσο ανώτερον κάμνει τον άνθρωπο η διδα­σκαλία του Χριστού, από τη διδασκαλία των φιλο­σόφων! Αυτό το βλέπωμε, εάν συγκρίνωμε την πράξη αυτή του Αγ. Στυλιανού με εκείνο που έκανε ένας αρχαίος φιλόσοφος, Κράτης ονόματι. Και εκείνος κατάλαβε ότι ο πλούτος είναι τύραν­νος. Τον δουλεύει ό άνθρωπος σαν αφεντικό του. Εί­ναι σκλαβωμένος ο άνθρωπος στον πλούτο του και είναι δεμένος. Δεν είναι ελεύθερος. Γι´αυτό και αυτός πήρε τα χρήματα του, ανέβηκε σ´ έναν πα­ραθαλάσσιο βράχο και από εκεί τα πέταξε στη θάλασσα, φωνάζοντας συγχρόνως: «Κράτης Κράτη τα ελεύθεροι». Εγώ δηλ. ό Κράτης με το να πετά­ξω τα λεφτά μου στη θάλασσα ελευθερώνω τον Κράτητα, τον εαυτόν μου.

Κι’ o Κράτης ελευθερώθηκε μεν από τα χρή­ματα του, αλλά δέθηκε περισσότερο από τον εγωι­σμό του. Πέταξε τα χρήματα του για να του πούνε ένα «μπράβο». Οι οπαδοί του Χριστού όμως τα απο­χωρίζονται, και συγχρόνως κτυπούν τα πάθη τους και κυρίως τον εγωϊσμόν. Αγωνίζονται να ελευθε­ρωθούν από το τυραννικόν πάθος του εγωισμού, διότι και η φιλοπλουτία είναι παιδί του εγωισμού. Για να απαλλαγούν όμως από τα πάθη και τον εγωϊσμόν αρχίζουν ισόβιο αγώνα, έχοντας συγχρό­νως και τη Θεία Χάρη βοηθόν.

Ο Κράτης ένας ήταν αν που το έκαμε αυτό οδη­γούμενος από τη φιλοσοφία, οι Χριστιανοί όμως που το πετυχαίνουν εφαρμόζοντας την διδασκαλία του Χριστού είναι εκατομμύρια. Πράγματι σε κά­θε γενιά πόσα εκατομμύρια εγκαταλείπουν τα εγ­κόσμια και ζουν θεληματικά φτωχοί. Ενα από τα τρία προσόντα του μοναχού είναι η ακτημοσύνη. Ολα τα πλήθη των μοναστών «αποθέτουν πάντα όγκον» όχι για ένα κούφιο μπράβο, αλλά για να αποκτήσουν την Βασιλείαν του Θεού. Δίνουν τα γη­ινα και παίρνουν τα επουράνια. Δίνουν τα ρέοντα και παίρνουν τα μόνιμα και παντοτεινά. Αποθέτουν το βάρος του πλούτου για να μπορούν ελεύθεροι να τρέχουν για να εισέλθουν στην Βασιλείαν του Θεού. Εχουν υπ´όψει τους το « ως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την Βασιλείαν του Θεού », που είπε ο Κύριος. Πόσο λοιπόν ανώτερη είναι η διδασκαλία του Χριστού από την φιλοσοφίαν των ανθρώπων.

Με μοναδική πλέον περιουσία τα ενδύματα του, αρχίζει ένα σκληρό και αγωνιστικό στάδιο σύμφωνα με την διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Αφού, λοιπόν, με τις ευεργεσίες του, ανέβασε ο μακάριος Στυλιανός τον γηινό θησαυρό του στους ουρανούς, και τον ασφάλισε, πήγε σε ένα μονα­στήρι και ντύθηκε το μοναχικό σχήμα. Από τη στιγμή εκείνη καμμιά γηινή σκέψη, καμμιά υλική παρένθεση δεν μπορεί να τον απομακρύνει από την πίστη του και την προσευχή του. Τίποτε άλλο δεν φροντίζει και τίποτε άλλο δεν ε­πιδιώκει, παρά μονάχα ό,τι είναι αρεστό στο άγιο θέλημα του Θεού. Αγωνίζεται πως να αρέσει στον Κύριο, πως να τελειοποίησει την ψυχή του, πως να κερδίσει τον Παράδεισο. Καμμιά δική του θέληση, που αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού, δεν βρίσκει θέση στην ζωή του. Η αυστηρή ασκητική του ζωή είναι απερίγρα­πτη. Η αγιότης του αρχίζει να αστράφτη. Η ταπει­νοφροσύνη του λαμποκοπάει. Η αγνότης του θαμ­πώνει. Η νηστεία του είναι αυστηρότατη. Η προσευ­χή του αληθινή επικοινωνία με τον Θεό. Οι αγρυ­πνίες του είναι θαυμαστές. Τρεις στόχους έβαλε για σκοπό του να επιτύχει ως μοναχός: την ακτημοσύνη, την αγνότητα και την υπακοή. Τους τρεις αυτούς στόχους τους πέτυχε. Και στις τρεις αυτές αρετές πήρε, σαν να πούμε, άριστα ο Αγιος Στυλιανός. Την ακτημοσύνην του την είδαμε. Δεν κράτη­σε για τον εαυτό του από την περιουσία του τίπο­τε απολύτως. Ούτε φρόντισε ν’ απόκτησει ποτέ στη ζωή του κάτι τι και αυτός. Εζησε με φτώχεια και τελεία ακτημοσύνη.

Την αγνότητα του επίσης και την ηθικότητα του την κράτησε πολύ ψηλά. Κρατούσε την ψυχή του καθαρή «άπό παντός μολυσμου σάρκας και πνεύματος». Αγωνιζότανε στις επιθέσεις του ε­χθρού να μη τον αγγίξει η βρωμερή αμαρτία. Στο μυαλό του στριφογύριζαν πάντα τα λόγια τού Κυρίου μας που είπε:«Μακάριοι οί κα­θαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Ευτυχισμένοι δηλαδή και καλότυχοι είναι όσοι έχουν καθαρή την καρδιά τους από τη βρώμα της ανηθικότητος διότι αυ­τοί θ’ αξιωθούν να δούνε το Θεό στη Βασιλεία των Ουρανών. Η υπακοή του στο Γέροντα του και τους άλ­λους ήταν παραδειγματική. Αγωνίστηκε σκληρά νά κόψει «το δικό του θέλημα», που στηρίζεται στον εγωισμό. Είναι πολύ δύσκολο νά κόψη κανείς το θέλημα του. Αυτό το ξέρουν όσοι αγωνίζονται τον πνευματικόν αγώνα. Ο Αγιος Στυλιανός πολέμησε στο Μοναστήρι εκείνο σκληρά εναντίον των τριών εχθρών, της σάρκας, του κόσμου και του διαβόλου. Για να καταβάλει τον κάθενα από αυτούς χρειάσθηκε πόλεμος πολυχρόνιος, σκληρός και ανύστακτος.

Στις τρεις αυτές λέξεις κρύβονται ηρωισμοί και παλαίσματα υπεράνθρωπα.

Ετσι ο Αγιος Στυλιανός αποδεικνύεται λαμπρό αστέρι της ασκητικής ζωής.

Γίνεται παράδειγμα σε νεότερους και παλαιότερους. Ολοι τον θαυμάζουν και τον προβάλλουν σαν παράδειγμα. Τον έχουν σαν πρότυπο μιμήσεως.

Άλλα η αυστηρότης εκείνη του ασκητικού βίου δεν του ειναι αρκετή, θέλει να πλησίασει περισσότε­ρο στην τελειότητα. Επιθυμεί, τώρα την πλήρη μόνωση τον αυστηρότατο ασκητισμό: τον αναχωριτισμό. Αποχαιρετάει τους αδελφούς μονα­χούς στο Μοναστήρι και αποσύρεται ο Αγιος μακρυά σε έρημο και ακατοίκητο μέρος. Εκει στην έρημο κατασκηνώνει σ’ ένα σπήλαιο.

Το νέο στάδιο της ασκητικής του ζωής είναι ουράνιας τελειότητος. Οι μέρες και οι νύχτες του κυλούν με λογισμούς, με σκέψεις και προσευχές για τον Τρισυπόστατο Θεό. Ψάλλει ολόψυχα το μεγαλείο του Θεού. Υμνεί την Αγία Τριάδα. Ζεί ενωμένος με τον Θεό! Τίποτε δεν διασπά την θεϊκή του γαλήνη.

Ο­λα όσα βρίσκονται γύρω του και όσα προβάλλουν στον μακρυνό του ορίζοντα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά αποδείξεις του Δημιουργού. Μελέτα τα δημιουργήματα του Θεού και δυναμώνει πιο πολύ ή πίστη του. Νοιώθει καλά εκείνο που λέγει ο Απόστολος Παύλος « Τά γάρ αόρατα του Θεό ο τοΐς ποιήμασι νοούμενα κ α θ ο­ρά τ α ι ή τε άΐδιος αύτου δ ύ ν αμις καΐ θειότης».

Ο σημερινός άνθρωπος, δεν έχει την ευκαιρία να βλέπει τα έργα το Θεό, που τον βοηθούν στο να πιστεύει στο Θεό. Ζεί χωμένος μέσα στις τερά­στιες πόλεις, μέσα στις πελώριες πολυκατοικίες ή στο θόρυβο των εργοστασίων. Απομακρύνθηκε έ­τσι από τη φύση, απομακρύνθηκε από τα δημιουρ­γήματα του. Βλέπει περιωρισμένα τα δικά του δη­μιουργήματα μόνον. Γι´αυτό απομακρύνεται από τον Θεό και λιγοστεύει η πίστη του συνεχώς.

Οι αστρονόμοι, οι οποίοι παρατηρούν συνεχώς τα ουράνια σώματα, τα πολυάριθμα άστρα, τα έρ­γα του Θεό, είναι ευσεβείς και θεοφοβούμενοι. Ο μεγάλος αστρονόμος Κέπλερ, όταν άκουε το όνο­μα του Θεού, σηκωνόταν όρθιος και έβγαζε το καπέλλο του.

Και ο ερημίτης Στυλιανός εκεί στην ησυχία της έρημου είχε τον καιρόν να παρατηρεί τα δημι­ουργήματα του Θεού και να φιλοσοφεί επάνω σ’ αυτά. Εβλεπε τον Δημιουργόν σε όλα, διότι εσκέπτετο, ότι ήταν αδύνατον να γίνει μόνος του αυτός ο τρισμέγιστος κόσμος, τόσον ωραίος, σκόπιμος και αρμονικός. Εβλεπε τον Θεόν στα απειροπληθή άστρα του ουρανού, που στροβιλίζονται στο αχανές διάστημα με τόση ταχύτητα, άλλα και ακρίβειαν.

Εβλεπε τον Θεό στον γίγαντα της ημέρας τον ήλιο ο οποίος με το να κρατεί κανονική απόστασιν από την γή, δίδει με την θερμότητα του ζωή στους ανθρώπους, τα ζώα και σ’ όλην την γύ­ρω φύση. Εβλεπε τον Θεό στο νεράκι που κελλάριζε στις βρυσούλες του βουνού και τον δρόσιζε. Σκεφτόταν ότι το νερό αυτό ήταν κάτω στις θάλασσες και τους ωκεανούς και όμως η πανσοφία και παντοδυ­ναμία του Θεού το ανεβάζει στο βουνό. Το εξατμί­ζει, το κάνει αραιότατο και ανάλαφρο σύννεφο. Το μεταφέρει με τον αέρα στα βουνά, το κάνει ψηλή βροχούλα, το ραντίζει σε όλο τό πρόσωπο της γης και την ποτίζει. Το εναποθηκεύει στα σπλάχνα των ορέων σε τεράστιες αποθήκες και το δίδει λίγο – λί­γο στις βρυσούλες, που τρέχουν συνεχώς! Εβλεπε τον Θεό στα αναρίθμητα ζώα τα μι­κρά και τα μεγάλα, που δημιούργησε ο Θεός «κατά γένος και κατά είδος». Κοίταζε την ποικιλίαν των δένδρων και των φυτών και σκεφτόταν, αν δεν τα έφτιαχνε αυτά ο Θεός, θα ήταν αδύνατον η ζωή των ανθρώπων και των ζώων. Διότι όλα αυ­τά τρέφονται από το φυτικόν βασίλειον.

Τα έβλεπε όλα αυτά και αναφωνούσε με τον Δαυίδ: «Οι ουρανοί διηγούνται δό ξαν Θεού ποίησιν δέ χειρών αυτού αναγγέλλει τό στερέωμα». Ξεσπού­σε κατόπιν σε δοξολογία, λέγοντας: «Ώ ς έμεγαλύνθη τά έργα σου, Κύριε! Πάντα έν σοφία έποίησας. Επληρώθη ή γη της κτίσεως Σου»!

Δύο βιβλία διάβαζε συνεχώς στην έρημο: το βιβλίο της φύσεως και το βιβλίον της Αγίας Γραφής. Η καρδιά του, η διάνοια του, η ψυχή του, όλη ή ύπαρξης του είναι ολόθερμα δοσμένη στον Θεό. Θείο και ιερό ρίγος διαπερνά την ασκητική σάρκα του, καθώς η ψυχή του εμβαθύνει στο κάλ­λος της θείας Δημιουργίας. Το άγιο πάθος της αγάπης του οσίου Στυλια­νού προς το πανάγιο Ονομα του Θεού τον συγκλο­νίζει. Ολη η δύναμη του είναι συγκεντρωμένη στη θεία αυτή αγάπη. Εγκαταλείπει έτσι ό Αγιος το σαρκικό εγώ του. Παύει να φροντίζη για την τροφή του. Γίνεται όλος ακμή πνεύματος και ψυχής. Μπορεί να πει και αυτός «ζω δέ ούκέτι έγώ, ή δέ έν έμοί Χριστός». Τρεφόταν με χόρτα της ερήμου. Και όταν δεν υπήρχαν αυτά, ο Θεός δεν τον άφηνε. Ο Θεός, που θαυματουργεί δια τους Αγίους και μέσω των Αγίων, δεν άφηνε τον σεβάσμιο όσιο να εξαντληθεί από την πείνα. Τον κράτησε στην ζωή στέλνοντας του τροφές με τους αγγέλους, όπως έστελνε και στους άλλους Αγίους, στον Προφήτη Ηλία, τον Αγίο Μάρκο τον Αθηναίο τον φιλόσοφο και λοιπούς.

Πολλά χρόνια έζησε τη σκληρή ζωή του άναχωρητού. Πάλεψε στην έρημο έπι δεκαετίας ολό­κληρες σκληρά με τον διάβολο και τον εαυτό του. Πάλεψε να ξεριζώσει τα πάθη του, να από­κτησει τις αρετές και να φθάσει στην αγιότητα που θέλει ο Θεός, ο Οποίος είπε: «γίνεσθε Αγιοι, ότι Εγώ Αγιος ειμί».

Ο Δημιουργός ήθελε να ζήσει ακόμη ο Αγιος Στυλιανός, για να λαμποκοπάει με την αρετή του και να παραδειγματίζει με την αυστηρότητα της ασκητικής του ζωής. Ηθελε η έμψυχος εκείνη στήλη της εγκράτει­ας, ο φωτεινός λύχνος της ερήμου, να λάμψει σ’ όλα τα πέρατα της γης. Ηθελε ο Θεός να φανούν οι ποικίλες αρετές του. Ο λύχνος όμως πρέπει να βρίσκεται ψηλά, για να φέγγει σ’ όλους και όχι να κρύβεται και να χά­νεται η λάμψη του. Ετσι και εκείνοι, που φεγγο­βολούν με τις αρετές τους, τους φανερώνει ο Θεός για να γίνονται φως στο δρόμο της ζωής των άλ­λων. Ετσι και ο Αγιος Στυλιανός, άφου με τους σκληρούς ασκητικούς αγώνας του στολίστηκε με τις αρετές και ήταν σαν λαμπάδα, με το γλυκό και ζεστό φως, άφου έφθασε σε ύψη δισθεώρητα αρε­τής, μπορούσε να χύσει στο λαό το ιλαρό φως της αγιότητος του, προς δόξαν Θεού και σωτηρίαν αν­θρώπων. Ο δίκαιος Θεός θα έδειχνε ακόμη στον κόσμο πως αντιδοξάζει εκείνους, που λατρεύουν το όνο­μα Του και Τον δοξάζουν.

Διαδόθηκε, λοιπόν, η φήμη του Αγίου Στυλια­νού παντού. Πλήθος κόσμου από διάφορα μέρη συνέρρεαν μ’ ευλάβεια προς τον Αγιον για να θαυ­μάσουν την αγιότητα του και ν’ αποκομίσουν ψυχι­κά και σωματικά αγαθά. Η αγία του μορφή, τα σοφά του λόγια, οι προτροπές του άλλαξαν την ζωή πολλών ανθρώπων. Πολλοί ήταν εκείνοι που γοητευμένοι από την ασκητικότητα του, εγκατέ­λειπαν τον κακό εαυτό τους και μετανοούσαν και αναγεννιόνταν ψυχικά. Συγκινητικές ήταν οι εκδηλώσεις των Χριστια­νών που τον επισκέπτονταν στην έρημο, εκεί στο ασκητήριο του. Ηξερε να γαληνεύει τις ταραγμένες ψυχές. Κοντά του έτρεχαν και άλλοι ασκητές για να ενι­σχυθούν με τα λόγια του και την λάμψη του στο σκληρό ασκητικό βίο. Εγνώριζεν ο Αγιος Στυλιανός, ότι για να κερδίσει κανείς την Βασιλεία των Ουρανών πρέπει να έχει την ψυχή του, σαν την ψυχή των μικρών παι­διών. Του έκαναν εντύπωση τα λόγια του Κυρίου: «Έαν μή στραφήτε καί γένησθε ώς τα παιδία ού μή είσέλθητε είς τήν Βασιλείαν τών Ουρα­νών». «Τών γαρ τοιούτων εστίν, ή Βασιλεία του θεού», τών μικρών παιδιών δηλαδή που είναι αθώα. Ηξερε, ότι τα παι­διά έχουν αγγελικές ψυχές. Το κτυπάει ο πατέρας του και πάλι πηγαίνει σ’ αυτόν. Τον κτυπάει ο φί­λος του και δεν του κρατάει κακία, αλλά σε λίγο πάλιν παίζουν μαζί. Ενώ οι μεγάλοι το κρατούν σαν κα­μήλα μέσα τους. Γι´αυτό ήθελε να τα βοηθάει, να τα προστατεύει τα παιδιά. Και στην αγία του εκείνη επιθυμία ο Παντο­γνώστης Θεός του έδωσε την Χάρη Του, να μπορεί να κάνει θαύματα.

Ο Θεός βράβευσε το ιερό του αίσθημα και του έδωσε την θαυματουργική δύναμη να θεραπεύει τα ασθενεί παιδιά. Μητέρες από κον­τινά και μακρινά μέρη, με φορτωμένα στους ώμους ανάπηρα και άρρωστα παιδιά έτρεχαν, με πόνο καί πίστη, κοντά στον Αγιο για να ζητήσουν την θεραπείαν των παιδιών τους. Μέρες ολόκληρες βάδιζαν μέσα σ’ έρημα μέρη για να βρουν την δοξασμένη από τον Θεό ασκη­τική σπηλιά του Αγίου Στυλιανού. Και όταν έφθασαν εκεί, με δάκρυα στα μάτια έπεφταν στα πόδια του Γέροντα ασκητή, δόξαζαν τον Θεό, που τον συνάντησαν και τον παρακαλού­σαν να γιατρέψει τά παιδιά τους. Ο Αγιος Στυλιανός γεμάτος καλωσύνη και συμπόνοια έπαιρνε τ’ άρρωστα νήπια στα χέρια του και με μάτια δακρυσμένα παρακαλούσε το Θεό να τα γιατρέψει. Ο Δεσπότης των Ουρανών άκουγε την ολόψυ­χη προσευχή του και ο Αγιος θαυματουργούσε. Παιδιά άρρωστα εύρισκαν την υγειά τους.

Πα­θήσεις διαφόρων ειδών εξαφανίζονταν. Μπροστά στη δύναμη του Θεού καμιά αρρώστια δεν μπο­ρούσε ν’ αντισταθεί. Μανάδες έκλαιγαν από χαρά έξω από το ασκητήριο του. Και άλλες καταφιλούσαν με σεβα­σμό και ευγνωμοσύνη το χέρι του Αγίου γέροντα, δοξάζοντας τον Θεόν. Δοξολογούσε κι’ εκείνος ακατάπαυστα το Α­γιο Ονομα Του και τον ευχαριστούσε για τα θαύ­ματα αυτά, που τον αξίωνε να κάνει. Επειτα γεμάτος στοργή κοίταζε τα αθώα πλασματάκια που είχαν λυτρωθεί από την αρρω­στιά. Ενα γλυκό χαμόγελο, χαμόγελο αγγελικό άνθιζε στο πρόσωπο του σεβασμίου ασκητού. Τα θαύματα όμως αυτά γινόταν γνωστά σ’ όλα τα μέρη και κόσμος πολύς έτρεχε στον Αγιο Στυλιανό για να τον παρακάλεσει να γιατρέψει από κάποια ασθένεια τα παιδιά του.

Ετσι δόξαζε ο Αγιος Θεός το όνομα του ο­σίου Στυλιανού που αφιέρωσε την ζωή του για την δό­ξα του Θεού. ‘Αλλά δεν ήταν μόνο τα θαύματα της θεραπεί­ας των παιδιών που δόξαζαν το όνομα του ταπει­νού Αγίου Στυλιανού. Ο Αγιος απέκτησε φήμη ως θαυματουργού, διότι έκανε τους άτεκνους εύτεκνους, με την προσ­ευχή του. Με την προσευχή του Αγίου Στυλιανού πολλές στείρες τεκνοποιούσαν. Πολλοί πιστοί Χριστιανοί με την ευλογία του, αν και ήταν άτεκνοι πρωτύτερα, απέκτησαν ωραία και γεμάτα υγεία παιδιά.

Πολλοί μάλιστα καλοί Χριστιανοί και μετά την κοίμηση του, επικαλούμενοι το όνομα του Αγίου και ζωγραφίζοντες σαν τάμα την εικόνα του, α­πέκτησαν παιδιά, αν και είχαν χάσει την ελπίδα πια να τεκνοποιήσουν.

Εν’ τώ μεταξύ άπ’ όλα τα μοναστήρια πήγαι­ναν στον γέροντα ασκητή για να ευφρανθούν κον­τά του, το άρωμα της αγιότητας του. Μοναχοί και ασκητές ζητούσαν από τον Αγιο δάσκαλο συμβουλές, για το πως πρέπει να αντιμε­τωπίζουν τους πειρασμούς και πως να επιβάλλουν την γαλήνη στα κοινόβια τους. Ολοι τον έβλεπαν σαν πρότυπο αγίας ασκητι­κής ζωής. Η προσωπικότητα του ήταν γεμάτη τα­πεινοφροσύνη και άστραφτε από ουράνιο κάλλος.

Και εκείνος ακούραστος με αγγελική γαλήνη τους δίδασκε, τους καθοδηγούσε, τους γέμιζε την καρδιά, τους στερέωνε στην πίστη, τους διέλυε τις αμφιβολίες. Ειρήνευε με τις συμβουλές του από μακρυά όσα μοναστήρια είχαν εσωτερικές διχόνοιες. Ετσι έζησε κι έτσι δόξασε τό όνομα του Θεού και δοξάσθηκε από τον Ουράνιο Πατέρα ο Αγιος Στυλιανός. Οταν έφθασε σε βαθειά γεράματα, έστειλε ο Θεός τους Αγγέλους Του και πήραν την αγίαν του ψυχή, για να την αναπαύσουν από τους πολύ­χρονους κόπους, τις στερήσεις και την σκληρότητα της ασκητικής ζωής. Κοιμήθηκε, λοιπόν, ο Αγιος πλήρης ημερών και αρετών.

Που τον έθαψαν, δεν γνωρίζουμε, ούτε διεσώθηκαν άλλα στοιχεία από την κουρασμένη και αγιασμένη ζωή του. Εμεινε όμως το όνομα του. Τον σέβεται και τον τιμά όλη η Ορθόδοξη Χριστιανωσύνη. Τον επικαλούνται στις ανάγκες τους και προπάντος για τα άρρωστα παιδιά τους. Κτίζουν στο όνομα του μεγαλοπρεπείς Ναούς. Στην Αθήνα υπάρχουν τουλάχιστον δύο Ναοί του Αγίου Στυλιανού στον Γκύζη και στον Καρρέα. Τα θαύματα του Αγίου συνεχίζονται και μετά την κοίμηση του. Και σήμερα ο Αγιος Στυλιανός εξακολουθεί να είναι προστάτης των παιδιών. Λένε μάλιστα, ότι από την λέξη “στυλώνει” που σημαίνει “στηρίζει τη υγεία των παιδιών”.

Ο Αγιος εικονογραφείται με ένα νήπιο σπαργανωμένο στην αγκαλιά του που συμβολίζει, ότι είναι ο προστάτης των νηπίων. Η μνήμη του Αγίου Στυλιανού εορτάζεται στις 26. Νοεμβρίου

Ο Βίος του Αγίου Στυλιανού

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου