Οι Άγιοι αυτοί ήταν κάτοικοι της Νικομήδειας και καθημερινά πήγαιναν στο αμφιθέατρο και συστηματικά δίδασκαν
και κατηχούσαν ειδωλολάτρες. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, πολλοί ειδωλολάτρες να πιστέψουν στον Χριστό και το αμφιθέατρο σχεδόν άδειασε από θεατές άπρεπων θεαμάτων. Ο άρχοντας της Νικομήδειας παρατήρησε την αραίωση των θεατών, έμαθε την αιτία και διέταξε την άμεση σύλληψη των τεσσάρων Αγίων. Αυτοί δεν δίστασαν και μπροστά του να ομολογήσουν τον Χριστό και τα έργα που επιτελούσαν για την αγάπη Του. Εξοργισμένος ο άρχοντας διέταξε και τους βασάνισαν σκληρά. Κατόπιν τους έριξαν ζωντανούς στη φωτιά και έτσι ένδοξα έλαβαν όλοι το στεφάνι του μαρτυρίου.
Άγιος Μύρων
Ο Άγιος Μύρων μαρτύρησε όταν αυτοκράτωρ ήταν ο Δέκιος, το 250 μ.Χ. Καταγόμενος από πλούσια οικογένεια, θα μπορούσε να ζήσει άνετα, με όλα τα επίγεια αγαθά που θα επιθυμούσε. Όμως η μεγάλη του αγάπη προς το Χριστό, έκανε το Μύρωνα να χειροτονηθεί Ιερέας. Αφιερώθηκε, λοιπόν, ολοκληρωτικά στο ποιμαντικό του καθήκον και δίδασκε, νουθετούσε και βοηθούσε το κάθε ένα μέλος του ποιμνίου του. Μεριμνούσε καθημερινά για τους φτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά. Κάποτε, ο έπαρχος Αχαΐας Αντίπατρος πήγε στον τόπο όπου λειτουργούσε ο Μύρων και συνέλαβε πολλούς χριστιανούς. Για να εκβιάσει λοιπόν τον Μύρωνα, να αλλαξοπιστήσει, έφερε μπροστά του το ποίμνιο του και του είπε ότι, αν αυτός αρνηθεί το Χριστό, θα τους αφήσει όλους ελεύθερους. Ο Μύρων μειδίασε και απάντησε: «Αν ήταν για τη σωτηρία των πνευματικών μου παιδιών, πρόθυμα θα έδινα τη ζωή μου. Τώρα όμως δεν πρόκειται γι’ αυτό. Ας δώσουν λοιπόν οι ίδιοι απάντηση». Τότε όλοι μαζί φώναξαν: «Όχι. Μια ανθρώπινη ψυχή είναι ασύγκριτα πολυτιμότερη από μύρια σώματα και από τον κόσμο όλο. Ποιος λοιπόν από μας θέλει να δεχθεί, ώστε να χάσει την ψυχή του ο πνευματικός μας πατέρας, για να ζήσουν λίγο περισσότερο στον πρόσκαιρο αυτό κόσμο οι δικές μας σάρκες»; Ο έπαρχος, εξοργισμένος από την απάντηση, αφού βασάνισε με φρικτό τρόπο το Μύρωνα, τελικά τον αποκεφάλισε.