Τέσσερις άνθρωποι σκοτώθηκαν από αστυνομικούς στα επεισόδια της Τετάρτης στην Ουάσινγκτον, αν και ο επικεφαλής της αστυνομίας
στη μητροπολιτική περιοχή της αμερικανικής πρωτεύουσας προσπάθησε να “καλύψει” το θέμα, δηλώνοντας ότι οι τρεις θάνατοι οφείλονταν σε έκτακτα ιατρικά περιστατικά και το τέταρτο πρόσωπο υπέκυψε σε νοσοκομείο αφού υπέστη τραύμα από σφαίρα.
Πρόσθεσε ότι 52 ύποπτοι συνελήφθησαν στο πλαίσιο της έρευνας για την πολιορκία και την εισβολή στο Καπιτώλιο.
Παράλληλα, η δήμαρχος της Ουάσινγκτον Μιούριελ Μπάουζερ ανακοίνωσε ότι παρατείνει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης για 15 ημέρες μετά τα επεισόδια.
Αυτό σημαίνει ότι τα μέτρα θα ισχύουν ως την 20ή Ιανουαρίου, ημέρα της τελετής ορκωμοσίας του Δημοκρατικού εκλεγμένου προέδρου Τζο Μπάιντεν.
Η εισβολή στο Καπιτώλιο
Στιγμές που θα καταγράψει η Ιστορία εκτυλίχθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο υποστηρικτών του απερχόμενου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, την ώρα που τα δύο σώματα του Κογκρέσου συνεδρίαζαν στην Ουάσινγκτον για να εγκρίνουν τη νίκη του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ.
Η συνεδρίαση στο Κογκρέσο διακόπηκε, βουλευτές, γερουσιαστές και προσωπικό πανικόβλητοι έψαχναν ασφαλές καταφύγιο.
Το κτίριο του Καπιτωλίου εκκενώθηκε τελικά περίπου μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα ώρα Ελλάδος από τις ειδικές δυνάμεις (SWAT) της αστυνομίας, αφού οι εικόνες που έρχονταν από το ναό της αμερικανικής δημοκρατίας ήταν πρωτοφανείς και σίγουρα θα περάσουν στην Ιστορία. Οι αστυνομικές δυνάμεις έκαναν χρήση χημικών έξω από το κτήριο, όπου παρέμεναν συγκεντρωμένοι οπαδοί Ντόναλντ Τραμπ.
Την ίδια ώρα στην Ουάσινγκτον κατευθύνονταν δυνάμεις της Εθνοφρουράς, καθώς σύμφωνα με τον επικεφαλής εκπρόσωπο του Πενταγώνου, Τζόναθαν Χόφμαν, ολόκληρη η Εθνοφρουρά της Ουάσινγκτον ενεργοποιήθηκε από το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο.
Μέλη της Εθνοφρουράς και από τις γειτονικές πολιτείες της Βιρτζίνια και του Μέριλαντ κινητοποιήθηκαν σε μια προσπάθεια αποκατάστασης της τάξης στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την εντολή κινητοποίησης της Εθνοφρουράς έδωσε ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς. Πηγές που επικαλείται το CNNi ανέφεραν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ «αρχικά αντιστάθηκε» στην κινητοποίηση της Εθνοφρουράς και πως ο Πενς ήταν σε συνεχή επικοινωνία με τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά πως ο αντιπρόεδρος δεν έχει αρμοδιότητα για να δώσει εντολή για την Εθνοφρουρά.
Μετά από τις βίαιες ταραχές και την αποχώρηση του όχλου, το κογκρέσο συνέχισε την κοινή συνεδρίασή του για να επικυρώσει τη νίκη του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2020.
Το έναυσμα για τα επεισόδια
Τα επεισόδια ξεκίνησαν όταν ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ενώπιον των υποστηρικτών του που πανηγύριζαν ότι δεν θα παραδεχτεί ποτέ την ήττα του στις προεδρικές εκλογές του 2020 κάνοντας λόγο για εκτεταμένη εκλογική νοθεία.
«Ποτέ δεν θα παραιτηθούμε. Δεν θα τα παρατήσουμε ποτέ. Δεν θα παραδεχτούμε ποτέ (ήττα)», δήλωσε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης κοντά στον Λευκό Οίκο. «Θα σταματήσουμε την κλοπή. Κερδίσαμε αυτές τις εκλογές και τις κερδίσαμε ευρέως». Στη συνέχεια, ο απερχόμενος πρόεδρος κάλεσε τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς να μην επικυρώσει τη νίκη του Τζο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια έκτακτης συνεδρίασης στο Κογκρέσο και χαρακτήρισε τους εκλεγμένους Ρεπουμπλικανούς «αδύναμους» και «αξιολύπητους».
«Εάν ο Μάικ Πενς κάνει το σωστό, κερδίζουμε τις εκλογές», δήλωσε ο απερχόμενος πρόεδρος ενώπιον ενός πλήθους υποστηρικτών «Αν δεν το κάνει, θα είναι μια θλιβερή ημέρα για τη χώρα μας», πρόσθεσε, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αμφιβάλλει για τη στάση του αντιπροέδρου του.
Μπάιντεν: Η Δημοκρατία δέχεται μια πρωτοφανή επίθεση
Η αμερικανική Δημοκρατία δέχεται μια πρωτοφανή επίθεση, δήλωσε ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν για τις σκηνές χάους που εκτιλύχθηκαν στο Καπιτώλιο, μετά την εισβολή υποστηρικτών του απερχόμενου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που πραγματοποιούσαν συγκέντρωση.
Ο Μπάιντεν κάλεσε τον Ντόναλντ Τραμπ να βγει ζωντανά στην τηλεόραση και να απαιτήσει τον τερματισμό της «πολιορκίας» του Καπιτωλίου.
«Αυτή την ώρα η Δημοκρατία μας βρίσκεται αντιμέτωπη με μία επίθεση χωρίς προηγούμενο, επίθεση στους εκπροσώπους του έθνους, στους αστυνομικούς στους ανθρώπους και τους υπαλλήλους που υπηρετούν το Καπιτώλιο.
Πώς οργανώθηκε η εισβολή στο Καπιτώλιο
Αμέσως μετά τη 1μ.μ. (τοπική ώρα) της Τετάρτης, αφού ο Ντόναλντ Τραμπ ολοκλήρωσε την ομιλία του στους υποστηρικτές του στην Ουάσιγκτον, ζητώντας τους να διαδηλώσουν στο Καπιτώλιο, εκατοντάδες καλέσματα για εισβολή στο κτήριο έγιναν από τους οπαδούς του στο διαδίκτυο, σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times.
Σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ακροδεξιών, όπως το Gab και το Parler, ανταλλάχθηκαν σχόλια σχετικά με τους δρόμους που πρέπει να ακολουθήσουν για να αποφύγουν την αστυνομία και ποια εργαλεία να χρησιμοποιήσουν για τις πόρτες. Τουλάχιστον δώδεκα άτομα σε αναρτήσεις τους έκαναν λόγο για μεταφορά όπλων στις αίθουσες του Κογκρέσου.
Τα καλέσματα για βία εναντίον μελών του Κογκρέσου και υπέρ των κινήσεων Τραμπ να «ξαναπάρουν τον έλεγχο» του κτηρίου του Καπιτωλίου κυκλοφορούν στο διαδίκτυο εδώ και μήνες. Ενισχύθηκαν από το «φλερτ» του Τραμπ με κινήματα όπως το Qanon (ακροδεξιά θεωρία συνωμοσίας) και την αμερικανική εθνικιστική ακροδεξιά οργάνωση Proud Boys. Πρόκειται για ομάδες που έχουν οργανωθεί ανοιχτά σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και χρησιμοποιώντας τα επίσης ως εργαλείο στρατολόγησης.
Στο Gab κατέγραψαν ότι την εισβολή στα γραφεία των μελών του Κογκρέσου, συμπεριλαμβανομένου και εκείνου της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσυ Πελόζι. Σε δεκάδες αναρτήσεις οι εισβολείς «αναζητούσαν» τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, ο οποίος βρέθηκε στο «στόχαστρο» της οργής του Τραμπ νωρίτερα, μέσα στην ημέρα.
Στις 2:24μ.μ. (τοπική ώρα), αφού ο Τραμπ έγραψε στο Twitter ότι ο Πένς «δεν είχε το θάρρος να κάνει ό,τι θα έπρεπε να είχε γίνει», δεκάδες μηνύματα στο Gab ζητούσαν από όσους βρίσκονταν μέσα στο Καπιτώλιο να κυνηγήσουν τον Αμερικανό αντιπρόεδρο. Σε ένα από βίντεο που αναρτήθηκαν οι οπαδοί ακούγονταν να φωνάζουν «Πού είναι ο Πένς;»
Καθώς το Facebook και το Twitter άρχισαν να περιορίζουν ακροδεξιές ομάδες όπως Qanon και Proud Boys κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, «μετανάστευσαν» σε άλλους ιστότοπους που τους επιτρέπουν να μιλούν ανοιχτά περί βίας.
Ο Ρενέ Ντι Ρέστα, ερευνητής στο Παρατηρητήριο Διαδικτύου του Στάνφορντ, ο οποίος μελετά διαδικτυακά κινήματα, δήλωσε ότι η βία που ξέσπασε την Τετάρτη στην Ουάσινγκτον ήταν αποτέλεσμα ιντερνετικών κινήσεων που λειτουργούν σε κλειστά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου οι χρήστες πίστευαν τους ισχυρισμούς του Τραμπ για τις αμερικανικές εκλογές περί «κλοπής» και «νοθείας».
Η νεαρή γυναίκα που πυροβολήθηκε από την Αστυνομία
Πρόκειται για την Ashli Babbitt, όπως επιβεβαίωσε ένας φίλος της στο Fox News. Η Babbitt ήταν βετεράνος των Ένοπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ. Υπηρέτησε σε τέσσερις αποστολές με την Πολεμική Αεροπορία και διέμενε στο Σαν Ντιέγκο.
Η Babbitt ήταν φανατική υποστηρικτής του Προέδρου Τραμπ, όπως ανέφερε ο σύζυγός της στο δίκτυο WTTG-TV.
“Δεν ξέρω γιατί αποφάσισε να κάνει κάτι τέτοιο” δήλωσε η πεθερά της στα ΜΜΕ. Ο σύζυγός της δεν ήταν μαζί της στην εισβολή στο Καπιτώλιο. Δεν την ακολούθησε καν στην Ουάσιγκτον. Το ζευγάρι είχε μια επιχείρηση. “Έχω μουδιάσει, είμαι απελπισμένη. Κανένας από την Ουάσιγκτον δεν ενημέρωσε τον γιο μου και το μάθαμε από την τηλεόραση” πρόσθεσε η πεθερά της, Robin Babbitt. Σύμφωνα με την NY POST η Ashli μία ημέρα πριν τα επεισόδια δημοσίευσε στο twitter ότι “τίποτα δεν θα μας σταματήσει… Μπορούν να προσπαθήσουν και να προσπαθήσουν ξανά και ξανά αλλά η καταιγίδα είναι εδώ και θα προσγειωθεί στην Ουάσιγκτον σε λιγότερες από 24 ώρες. Σκοτάδι στο φως”. Το εν λόγω tweet “εξαφανίστηκε” λίγες ώρες μετά.