Όλο και πιο πολύ σφίγγει ο κλοιός γύρω από τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, μετά τα νέα ιστορικά χαμηλά που καταγράφει η λίρα.
Η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος έναντι του αμερικανικού διολίσθησε στις 7,54 λίρες το δολάριο, περίπου 0,6% χαμηλότερα σε σχέση με το κλείσιμο της Τετάρτης, ενώ από την αρχή του έτους έχει χάσει το 21% της αξίας του.
Τα βάσανα όμως για τον Ερντογάν δεν σταματούν εδώ. Οι ξένοι παίκτες αποχωρούν μαζικά από τις μετοχές των τραπεζών στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης. Οι εκροές από τους τραπεζικούς τίτλους, στους οποίους επένδυαν μαζικά οι ξένοι παίκτες τα χρόνια της ευφορίας ανέρχονται από τις αρχές του έτους στα 5,6 δισ. δολ. Είναι πια εμφανές πως έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών για τις προοπτικές της οικονομίας, οπότε φεύγουν άρον άρον από τα τουρκικά assets.
Αναλυτές επισημαίνουν πως μπορεί οι τουρκικές τράπεζες μπορεί να είναι κερδοφόρες και να παραμένουν καλά κεφαλαιοποιημένες, αλλά η συνεχιζόμενη κατρακύλα της λίρας και οι ανορθόδοξες πολιτικές που ακολουθεί η Κεντρική Τράπεζα της χώρας, δημιουργούν έντονη ανησυχία για τις προοπτικές του τραπεζικού κλάδου, με αποτέλεσμα οι διεθνή χαρτοφυλάκια να γυρίζουν την πλάτη στις μετοχές των τουρκικών τραπεζών.
Χθες, Τετάρτη, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s προχώρησε στην υποβάθμιση του αξιόχρεου 13 τουρκικών τραπεζών.
Όπως ανέφερε ο οίκος σε ανακοίνωσή του, οι υποβαθμίσεις των 13 τραπεζών καθοδηγήθηκαν από την υποβάθμιση στις 11 Σεπτεμβρίου του αξιόχρεου των ομολόγων του τουρκικού δημοσίου στο Β2 με αρνητικές προοπτικές από Β1 με αρνητικές προοπτικές.
Η ραγδαία επιδείνωση που καταγράφεται σε δημοσιονομικό και οικονομικό επίπεδο, οδηγεί σε μπαράζ υποβαθμίσεων και αρνητικών αναλύσεων από τους διεθνείς οίκους. Μετά τα απανωτά χτυπήματα της Moody’s, ήταν η σειρά της Societe Generale, η οποία προβλέπει ότι οι πιέσεις στο τουρκικό νόμισμα θα συνεχιστούν.
Όπως αναφέρει η γαλλική τράπεζα η έλλειψη αξιόπιστου και συνεπούς πλαισίου στόχευσης του πληθωρισμού υπονομεύει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Και παρότι η κεντρική τράπεζα εξακολουθεί να δαπανά τα συναλλαγματικά αποθέματα για να διατηρήσει την τουρκική λίρα και οι παρεμβάσεις της πλέον είναι καθημερινές, δεν μπορεί να σταθεροποιήσει το νόμισμα.
Κύριος λόγος αυτής της αποχώρησης των επενδυτών είναι η νομισματική πολιτική που ακολουθεί η κεντρική τράπεζα της χώρας και οι γεωπολιτικές εντάσεις. Η Societe Generale επισημαίνει πως οι προοπτικές για την τουρκική λίρα είναι γεμάτες προκλήσεις λόγω της στάσης της νομισματικής πολιτικής που εξακολουθεί να είναι χαλαρή (το πραγματικό επιτόκιο είναι σε αρνητικό επίπεδο της τάξεως του -1,6%), των χαμηλών αποθεματικών συναλλάγματος (καθαρά αποθεματικά εκτός των συμφωνιών ανταλλαγής νομισμάτων-swaps- της κεντρικής τράπεζας στα -29,8 δισ. δολάρια) και τους αυξημένους γεωπολιτικούς κινδύνους.
Για να μπορέσει να συγκρατήσει την πτώση της τουρκικής λίρας θα πρέπει το πραγματικό επιτόκιο χρηματοδότησης αυξηθεί σε θετικό έδαφος. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της γαλλικής τράπεζας, η πτώση στην τουρκική λίρα θα συνεχιστεί στο υπόλοιπο του 2020, με την ισοτιμία της λίρας έναντι του δολαρίου να φτάνει τις 7,7 και αυτό μπορεί να αναγκάσει την κεντρική τράπεζα να αυξήσει το πραγματικό επιτόκιο. Μόνο όταν η πραγματική απόδοση της τουρκικής λίρας εισέλθει σε θετικό έδαφος θα μπορέσει να σταθεροποιηθεί η ισοτιμία το 2021 και να οδηγηθεί σε ανάκαμψη έναντι του δολαρίου.
Και δεν είναι καθόλου τυχαία η δήλωση – βόμβα του πρώην υπουργού Οικονομικών της χώρας και πάλαι ποτέ στενού συνεργάτη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, Αλί Μπαμπατζάν.
Ο Μπαμπατζάν, ο οποίος θεωρείται από τους πλέον επιτυχημένους ΥΠΟΙΚ της Τουρκίας και ήταν εκείνος που «έτρεξε» τα προγράμματα του ΔΝΤ που οδήγησαν την χώρα σε σημαντική ανάπτυξη (ήταν υπουργός Οικονομικών από το 2002 ως το 2007 και αναπληρωτής πρωθυπουργός επί των Οικονομικών από το 2009 ως το 2015), περιέγραψε με μελανά χρώματα την κατάσταση της χώρας.
Τόνισε ότι το τελευταίο έτος η Τουρκία δαπάνησε σχεδόν 100 δισεκατομμύρια δολάρια για να συγκρατήσει την υποτίμηση της λίρας, αλλά δεν τα κατάφερε και προχώρησε σε δήλωση-σοκ, ότι πλέον ούτε το ΔΝΤ μπορεί να σώσει την Τουρκία.
Σημειώνεται, πάντως, ότι το 2020 ο Μπαμπατζάν αποχώρησε από το ΑΚΡ του Ερντογάν και ίδρυσε το κόμμα της Δημοκρατίας και Προόδου (DEVA).