Την ευθύνη για το μακελειό στο χωριό οι κάτοικοι του οποίου είναι στην πλειονότητά τους χριστιανοί, την παραμονή των Χριστουγέννων
στη Νιγηρία ανέλαβε η Μπόκο Χαράμ μέσω ενός βίντεο.
Το βράδυ της Πέμπτης, παραμονή των Χριστουγέννων, οι τζιχαντιστές επιτέθηκαν στο χωριό Πέμι. Σκότωσαν 11 ανθρώπους, έκαψαν μια εκκλησία και πήραν όμηρο τον ιερέα. Την επομένη των Χριστουγέννων η οργάνωση έδωσε στη δημοσιότητα ένα βίντεο με το οποίο αναλαμβάνει την ευθύνη.
Ο ιερέας μιλάει σε αυτό το βίντεο, λέει ονομάζεται Μπουλούς Γιουκούρα και ότι τον άρπαξαν ενώ προετοιμαζόταν για τη χριστουγεννιάτικη λειτουργία.
Την ίδια στιγμή η τζιχαντιστική οργάνωση συνεχίζει τις επιθέσεις. Περισσότεροι από 40 υλοτόμοι, εκ των οποίων οι τρεις βρέθηκαν νεκροί, απήχθησαν από μαχητές της Μπόκο Χαράμ στη βορειοανατολική Νιγηρία, όπως ανέφεραν το Σάββατο τοπικές και στρατιωτικές πηγές.
«Μια ομάδα περίπου 40 υλοτόμων αναχώρησε την Πέμπτη για το δάσος (του Γούλγκο) και δεν επέστρεψε το βράδυ, όπως συνηθίζεται», εξήγησε ο Ουμάρ Κατσάλα, ένας από τους ηγέτες των τοπικών παραστρατιωτικών οργανώσεων που μάχονται τους εξτρεμιστές ισλαμιστές της Μπόκο Χαράμ.
«Την Παρασκευή κινητοποιήσαμε τους άνδρες μας για να τους δρούμε και εντοπίσαμε τρία πτώματα. Διαπιστώθηκε ότι ήταν μέλη της ομάδας εκείνης», πρόσθεσε.
Πολλοί μαχητές της Μπόκο Χαράμ, η οποία σπέρνει τον τρόμο στη βορειοανατολική Νιγηρία εδώ και μια δεκαετία, έχουν συγκεντρωθεί σε αυτό το δάσος, στα σύνορα με το Καμερούν. Συχνά κατηγορούν τους υλοτόμους και τους αγρότες της περιοχής ότι μεταφέρουν πληροφορίες για τις θέσεις τους στον στρατό ή τις τοπικές πολιτοφυλακές.
«Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι απήχθησαν από τους αντάρτες της Μπόκο Χαράμ», είπε ένας άλλος πολιτοφύλακας, ο Σέχου Μάντα. «Οι τρεις άνδρες που βρέθηκαν νεκροί, μάλλον εκτελέστηκαν ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν γιατί βρήκαμε πληγές από σφαίρες στην πλάτη τους», διευκρίνισε.
Η Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος στη Δυτική Αφρική (Iswap) δρουν στην περιοχή της λίμνης Τσαντ και ευθύνονται για τουλάχιστον 36.000 θανάτους τα τελευταία χρόνια. Δύο εκατομμύρια κάτοικοι της περιοχής αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν λόγω των βίαιων επιθέσεων και ακόμη δεν μπορούν να επιστρέψουν στα χωριά τους.