«Είμαι υπέρ της Αμερικής, όχι ενάντια στη Ρωσία» είχε δηλώσει ο Τζο Μπάιντεν στον Βλαντιμίρ Πούτιν στη σύνοδο κορυφής του Ιουνίου στη Γενεύη
«Καθ’ οδόν» προς την κρίσιμη διαπραγμάτευση που «ανοίγει» τον Ιανουάριο τόσο σε διμερές, όσο και σε ΝΑΤΟϊκό επίπεδο, υπό τη σκιά της ρωσικής απειλής εισβολής στην Ουκρανία, οι πρόεδροι Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας πρόκειται να έχουν αύριο, Πέμπτη, τηλεφωνική επικοινωνία κατόπιν αιτήματος του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Τη σχετική πληροφορία μεταδίδει το CNΝi επικαλούμενο δήλωση της εκπροσώπου του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ, Έμιλι Χορν. Η ίδια ανέφερε στο αμερικανικό δίκτυο πως οι Τζο Μπάιντεν και Βλαντιμίρ Πούτιν θα μιλήσουν «για σειρά ζητημάτων, περιλαμβανομένων των επικείμενων διπλωματικών διεργασιών με τη Ρωσία». Η επικοινωνία γίνεται έπειτα από αίτημα του Ρώσου προέδρου, σύμφωνα με δήλωση έτερου αξιωματούχου της διακυβέρνησης Μπάιντεν, ο οποίος επισήμανε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ συμφώνησε, καθώς «πιστεύει πως σε ό,τι αφορά τη Ρωσία τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον απευθείας διάλογο μεταξύ ηγετών».
Μιλώντας στο CNNi, η Έμιλι Χορν σημείωσε πως η αμερικανική κυβέρνηση βρίσκεται σε στενή διαβούλευση και συντονισμό σε διπλωματικό επίπεδο με τους Ευρωπαίους συμμάχους χαράσσοντας κοινή προσέγγιση ενώπιον της ρωσικής στρατιωτικής ανάπτυξης στα σύνορα με την Ουκρανία. «Ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει συνομιλήσει με ηγέτες ανά την Ευρώπη και αξιωματούχοι της διακυβέρνησης έχουν πολυμερείς συνομιλίες σε επίπεδο ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΟΑΣΕ. Έχουν επίσης πολυάριθμες διαβουλεύσεις με ομολόγους τους χωρών της ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ τόσε σε διμερές επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο του σχήματος των Εννέα του Βουκουρεστίου, καθώς και με την Ουκρανία» επισήμανε.
Η κρίσιμη διαπραγμάτευση, που θα συνιστά και την «ώρα της αλήθειας» στις σχέσεις της Μόσχας με τη Δύση, «ανοίγει» με την έλευση του 2022, με τον γενικό γραμματέα της Συμμαχίας, Γενς Στόλτενμπεργκ, να δρομολογεί τη σύγκληση του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας την 12η Ιανουαρίου.
Θα προηγηθεί στις 10 Ιανουαρίου διμερής διαπραγμάτευση μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας στο ουδέτερο έδαφος της Γενεύης επί των εγγυήσεων ασφαλείας που απαιτεί η Μόσχα και συνολικά για θέματα ασφαλείας, καθώς και για το ζήτημα του ελέγχου των πυρηνικών εξοπλισμών, όπως έχει ανακοινώσει ο Λευκός Οίκος. Δίνοντας το «στίγμα» της στάσης των ΗΠΑ στις επικείμενες συνομιλίες, υψηλόβαθμος αξιωματούχος της διακυβέρνησης Μπάιντεν δήλωσε σήμερα ότι ενώ η κυβέρνηση Μπάιντεν και οι σύμμαχοί της είναι αποφασισμένοι να προσέλθουν σε έναν εποικοδομητικό διάλογο με τη Ρωσία, «είναι επίσης προετοιμασμένοι» να απαντήσουν» με σκληρές, συντονισμένες κυρώσεις εάν τελικώς η Ρωσία κινηθεί στρατιωτικά εναντίον της Ουκρανίας.
Στην τηλεδιάσκεψη 7ης Δεκεμβρίου, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, είχε προειδοποιήσει τον Ρώσο ομόλογό του για συνέπειες «άνευ προηγουμένου» εάν εισβάλει στην Ουκρανία, με τον Πούτιν να απαιτεί δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας από τη Δύση ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί προς Ανατολάς. Ενόσω συντηρεί την απειλή εισβολής στην Ουκρανία, έχοντας συγκεντρώσει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες στα σύνορα, η Ρωσία θέτει προς διαπραγμάτευση δέσμη νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων ασφαλείας με τις οποίες ζητά επί της ουσίας από τη Συμμαχία να επιστρέψει στα… σύνορα του 1997.
Στη λίστα των προτάσεων που έχει παρουσιάσει το Κρεμλίνο τίθενται αιτήματα τα οποία είναι ήδη γνωστό ότι δεν αποτελούν πεδίο διαπραγμάτευσης για τη Δύση και σαφώς θα απορριφθούν από τους ΝΑΤΟϊκούς εταίρους και πρωτίστως την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής, γεγονός που καθιστά τις επικείμενες διαπραγματεύσεις «ναρκοπέδιο». Στο προσχέδιο οκτώ σημείων για τη σύναψη σχετικής συνθήκης με τη Δύση, η Ρωσία ζητά νομικά δεσμευτική εγγύηση ότι θα αποκλειστεί μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία, καθώς και την απομάκρυνση ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων και οπλικών συστημάτων από τις χώρες που εντάχθηκαν στη Συμμαχία μετά το 1997 -στις οποίες περιλαμβάνονται η Πολωνία, οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες Εσθονίας, Λιθουανίας και Λετονίας και βαλκανικά κράτη.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν προσέρχεται στη διαπραγμάτευση με την προειδοποίηση ότι, εάν οι ρωσικές θέσεις δεν γίνουν σεβαστές, θα δοθεί «απάντηση με κατάλληλα στρατιωτικά-τεχνικά» μέτρα.
Διαμηνύει σταθερά ότι ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για τη Μόσχα και δεν θα επιτρέψει στη Δύση να την διασχίσει, έχοντας φθάσει σε σημείο να προειδοποιήσει πως ενδεχόμενη περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς μπορεί να οδηγήσει σε κατάσταση παρόμοια με αυτήν της κρίσης των πυραύλων στην Κούβα το 1962 που έφερε τον κόσμο στα πρόθυρα πυρηνικού πολέμου. Στις πρώτες δηλώσεις που έρχονται, εν τω μεταξύ, από ευρωπαϊκής πλευράς σχετικά με τις απαιτήσεις που προβάλλει η Μόσχα, ο επικεφαλής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ δήλωσε ότι εντελώς απαράδεκτες οι αξιώσεις περί διακοπής της επέκτασης της ΕΕ και του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς. «Οι απαιτήσεις για εγγυήσεις ασφαλείας και για να σταματήσει η επέκταση της ΕΕ και του NATO προς τα ανατολικά είναι αποκλειστικά και μόνο στη ρωσική ημερησία διάταξη και είναι εντελώς απαράδεκτες, ειδικά όσον αφορά την Ουκρανία» δήλωσε ο Ζοζέπ Μπορέλ σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Die Welt.