Στην τροχιά της δύσκολης, αλλά και απολύτως απαραίτητης μετάβασης
στην ψηφιακή εποχή βρίσκει τον εμπορικό κόσμο η εφετινή «Ημέρα Ελληνικού Εμπορίου». Όντας ο κλάδος που δικαίως χαρακτηρίζεται ως μεγαλύτερος εργοδότης, καθώς σε αυτόν δραστηριοποιούνται περί τις 227.000 επιχειρήσεις με περισσότερους από 700.000 εργαζόμενους, το Ελληνικό Εμπόριο έχει την τιμή να αποτελεί τον βασικό κορμό της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, η οποία είναι σταθερά ο κύριος πυλώνας ανάπτυξης της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής, έχοντας επιδείξει ισχυρές αντοχές στις συνεχείς, διεθνείς και εγχώριες, κρίσεις των τελευταίων 15 ετών.
Η πανδημία αποτέλεσε στη χώρα μας τον καταλύτη και την αφετηρία μίας, μακράς όπως όλα δείχνουν, ψηφιακής κούρσας για τις εμπορικές επιχειρήσεις, που έκτοτε βρίσκονται ενώπιον πρωτόγνωρων προκλήσεων αλλά και σημαντικών ευκαιριών. Έτσι σήμερα, ενώ μία ελληνική επιχείρηση είναι πιο εύκολο από ποτέ να διεισδύσει σε διεθνείς αγορές μέσω του διαδικτύου, άλλο τόσο γρήγορα κινδυνεύει να απωλέσει ανταγωνιστική ισχύ και πελατολόγιο, αντιμετωπίζοντας πολυάριθμους εγχώριους και πολυεθνικούς εμπορικούς κολοσσούς που διαθέτουν ανεξάντλητους οικονομικούς πόρους, τεχνογνωσία και, πολλές φορές, δύναμη επιρροής στα κέντρα των αποφάσεων.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ η Ελλάδα έχει ανάγκη τις ισχυρές εμπορικές επιχειρήσεις, που είναι εξωστρεφείς, καινοτομούν και προσφέρουν ποιοτικές θέσεις εργασίας. Η χώρα μας μπορεί να περιμένει πολλαπλά οφέλη εάν διευρύνει τις διακλαδικές συνεργασίες του ελληνικού Εμπορίου με τους άλλους μεγάλους αναπτυξιακούς κλάδους της οικονομίας, όπως είναι ο τουρισμός και η αγροδιατροφή. Παράλληλα, η Πολιτεία πρέπει να στηρίξει τα εμπορικά καταστήματα για να γίνουν κέντρα αναζωογόνησης των υποβαθμισμένων συνοικιών στις πόλεις, καθώς και των περιφερειών που ερημώνουν λόγω της δημογραφικής γήρανσης και του brain drain.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα ζητήματα ισότιμης αντιμετώπισης και χρηματοδότησης των ΜμΕ, προστασίας του υγιούς ανταγωνισμού και αναβάθμισης των δεξιοτήτων ιδιοκτητών και εργαζομένων καθίστανται κομβικής σημασίας για το παρόν και το μέλλον όχι μόνο του Εμπορίου, αλλά και της ελληνικής οικονομίας στο σύνολό της.