Το ενδεχόμενο με την αποχώρηση του ΔΝΤ οι διαπραγματεύσεις να κλείσουν τον Ιούνιο ενώ τον Ιούλιο πρέπει να πληρωθούν 7,5 δισ. ευρώ
τρομάζει την κυβέρνηση
Τον κίνδυνο να μπλέξει η χώρα σε χειρότερα σενάρια σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λάβει, αλλά και να χάσει πολύτιμο χρόνο, εάν αποχωρήσει το ΔΝΤ αρχίζουν να αντιλαμβάνονται μετά τις τελευταίες ξεκάθαρες δηλώσεις από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τη συνειδητοποίηση ότι ο εκλογικός κύκλος που αρχίζει τον Μάρτιο στην Ευρώπη, μπορεί να επιβαρύνει κατά πολύ τις διαπραγματεύσεις. Η κυβέρνηση επισήμως δεν έχει πει ποτέ ότι δεν θέλει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα, έχει όμως δηλώσει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί τα μέτρα των περίπου 4,5 δισ. ευρώ που ζητά για το μετά το 2018. Στη ρητορική ωστόσο πολλών στελεχών είναι εμφανής και διατυπώνεται πολλές φορές ευθέως η προτίμηση στο σενάριο της εξόδου του Ταμείου. Με δεδομένο όμως πλέον ότι τυχόν αποχώρησή του μπορεί να οδηγήσει σε μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις και να αναγκαστεί η κυβέρνηση να συμφωνήσει με τους Ευρωπαίους περίπου το ίδιο πακέτο μέτρων, αλλά τον Ιούνιο υπό δυσμενέστερες συνθήκες για την ελληνική οικονομία, έχει κάνει πολλά κυβερνητικά στελέχη να επανεξετάζουν την ιδέα της εξόδου του ΔΝΤ. Το ιδανικό θα ήταν, κατά την οπτική τους, να παραμείνει το ΔΝΤ και χωρίς μεγάλη χρονοτριβή να υπάρξει μία συμφωνία με σαφώς πιο χαμηλές απαιτήσεις από το Ταμείο ως προς τις εγγυήσεις που πρέπει να δοθούν από την Αθήνα για τους δημοσιονομικούς στόχους μετά το 2018.
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση θέτει δύο στοιχεία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ενόψει του Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου, ευελπιστώντας ότι αυτή η συνεδρίαση δεν πάει εντελώς χαμένη, καίτοι δεν έχουν επιστρέψει ακόμη τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών στην Αθήνα για συζητήσεις. Αφενός «δίνει» τον ενισχυμένο «κόφτη» για την περίοδο μετά το 2018, προσδιορίζοντας πεδία εφαρμογής, ώστε να είναι βέβαιη και περίπου αυτόματη η ενεργοποίησή του και η αποτελεσματικότητά του. Και αφετέρου επαναφέρει προς τους Ευρωπαίους την πρόταση για προσδιορισμό από τώρα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, κάτι που θα επιτρέψει να επανυπολογιστούν οι (μικρότερες πλέον) ανάγκες για την εξυπηρέτησή του και έτσι να αποφασιστούν χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα για μετά το 2018, γεγονός που θα οδηγήσει στη διαπίστωση ότι δεν χρειάζονται δημοσιονομικά μέτρα. Την υποχώρηση στο θέμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος η Αθήνα περιμένει να την κάνει το Βερολίνο, καθώς ο κ. Σόιμπλε αρνείται κάτι τέτοιο παραπέμποντας για μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος, σε αντίθεση μάλιστα με το ΔΝΤ το οποίο πιέζει για ξεκαθάρισμα αυτών των παρεμβάσεων υπέρ της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Υπό αυτή την έννοια στην κυβέρνηση λένε ότι το Ταμείο μπορεί να είναι κρίσιμος σύμμαχος στη συγκεκριμένη μάχη. Αρκεί όμως στο μεταξύ να υπάρξει η πολιτική συμφωνία μεταξύ όλων των πλευρών ότι πρέπει να δοθεί λύση για να μην αναζωπυρωθεί και πάλι η ελληνική κρίση, εν μέσω εκλογικών αναμετρήσεων στην Ευρώπη (με κάλπες σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία).
Γι’ αυτό και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δ. Τζανακόπουλος επέμεινε χθες ότι το πρόβλημα πρέπει να επιλυθεί στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, με πολιτικούς όρους. Παράλληλα σημείωσε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι στο επερχόμενο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου να γίνουν τα απαραίτητα βήματα για την υπέρβαση της ασυμφωνίας μεταξύ ευρωπαϊκών θεσμών και ΔΝΤ και άλλων εμπλεκόμενων στο πρόγραμμα.
protothema
Δίνουν «κόφτη» για να ξορκίσουν τον «εφιάλτη» του καλοκαιριού