Προς τους Υπουργούς Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών
Ύστερα από αρκετές αναβολές το περιβόητο χαράτσι ταφής («ειδικό τέλος ταφής» η επίσημη ονομασία του) βρίσκεται τώρα προ των πυλών. Ο κ. Φάμελλος έχει ήδη αναγγείλει την «εφαρμογή από αρχές 2018 του τέλους ταφής ανεπεξέργαστων ΑΣΑ, σε σύνδεση με τη λειτουργία υποδομών επεξεργασίας αποβλήτων» με ό,τι το τελευταίο αυτό μπορεί να σημαίνει στην πράξη. Ενός τέλους, που θα καταβάλλουν οι δήμοι στο κρατικό «Πράσινο Ταμείο» αυξάνοντας τα ανταποδοτικά τέλη των δημοτών, των λαϊκών στρωμάτων στην μεγάλη τους πλειοψηφία, προκειμένου να τροφοδοτηθούν και από αυτή την πηγή οι «πράσινες επενδύσεις» του κεφαλαίου.
Πρόκειται για μια νέα επίθεση ενάντια στα λαϊκά στρώματα. Το ΚΚΕ έχει επανειλημμένα ζητήσει με Ερωτήσεις του προς τους αρμόδιους Υπουργούς να καταργηθεί το χαράτσι αυτό, μια ακόμη αφαίμαξη στο λεηλατημένο εισόδημα της λαϊκής οικογένειας. Αντί αυτού η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, στο τέλος του 2015 και του 2016, ανέστελλε – όπως και οι προκάτοχοί της – την επιβολή του τέλους για ένα έτος κάθε φορά.
Ιδιαίτερη όμως σημασία έχει το αιτιολογικό της αναστολής, όπως καταγράφεται στις οικείες Αιτιολογικές Εκθέσεις: «Η αναστολή του ειδικού τέλους ταφής κρίνεται επιβεβλημένη προκειμένου να μην προκληθεί οικονομική ασφυξία στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης», στα λαϊκά στρώματα ντρέπονταν να πουν (σχετικό το άρθ.35 του Ν.4447/23.12.16). Όπως αποκαλύπτεται τώρα με τις πιο πάνω δηλώσεις του Αν. Υπουργού Περιβάλλοντος, η αιτιολογία αυτή αποτέλεσε μια ακόμη επιχείρηση εξαπάτησης της λαϊκής οικογένειας καθώς αναγγέλλεται η επιβολή του τέλους σε μια περίοδο που οι δήμοι όχι μόνο δεν παίρνουν ανάσα αλλά, αντίθετα, η οικονομική ασφυξία τους επιδεινώνεται χρόνο με το χρόνο.
Υπενθυμίζουμε ότι στο νόμο 4042/2012, που πιστά εφαρμόζει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, προβλέπεται, μεταξύ σωρείας άλλων αντιλαϊκών μέτρων, και η επιβολή του περιβόητου “τέλους ταφής” στα απορρίμματα, που διατίθενται ανεπεξέργαστα στους ΧΥΤΑ, αρχής γενομένης τώρα -ύστερα από τέσσερες αναβολές- από την 1.1.2018. Το χαράτσι αυτό, από την άλλη πλευρά, πριμοδοτεί προκλητικά τη μηχανική επεξεργασία των σύμμεικτων αποβλήτων, πεδίο επενδύσεων και μεγάλης κερδοφορίας για το κεφάλαιο στο επόμενο διάστημα, κύρια μέσω των έξη μέχρι τώρα ΣΔΙΤ, τις περισσότερες από τις οποίες έχει ήδη ολοκληρώσει και τις υπόλοιπες προωθεί με ιδιαίτερο ζήλο η κυβέρνηση. Συμβάλλει ταυτόχρονα στο μηδενισμό της υγειονομικής ταφής των σύμμεικτων δημοτικών απορριμμάτων, όπως επιδιώκει το ευρωενωσιακό κεφάλαιο, τον οποίο προωθεί η κυβέρνηση μέσω του Εθνικού και των Περιφερειακών Σχεδιασμών Διαχείρισης Αποβλήτων. Μιας μεθόδου κατά πολύ οικονομικότερης, τεχνικά απλούστερης και πιο προσιτής στις υπηρεσίες των δήμων και των οικείων ΦΟΔΣΑ και ευέλικτης για την αντιμετώπιση των όποιων διακυμάνσεων στην ποσότητα των σύμμεικτων και υπολειμματικών αποβλήτων.
Το νέο αυτό χαράτσι, εφόσον τελικά ενεργοποιηθεί θα κλιμακωθεί από τα 35 ευρώ ανά τόνο το 2018, για να φτάσει τα 60 ευρώ ανά τόνο το 2023. Εντάσσεται στο πλαίσιο της γενικότερης φοροεπιδρομής υπέρ των αναγκών του κεφαλαίου, που κλιμακώνει ο ΣΥΡΙΖΑ με συγκεκριμένα «οικονομικά εργαλεία», όπως το εξοντωτικό και παραπλανητικό για τα λαϊκά στρώματα σύστημα “πληρώνω όσο πετάω” και η επιβολή πρόσθετων, κατά περίπτωση, φορολογικών και άλλων εισπρακτικών μέτρων. Το ΚΚΕ, όπως επανειλημμένα έχει τοποθετηθεί, είναι κατηγορηματικά αντίθετο σε οποιαδήποτε αύξηση των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και μάλιστα σε βάρος των λαϊκών νοικοκυριών. Προβάλλει την ανάγκη (α) για την άμεση κατάργησή τους για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες όπως είναι άνεργοι, μονογονεϊκές οικογένειες, πολύτεκνοι, ΑμΕΑ κ.ά. και (β) για τη δραστική μείωσή τους για τα λαϊκά στρώματα -με προοπτική την πλήρη κατάργησή τους- με αντίστοιχη επιβάρυνση στις μεγάλες επιχειρήσεις, αφού είναι αυτές που κατά κύριο λόγο ρυπαίνουν.
Με βάση τα παραπάνω ΕΡΩΤΩΝΤΑΙ οι κ.κ. Υπουργοί εάν προτίθενται, σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής ασφυξίας και ανέχειας των λαϊκών στρωμάτων, να προχωρήσουν στην επιβολή ενός εξοντωτικού τέλους σε βάρος τους, ενεργοποιώντας μια διάταξη που ακόμη και οι εμπνευστές της δεν εφάρμοσαν τελικά.
Οι βουλευτές
Χρήστος Κατσώτης
Γιάννης Γκιόκας
Γιάννης Δελής
Λιάνα Κανέλλη
Νίκος Καραθανασόπουλος
Γιώργος Λαμπρούλης
Διαμάντω Μανωλάκου
Μανώλης Συντυχάκης