Χιλιάδες επιχειρήσεις ακροβατούν αυτήν τη στιγμή στην κόψη του ξυραφιού, αναμένοντας το νέο «κύμα» μέτρων στήριξης
το οποίο κι επισήμως θα ξεπεράσει κατά πολύ τα 7,5 δισ ευρώ που έχει ήδη προβλέψει ο φετινός Προϋπολογισμός. «Όσο θα υπάρχει ομπρέλα προστασίας, οι επιχειρήσεις θα παίρνουν ανάσα. Η δυσκολία εντοπίζεται στην επόμενη ημέρα», παρατηρούν άνθρωποι της αγοράς, εκτιμώντας ότι με τα σημερινά δεδομένα η «αποδιασωλήνωση» των επιχειρήσεων, που είχε προγραμματιστεί για τον Απρίλιο, πάει τουλάχιστον ένα μήνα πιο πίσω.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Στατιστικής, χωρίς να έχουν καταγραφεί ακόμα οι απώλειες από το δεύτερο lockdown, έκαναν «φτερά» περί τα 35 δισ ευρώ από τα ταμεία των επιχειρήσεων, στη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς, χωρίς, όμως, αυτή η «αιμορραγία» να έχει ανάλογη επίπτωση σε «λουκέτα» και απώλεια θέσεων εργασίας, κάτι που σημαίνει ότι η «συνταγή» ως τώρα λειτούργησε ως κυματοθραύστης. Το κρίσιμο στοίχημα είναι η μετάβαση στην «επόμενη ημέρα».
Η αισιόδοξη ματιά είναι ότι ακόμα και σε αυτήν την εξαιρετικά δύσκολη χρονιά, οι ενάρξεις επιχειρήσεων ήταν υπερδιπλάσιες των διαγραφών, δείγμα του ότι υπάρχουν αντοχές, οι οποίες δεν πρέπει, όμως, να εξαντληθούν. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, στη διάρκεια του 2020 πάνω από 36.500 επιχειρήσεις ξεκίνησαν δραστηριότητα, ενώ εκείνες που κατέβασαν ρολά μόλις που ξεπέρασαν τις 13.600. Μια σύγκριση με τα αντίστοιχα μεγέθη του 2019 δείχνει ότι η αγορά «βάστηξε».
Σε εστίαση και λιανεμπόριο οι περισσότερες ενάρξεις
Μια ματιά στα αντίστοιχα στοιχεία του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου δείχνει ότι οι κλάδοι της μαζικής εστίασης και του λιανικού εμπορίου συγκεντρώνουν τις περισσότερες εγγραφές, παρόλο που εμφανίζουν μια πτωτική πορεία συγκριτικά με πέρυσι. Πτώση καταγράφει και ο κλάδος των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων. Στον αντίποδα, οι κατασκευαστικές δραστηριότητες και το χονδρικό εμπόριο καταγράφουν μεγάλη αύξηση στις εγγραφές. Αντίστοιχη είναι, όμως, η εικόνα και στις διαγραφές, επιβεβαιώνοντας έτσι τη συνήθη τάση των προηγούμενων ετών, ότι δηλαδή επιχειρήσεις εστίασης και λιανικού εμπορίου ξεκινάνε με ευκολία, αλλά είναι και τα συνηθέστερα «θύματα». Υπάρχει, όμως, ένα ειδικό στοιχείο που έχει ενδιαφέρον: το 36% των επιχειρήσεων που έκλεισαν το 2020 ήταν σχετικά νέες, δηλαδή ξεκίνησαν μετά το 2016.
Πακέτο μέτρων στήριξης από το ΥΠΟΙΚ
Το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει το «πακέτο» μέτρων, που θα στηρίξει επιχειρήσεις κι εργαζομένους στο επόμενο κρίσιμο τρίμηνο, έχοντας λυμένα τα χέρια ως προς τα όρια των κρατικών ενισχύσεων, χωρίς να σημαίνει, όμως, αυτό ότι οι αντοχές του Προϋπολογισμού είναι απεριόριστες και κάπως έτσι οι πιέσεις της αγοράς για διαγραφές χρεών «κολλάνε», εκτός αν συμφωνηθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης η εφαρμογή εντός τέτοιου «εργαλείου». Πληροφορίες αναφέρουν, μάλιστα, ότι γερμανικά και αυστριακά Επιμελητήρια είναι ένθερμοι υποστηρικτές της πρότασης περί «διαγραφής χρέους», που έφερε επισήμως στα ευρωπαϊκά fora η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδας.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τις μετρήσεις που διενεργεί το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, 8 στις 10 επιχειρήσεις κατέγραψαν μείωση του τζίρου τους το 2020. Για αυτές τις επιχειρήσεις ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου ήταν 48,8%. 1 στις 2 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχει κάποιου είδους ληξιπρόθεσμη οφειλή (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, προμηθευτές, τράπεζες). Αντίστοιχα 1 στις 2 επιχειρήσεις εκφράζει τον φόβο ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της το επόμενο διάστημα. Οι μισές επιχειρήσεις έχουν ρευστότητα (ταμειακά διαθέσιμα) για όχι παραπάνω από 1 μήνα. Μάλιστα 1 στις 4 επιχειρήσεις δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα (ρευστότητα). Με βάση αυτά σχεδόν 6 στις 10 πολύ μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις φοβάται ότι θα κλείσει το επόμενο διάστημα.