Wednesday, 20 November, 2024

Υπόθεση των Ευρωπαίων οι προτάσεις απομείωσης του ελληνικού χρέους

Η ελληνική κυβέρνηση έχει παραχωρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων για το χρέος στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και στην Γαλλία.
Μπορεί τους πρώτους 16 μήνες διακυβέρνησης ο ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιζόταν να προωθεί δικές του προτάσεις για την απομείωση του χρέους ή να ενθάρρυνε τις πιο «ριζοσπαστικές» θέσεις του ΔΝΤ για το θέμα, ωστόσο μετά το Eurogroup του Μάιου του 2016 εγκατέλειψε πλήρως αυτές τις διεκδικήσεις.
Για όσους δεν το ενθυμούνται ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές τον Ιανουάριο του 2015 τάζοντας κούρεμα χρέους έως και 60%. Ήδη από την επόμενη ημέρα των εκλογών έβαλε νερό στο κρασί του, εγκαταλείποντας την απαίτηση για «κούρεμα» χρέους και αντικαθιστώντας την με το αίτημα ελάφρυνσης του χρέους –κάτι που η χώρα είχε εξασφαλίσει ήδη από το 2012-. Ωστόσο, παρά την κυβίστηση αυτή, έως το τέλος του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν να θέλει να συνδιαμορφώσει τις σχετικές αποφάσεις για το χρέος.
Επί υπουργίας Βαρουφάκη ανατέθηκε ατύπως και αορίστως σε διάφορους «εξωτικούς» συμβούλους η κατάρτιση προτάσεων για γενναία μείωση του χρέους. Επί υπουργίας Ευκλείδη Τσακαλώτου στα τέλη του 2015 ανατέθηκε από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής σε επιτροπή διακεκριμένων ακαδημαϊκών να προετοιμάσει τεχνικές προτάσεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Δεν είναι τυχαίο πως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είχε ενημερώσει στην Ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στη Λίμα του Περού στις 9 Οκτωβρίου 2015 τη Διεθνή Νομισματική και Δημοσιονομική Επιτροπή του Ταμείου πως η ελληνική κυβέρνηση είχε ήδη ξεκινήσει λεπτομερείς τεχνικές προετοιμασίες για όλες τις εφικτές λύσεις ελάφρυνσης του χρέους και πως οι ελληνικές αρχές ανέμεναν μια συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους με μέτρα που θα μειώνουν τις ετήσιες ανάγκες εξυπηρέτησης του χρέους και θα δημιουργούν τα αναγκαία δημοσιονομικά περιθώρια.
Από την ενεργή ανάμιξη στη συνδιαμόρφωση των θέσεων για το χρέος, η Ελλάδα προχώρησε σταδιακά στο ρόλο παθητικού παρατηρητή, παρά μάλιστα το γεγονός ότι προσέλαβε το Φεβρουάριο του 2017 την επενδυτική τράπεζα Rothschild ως τεχνικό σύμβουλο.
Παράλληλα, στο περιθώριο πέρασαν και οι προτάσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), ο οποίος είχε εισηγηθεί μια σειρά παρεμβάσεων για το χρέος (που λίγο αργότερα κάποιοι εκ των θεσμών τις υιοθέτησαν και τις παρουσίασαν ως δικές τους).
Σήμερα το οικονομικό επιτελείο εμφανίζεται να ενημερώνεται δια του Τύπου για τις προτάσεις απομείωσης του ελληνικού χρέους που έχουν καταθέσει ESM και Γαλλία ήδη από τα τέλη Φεβρουαρίου στο Eurogroup και οι οποίες τελούν υπό τεχνική συζήτηση στο EuroWorking Group. Αυτό το γεγονός δείχνει πως στο κρίσιμο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει παραχωρήσει πλήρως την πρωτοβουλία των κινήσεων στους δανειστές και δεν διεκδικεί τίποτα!
Μάλιστα, υπό το φως ανεξάρτητων ερευνών που υποστηρίζουν πως οι αποφάσεις του Eurogoup του Μαΐου του 2016 και του Ιουνίου του 2017 δεν επαρκούν για να καταστήσουν βιώσιμο το ελληνικό χρέος, η κυβερνητική παθητικότητα προκαλεί απορία.
Το εξεταζόμενο σήμερα σχέδιο ελάφρυνσης του χρέους περιλαμβάνει ένα μηχανισμό απομείωσης συνδεδεμένο με την ονομαστική ανάπτυξη της χώρας, ένα πακέτο με μεσοπρόθεσμα μέτρα που θα προβλέπει επεκτάσεις ωριμάνσεων δανείων, τη χρησιμοποίηση των αδιάθετων κεφαλαίων του ESM για τη βελτίωση του προφίλ του ελληνικού χρέους, αλλά και την επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι κεντρικές τράπεζες.
Η γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt» έφερε στο φως κάποιες τεχνικές προτάσεις που διατύπωσαν ο ESM και η Γαλλία ξεχωριστά για το πώς θα επιδιωχθεί η ελάφρυνση του χρέους.
Για τη «ρήτρα ανάπτυξης» έχει υποβληθεί πρόταση που προβλέπει πως εφόσον η μέση ανάπτυξη της Ελλάδος σε βάθος πενταετίας θα είναι χαμηλότερη από το 2,8%, η χώρα θα απαλλάσσεται πλήρως από την αποπληρωμή χρεολυσίων. Εάν η οικονομία αναπτύσσεται από 2,8% έως και 3,4% τότε θα καταβάλει μέρος των χρεολυσίων. Εάν η μέση ανάπτυξη ξεπερνά το 3,4% τότε θα προβλέπεται πλήρης εξόφληση των δανείων.
Για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους έχουν κατατεθεί διάφορες προτάσεις για τις επεκτάσεις των ωριμάνσεωντων δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF).
Για τα δάνεια αυτά, συνολικού ύψους 130,9 δισ. ευρώ και σταθμισμένης μέσης διάρκειας 32,45 έτη, ο ESM πρότεινε την επέκταση της σταθμισμένης μέσης διάρκειας στα 39,45 χρόνια, δηλαδή την επιμήκυνσή τους κατά μια επταετία. Η γαλλική κυβέρνηση κατέθεσε μια πιο φιλόδοξη πρόταση για το ίδιο θέμα, η οποία προβλέπει την επέκταση της σταθμισμένης μέσης διάρκειας των δανείων του EFSF στα 44,45 χρόνια, δηλαδή κατά 12 έτη. Η πρόταση του ESM συνεπάγεται πως η εξόφληση των δανείων του EFSF θα εκκινήσει το 2030 αντί το 2023 που προβλέπεται σήμερα και θα ολοκληρωθεί το 2063, ενώ η πρόταση της γαλλικής πλευράς συνεπάγεται πως η εξόφληση των δανείων του EFSF θα εκκινήσει το 2035 και θα ολοκληρωθεί το 2068.
Πάντως, οκτώ διακεκριμένοι ειδικοί στα ζητήματα δημοσίου χρέους σε έκθεση που συνέταξαν και η οποία δημοσιεύθηκε από το Κέντρο Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής (CEPR) αμφισβητούν πως οι αποφάσεις του Eurogroup θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Οι Barry Eichengreen (University of California at Berkeley), Αιμίλιος Αυγουλέας (University of Edinburgh), Miguel Poiares Maduro (European University Institute), Ugo Panizza (The Graduate Institute, Geneva), Richard Portes (London Business School), Beatrice Weder di Mauro (INSEAD, Singapore), Charles Wyplosz (The Graduate Institute, Geneva) και ο Jeromin Zettelmeyer (Peterson Institute), θεωρούν πως ακόμη και με πλήρη χρήση των μεσοπρόθεσμων μέτρων, το ελληνικό χρέος γίνεται βιώσιμο μόνο με βάση σενάρια που υπολογίζουν ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 2% ή υψηλότερο για πάνω από 40 χρόνια. «Τόσο μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για τόσο εκτεταμένη περίοδο είναι υπερβολικά σπάνια», αναφέρουν σχετικά.
Αλλά δεν στέκονται σε αυτή την κριτική. Επισημαίνουν ακόμη πως ενώ η πλήρης εφαρμογή των μέτρων που εξετάζει το Eurogroup δεν θα καταστήσει το χρέος βιώσιμο, θα διασφαλίσει πως για μια περίοδο 15 ετών ή περισσότερο οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα εμφανίζονται διαχειρίσιμες. Όμως, κατά αυτή την περίοδο, τα χαμηλότοκα δάνεια του επίσημου τομέα θα αντικαθίστανται βαθμιαία από ιδιωτικό χρέος με μικρότερες λήξεις και πολύ υψηλότερα επιτόκια, κάτι που θα αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και συνακόλουθα τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος.
Στη βάση αυτή οι ακαδημαϊκοί προειδοποιούν πως οποιαδήποτε μελλοντική επιχείρηση ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα πρέπει είτε να περιλαμβάνει βαθύτερη αναδιάρθρωση από την πλευρά των επίσημων πιστωτών ή να λαμβάνει υπόψη πως σε βάθος χρέους θα πρέπει να κουρευτούν εκ νέου οι ιδιώτες δανειστές της χώρας.
cnn

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου