Ο διάλογος αποτελεί μονόδρομο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, κάτι που φαίνεται να καταλαβαίνει ακόμη και ο Ταγίπ Ερντογάν
ο οποίος μέσα σε μόλις λίγες ώρες μετά την επιθετική ρητορική της Αγκυρας και τις προκλητικές κινήσεις των τουρκικών πλοίων στο Αιγαίο ανέκρουσε πρύμναν, «παγώνοντας» τις έρευνες του Ορούτς Ρέις
Μετά από αρκετές ημέρες έντασης -με το ενδεχόμενο θερμού επεισοδίου να βρίσκεται αρκετά κοντά- η Άγκυρα φαίνεται πως υποχωρεί ελαφρώς προκειμένου να αποκλιμακωθεί η κατάσταση με την Αθήνα σε Αιγαίο και Μεσόγειο, με την προοπτική οι ελληνοτουρκικές σχέσεις να περάσουν στη φάση του διαλόγου.
Η ανακοίνωση του εκπροσώπου της τουρκικής προεδρίας, Ιμπραχίμ Καλίν, στο όνομα του Ταγίπ Ερντογάν, ότι η Τουρκία θα παγώσει τις έρευνες για γεωτρήσεις, έβαλε την σφραγίδα αποκλιμάκωση της έντασης. Ο κ. Καλίν απευθυνόμενος δε στην Ελλάδα προέτρεψε να «λύσουμε τα διμερή μας θέματα με διμερή τρόπο», στηλιτεύοντας την Αθήνα ότι προσπαθεί να αποκομίσει αποτελέσματα χρησιμοποιώντας ως μέσο πίεσης ότι είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Αθήνα χαρακτήρισε θετική εξέλιξη την ανακοίνωση της τουρκικής προεδρίας και εμφανίζεται ικανοποιημένη από το γεγονός ότι πρυτάνευσε η διπλωματία, ωστόσο δεν προτίθεται να συρθεί σε μια διαπραγμάτευση που θίγει τα συμφέροντά της.
Αυτό είναι και το μεγάλο ερώτημα για την επόμενη ημέρα στις σχέσεις των δύο χωρών και κάτω υπό ποιες συνθήκες-και εάν-θα καθίσουν στο τραπέζι του διαλόγου. Η Άγκυρα σπεύδει να θέσει επί τάπητος όλες τις διεκδικήσεις που αναπτύσσει στο δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας» και στοχεύει στην Κυπριακή ΑΟΖ και την έμπρακτη αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης, μέσω του «γκριζαρίσματος» του Αιγαίου και των νησιών, με το τουρκολυβικό μνημόνιο να συμπληρώνει το παζλ των διεκδικήσεων.
Από την πλευρά της, η Αθήνα διαμηνύει ότι λέει «ναι» στο διάλογο, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι επιμένει αυτός να γίνει στη βάση του διεθνούς δικαίου και όχι εφ’ όλης της ύλης, όπως τον εννοεί η Τουρκία. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Κυριάκου Μητσοτάκη, Αλέξανδρου Διακόπουλου, στο MEGA ότι «το μόνο θέμα που υπάρχει στο τραπέζι και συζητάμε είναι το θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών».
Σε κάθε περίπτωση, ο διάλογος αποτελεί μονόδρομο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, κάτι που φαίνεται να καταλαβαίνει ακόμη και ο Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος μέσα σε μόλις λίγες ώρες μετά την επιθετική ρητορική της Αγκυρας και τις προκλητικές κινήσεις των τουρκικών πλοίων στο Αιγαίο ανέκρουσε πρύμναν, «παγώνοντας» τις έρευνες του Ορούτς Ρέις.
Τι «κρύβουν» οι δηλώσεις Καλίν
Οι δηλώσεις του τούρκου αξιωματούχου στο CNN Turk, με τις οποίες ζητά να τεθούν σε αναστολή οι ερευνητικές δραστηριότητες στη Μεσόγειο σαν εποικοδομητική προσέγγιση για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων, δεν έπεσαν σαν «κεραυνός εν αιθρία» στην Αθήνα και ήταν ενδεικτικές της αποκλιμάκωσης της ρητορικής εκ μέρους της Άγκυρας τις τελευταίες ημέρες.
Όπως διαπίστωναν επιτελείς του υπουργείου Εθνικής Άμυνας τις προηγούμενες ώρες, υπήρχε τάση αποκλιμάκωσης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κατάσταση δεν παραμένει ρευστή, καθώς ο Τούρκος πρόεδρος έχει εμφανιστεί αναξιόπιστος κατά το παρελθόν σε ό,τι αφορά στις προθέσεις του. Υπό αυτό το πρίσμα αξίζει δε, να εξεταστούν οι ανακοινώσεις της Άγκυρας, με τις οποίες αποβλέπει προφανώς στο να εμφανιστεί ως έχουσα την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Στην πραγματικότητα, με δεδομένη τη διπλωματική κινητικότητα που έχει αναπτυχθεί, οι Τούρκοι ιθύνοντες προσπαθούν να μεταστρέψουν την έξωθεν πίεση προς την κατεύθυνση της Αθήνας, απευθύνοντας πρόσκληση για διάλογο. Είναι προφανές πως η Άγκυρα επιχειρεί να ξεκινήσει διάλογο ενώπιον της διεθνούς κοινότητας, μετατρέποντας το δικό της «μειονέκτημα» (αυθαίρετες και ανυπόστατες διεκδικήσεις) σε πλεονέκτημα.
Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να συνυπολογισθεί και η επίσκεψη της ισπανίδας υπουργού Εξωτερικών, Αράντσα Γκονσάλες Λάγια, στην Αθήνα και οι συναντήσεις της με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Νίκο Δένδια, μία μόλις ημέρα μετά τις επαφές της στην Άγκυρα.
«Φθάσαμε σε ένα σημείο καμπής κυρίως σε ό,τι αφορά τις γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο και αυτός ήταν ένας χρήσιμος διάλογος με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου για την αποκλιμάκωση των εντάσεων που υπάρχουν. Νομίζω πως η βούλησή του να παύσει την έρευνα για τουλάχιστον έναν μήνα ώστε να δώσει χώρο σε διάλογο μεταξύ των μερών είναι ένα σημάδι εμπιστοσύνης» δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως αυτό πρέπει να γίνει πράξη.
Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να επιλεγεί ώστε να μπορέσουμε να μιλήσουμε για διάφορα θέματα, μονομερή, που είδαμε στη Μεσόγειο, που αποτελούν πρόκληση της τελευταίας περιόδου, πρόσθεσε.
Οι κόκκινες γραμμές της Αθήνας
Η Αθήνα δεν εφησυχάζει μπροστά στις μαξιμαλιστικές θέσεις της Άγκυρας, ωστόσο δηλώνει πρόθυμη να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου -αν και η οριοθέτησή του φαντάζει δύσκολη- υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί η δήλωση του Νίκου Δένδια ότι «είμαστε υπέρ του διαλόγου με την Τουρκία αλλά επί πραγματικών και όχι επί φανταστικών διαφορών. Οι διαφορές μας με την Τουρκία είναι πολύ συγκεκριμένες. Αφορούν την υφαλοκρηπίδα και την υπερκείμενη θαλάσσια ζώνη. Δεν είναι περί παντός επιστητού».
Μάλιστα, ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας επανήλθε στο ζήτημα μετά τη συνάντησή του με την ισπανίδα ΥΠΕΞ, καθιστώντας σαφές ότι η Ελλάδα είναι πάντοτε έτοιμη για διάλογο με την Τουρκία, για διάλογο όχι υπό το κράτος απειλών, προσβολών και δημιουργίας τετελεσμένων. Ξεκαθάρισε εκ νέου δε, ότι η διαπραγμάτευση με την Τουρκία αφορά το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και των υπερκείμενων θαλασσίων ζωνών.
Το μήνυμα που στέλνει η Αθήνα προς όλες τις κατευθύνσεις είναι πως δεν πρόκειται να ανεχθεί τετελεσμένα και πως οποιαδήποτε συζήτηση θα γίνει επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας. Στο πλαίσιο αυτό, άξια αναφοράς είναι η επισήμανση του Αλέξανδρου Διακόπουλου, ότι προς στιγμήν η Άγκυρας «δεν έχει θέσει σε οποιαδήποτε συζήτηση θέμα που να αγγίζει τα ελληνικά νησιά και ενδεχόμενη αποστρατιωτικοποίησή τους».
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, Ελλάδα και Τουρκία θα μπορούσαν όντως να βρεθούν σε κοινό τραπέζι συζητήσεων, για ζητήματα όπως είναι επί παραδείγματι η επήρεια που μπορεί να έχει το Καστελόριζο στη χάραξη των θαλασσίων οριοθετήσεων μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Κύπρου και Αιγύπτου, διαφορετικά οποιαδήποτε προσπάθεια είναι καταδικασμένη να αποτύχει.