Κατατέθηκαν στη Βουλή ο νέος ποινικός κώδικας και ο νέος κώδικας ποινικής δικονομίας. Η ημέρα ψήφισής τους θα προσδιοριστεί στην αυριανή συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων
στις 11.00 το πρωί. Η Διάσκεψη θα αποφασίσει ακόμη, και τη διαδικασία συζήτησης και ψήφισης από την Ολομέλεια της Βουλής.
Στην ηλεκτρονική σελίδα της Βουλής όπου αναρτήθηκε το νομοσχέδιο, αναφέρεται πως θα εισαχθεί την Τετάρτη το πρωί στις 10.00 προς συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή.
Την ίδια ώρα, άγνωστο παραμένει εάν θα εισαχθεί προς συζήτηση και ψήφιση το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος για τους δασικούς χάρτες.
«Πιθανά η προκήρυξη εκλογών δεν θα δώσει τη δυνατότητα ολοκλήρωσης της Κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Με την κατάθεση όμως του νομοσχεδίου αποδεικνύουμε την επάρκεια επίλυσης αυτών των πολύ δύσκολων προβλημάτων με σεβασμό στις επιταγές του Συντάγματος αλλά και δεσμευόμαστε έναντι των πολιτών για την επίλυση των προβλημάτων και ολοκλήρωση των δασικών χαρτών από την νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ», αναφέρει σε δήλωσή του ο αναπληρωτής υπουργός Σωκράτης Φάμελλος.
Τι αλλάζει με το νέο Ποινικό Κώδικα στις διώξεις για εγκλήματα κατά της περιουσίας
Ένα μικρό βήμα πίσω έκανε η κυβέρνηση μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσαν οι διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα και του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σε σχέση με τις αυτεπάγγελτες διώξεις σε εγκλήματα κατά της περιουσίας.
Στους κώδικές που κατέθεσε σήμερα το υπουργείο Δικαιοσύνης στη Βουλή προβλέπεται η κατάργηση της αυτεπάγγελτης δίωξης για συγκεκριμένα εγκλήματα, ωστόσο σε αυτά δεν περιλαμβάνεται η κακουργηματική απιστία, για την οποία είχαν υπάρξει πολύ σοβαρές ενστάσεις από εισαγγελείς και νομικούς κύκλους.
Ευρύτερα όσοι κατηγορούνται για κλοπή, τοκογλυφία, απιστία, απάτη, διαρρήξεις και υπεξαίρεση θα έχουν ηπιότερη μεταχείριση, καθώς τα αδικήματα αυτά μετατρέπονται σε πλημμελήματα, εφόσον δεν ασκείται βία, δεν θίγεται το Δημόσιο, ενώ ο δράστης μπορεί να αθωωθεί πλήρως αν αποκαταστήσει τη ζημιά μέχρι την έκδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος ή εφόσον αποδεδειγμένα εξαναγκάστηκε στην τέλεση της πράξης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον νέο Ποινικό Κώδικα διευρύνεται η κατ’ έγκληση δίωξη ορισμένων εγκλημάτων εν όψει του ατομικού χαρακτήρα των πληττομένων εννόμων αγαθών και προβλέπεται ότι σε ορισμένα εκ των αυτεπαγγέλτως διωκόμενων εγκλημάτων (όπως η κλοπή και η φθορά) η εναντία δήλωση του παθόντος συνιστά λόγο οριστικής παύσης της ποινικής δίωξης. Με τη ρύθμιση αυτή εξυπηρετούνται πρακτικές ανάγκες (π.χ. επ’ αυτοφώρω καταλαμβανόμενες κλοπές ή φθορές) αλλά λαμβάνεται υπόψη και ο ατομικός χαρακτήρας των προσβαλλόμενων αγαθών.
Ειδικά ως προς το αδίκημα της δωροδοκίας εκείνος που δωροδοκεί θα αντιμετωπίζει ποινές έως τρία έτη ή χρηματική ποινή, ενώ τώρα ισχύει φυλάκιση από ένα έως πέντε έτη και χρηματική ποινή. Εάν πρόκειται για δωροδοκία κρατικού αξιωματούχου, οι μέχρι τώρα ποινή ήταν μέχρι δέκα έτη, ενώ τώρα ορίζονται ποινές τουλάχιστον τριών ετών.
Στα μαλακά πέφτουν και όσοι έχουν προχωρήσει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς ο νέος Ποινικός Κώδικας προβλέπει ποινή τριών ετών και χρηματική ποινή. Σήμερα το ξέπλυμα χρήματος αντιμετωπίζεται ως κακούργημα και τιμωρείται με φυλάκιση από πέντε έως δέκα χρόνια. Με τις νέες διατάξεις μετατρέπεται σε πλημμέλημα.
Αυτό που είναι σημαντικό είναι πως για την κακουργηματική απιστία του άρθρου 390 παρ.1 εδ. β’ διατηρήθηκε τελικώς η αυτεπάγγελτη δίωξη κατόπιν των σοβαρών επιφυλάξεων που διατυπώθηκαν κατά τη διαβούλευση επί του σχεδίου σε σχέση με το ενδεχόμενο καταχρηστικής μη υποβολής εγκλήσεως για την πράξη αυτή, ιδίως σε επιχειρηματικούς φορείς μεγάλου μεγέθους εκ μέρους των οργάνων της διοίκησης των ιδίων.
Το νέο άρθρο 390 του ποινικού κώδικα αναφέρει τα εξής:
Όποιος κατά παράβαση των κανόνων επιμελούς διαχείρισης προκαλεί εν γνώσει βέβαιη ζημία στην περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη), τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 120.000 ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή.
Αν η απιστία στρέφεται άμεσα κατά του νομικού προσώπου του ελληνικού δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά των ποσό των 120.000 ευρώ επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών και χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες. Η πράξη αυτή παραyράφεται μετά είκοσι έτη».
Από τα παραπάνω προκύπτει πως οι κακουργηματικές μορφές των βασικών εγκλημάτων κατά της περιουσίας στηρίζονται σε ενιαίο ποσοτικό κριτήριο (αξία του αντικειμένου ή ζημία άνω των 120.000 ευρώ).
Όταν τα προαναφερθέντα κακουργήματα στρέφονται αμέσως κατά του νομικού προσώπου του Ελληνικού Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, προβλέπεται βαρύτερη ποινή (κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών). Τούτο, σε συνδυασμό με την επιμήκυνση του χρόνου της παραγραφής (20 έτη αντί για 15), εξασφαλίζει σε κάποιο βαθμό την προστασία της δημόσιας περιουσίας.
Δεδομένου ότι το Δημόσιο νοείται πλέον με τη στενή του έννοια, δηλαδή ΟΤΑ και οι Περιφέρειες, τίθενται εκτός των επιβαρυντικών διατάξεων που προέβλεπαν ισόβια κάθειρξη τα στελέχη τραπεζών και ΔΕΚΟ (ΝΠΙΔ). Έτσι, τα τραπεζικά στελέχη ή οι στελέχη ΔΕΚΟ που ελέγχονται για απιστία, εφόσον καταδικαστούν, τότε θα τους επιβληθεί ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη και χρηματική ποινή (σε περίπτωση που η ζημιά υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ).
Ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας
Παράλληλα, με το νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επέρχονται σημαντικές αλλαγές οι οποίες συνοψίζονται στα εξής:
Καταργούνται τα πταισματοδικεία λόγω της αντίστοιχης κατάργησης στον Ποινικό Κώδικα των πταισμάτων.
Αυξάνεται και διαμορφώνεται στο ποσό των 20 – 50 ευρώ ανά ημέρα η αποζημίωση για τους αδίκως καταδικασθέντες (σήμερα κυμαίνεται στο ποσό των 8,80-29 ευρώ ανά ημέρα).
Καταργείται το παράβολο για την υποβολή μήνυσης, η οποία μπορεί να κατατίθεται και με ηλεκτρονικά μέσα.
Επανακαθορίζεται το πλαίσιο αποκλεισμού, εξαίρεσης ή αποχής των δικαστικών προσώπων.
Ενσωματώνονται στο κείμενο τον Κώδικα διατάξεις που αφορούν στους ειδικούς εισαγγελείς (οικονομικού εγκλήματος, διαφθοράς).
Διευρύνεται ο θεσμός της αποχής από την ποινική δίωξη, ενώ εισάγεται συνοπτική διαδικασία της ποινικής διαταγής.
Επαναπροσδιορίζεται η έννοια και η θέση τον πολιτικώς ενάγοντα και ο ρόλος των διαδίκων στο πλαίσιο της ποινικής δίκης.
Επανακαθορίζεται η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των ποινικών δικαστηρίων.
Διευρύνεται ο θεσμός της Ποινικής Συνδιαλλαγής και εισάγεται ο θεσμός της Ποινικής Διαπραγμάτευσης.
Αυστηροποιούνται οι ποινές που επιβάλλονται αναφορικά με την ευθύνη των οργάνων επίδοσης και των πραγματογνωμόνων καθώς και σε περίπτωση λιπομαρτυρίας στην ανάκριση ή το ακροατήριο.
Καταργείται η προβλεπόμενη αποζημίωση μαρτύρων για άσους κατοικούν στον τόπο της έδρας της αρχής ενώπιον της οποίας καλούνται να εμφανιστούν ή έως 50 χλμ. από αυτόν.
cnn.gr