Η είδηση των τριών ταυτόχρονων διαρροών στο δίκτυο των ρωσικών αγωγών φυσικού αερίου που τροφοδοτεί την Ευρώπη προκαλεί έντονη ανησυχία στη Γηραιά Ήπειρο
καθώς συνιστά μια ακόμη τροχοπέδη στον αγώνα της για ενεργειακή επάρκεια ενόψει του χειμώνα. O αναπληρωτής καθηγητής ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Χάρης Δούκας αποκωδικοποιεί στο CNN Greece τι ακριβώς σηματοδοτεί αυτή για την Ευρώπη.
Η επόμενη ημέρα των διαρροών στους αγωγούς φυσικού αερίου Nord Stream, οι οποίοι κινούνται παράλληλα μέσω της Βαλτικής από τη Ρωσία και φτάνουν στη Γερμανία για να τροφοδοτήσουν με ρωσικό φυσικό αέριο, βρίσκει την Ευρώπη ιδιαίτερα προβληματισμένη, την ώρα που οι δύο πλευρές αφήνουν εκατέρωθεν υπονοούμενα περί σαμποτάζ.
Όλα ξεκίνησαν όταν μέσα σε 24 ώρες καταγράφηκε διαδοχικά και σε μικρό χρονικό διάστημα πτώση της πίεσης στο αέριο σε τρεις διαφορετικούς αγωγούς. Άμεσα άρχισαν να διακινούνται σενάρια περί σαμποτάζ και δολιοφθορών με τα ντοκουμέντα από το σημείο των «ζημιών» και τις εκρήξεις που καταγράφηκαν να τα ενισχύουν.
«Μιλάμε για τρεις διαφορετικές διαρροές μέσα σε ένα 24ωρο. Οι δύο στον Nord Stream 1 και άλλη στον Nord Stream 2. Από τεχνικής άποψης, είναι σχεδόν αδύνατο μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα να δημιουργηθεί ταυτόχρονη διαρροή σε τρία σημεία, καθώς δεν υπήρξε κάποιος σεισμός ή κάποιο άλλο σημαντικό γεγονός (π.χ. κάποιο ατύχημα με πλοίο) που να τη δικαιολογεί. Ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για αγωγούς που είναι σε μεγάλα υποθαλάσσια βάθη, 50 έως 70 μέτρων. Νομίζω ότι είναι σαφές πως πρόκειται για μια βίαιη πράξη», λέει ο Χάρης Δούκας μιλώντας στο CNN Greece.
Από την πρώτη στιγμή, αξιωματούχοι στη Δανία, τη Σουηδία αλλά και άλλοι Ευρωπαίοι κάθε άλλο παρά απέκλεισαν το ενδεχόμενο σαμποτάζ και δολιοφθοράς, με την πρωθυπουργό της Δανίας, στην οικονομική ζώνη της οποίας εντοπίστηκαν οι διαρροές να σημειώνει πως «είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς πως πρόκειται για σύμπτωση». «Είναι πολλές οι ‘συμπτώσεις’ που πρέπει να σημειώνουμε», συμφωνεί ο κ. Δούκας, υπογραμμίζοντας ότι «το τελευταίο διάστημα υπήρχαν πάρα πολλά drones κοντά στις νορβηγικές πλατφόρμες και υπήρχε η οδηγία το προηγούμενο διάστημα να είναι πάρα πολύ προσεκτικοί για πιθανό κίνδυνο επίθεσης». Δημοσίευμα του Spiegel, εξάλλου, αποκαλύπτει ότι η CIA είχε προειδοποιήσει το Βερολίνο για πιθανές επιθέσεις στους αγωγούς.
Στο πεδίο των «διαβολικών συμπτώσεων» εντάσσεται επίσης και το προγραμματισμένο για σήμερα άνοιγμα του αγωγού Baltic Pipe, ο οποίος θα μεταφέρει νορβηγικό αέριο από τη Νορβηγία στην Πολωνία. Με τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο των διαρροών να βρίσκεται ακόμη υπό διερεύνηση, καθώς η διαρροή μεθανίου είναι ακόμη σε πλήρη εξέλιξη, σε επίπεδο συνεπειών στην τροφοδοσία της Ευρώπης, τα πράγματα είναι λίγο πιο σαφή: «Στην πραγματικότητα κανείς από τους δύο αγωγούς δεν ήταν σε λειτουργία. Ο Nord Stream 2 άλλωστε δεν λειτούργησε ποτέ από τη στιγμή που κατασκευάστηκε, ο Nord Stream 1 από το τέλος Αυγούστου που μπήκε ουσιαστικά σε διαδικασίες συντήρησης δεν είχε ξεκινήσει. Κι αν υπήρχαν ελάχιστες πιθανότητες να ανοίξει ξανά κάποια στιγμή τη ροή του, τώρα πια είναι μηδενικές» σημειώνει ο Χάρης Δούκας. «Το πρώτο συμπέρασμα λοιπόν που εξάγεται από αυτήν την εξέλιξη είναι ότι, όσον αφορά στην ενεργειακή τροφοδοσία, πάμε στο πρώτο, δύσκολο σενάριο για το οποίο ήμασταν προετοιμασμένοι. Οι ‘ενεργειακές γέφυρες’ της Ευρώπης με τη Ρωσία γκρεμίστηκαν οριστικά, δεν υπάρχει πλέον καμία σύνδεση». Κι αν η Ευρώπη είχε ήδη σπεύσει να γεμίσει, κατά το δυνατόν, τις αποθήκες της, ενόψει αυτού του σεναρίου, το δεύτερο συμπέρασμα στο οποίο οδηγούν οι συγκεκριμένες διαρροές είναι πολύ πιο ανησυχητικό, υπογραμμίζει ο καθηγητής.
«Ένα δεύτερο ανησυχητικό μήνυμα -και είχαμε καιρό να αισθανθούμε αυτήν την ανησυχία- είναι η τρωτότητα των ενεργειακών υποδομών στην Ευρώπη». Και εξηγεί: «Αν μια καταστροφή των αγωγών της Gazprom δεν σημαίνει στην πραγματικότητα κάτι σε επίπεδο προσφοράς και ζήτησης, αφού εδώ και πολύ καιρό δεν ρέουν οι αγωγοί και σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο η προετοιμασία ήταν ότι δεν θα άνοιγε και ποτέ, φανταστείτε κάτι τέτοιο να συμβεί σε έναν σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου ή σε μια πλατφόρμα εξόρυξης, πόσο μεγάλη ζημιά θα δημιουργούσε αυτό στην ευρωπαϊκή προσπάθεια για εξισορρόπηση προσφοράς και ζήτησης με δεδομένο ότι είναι όλα στα κόκκινα προκειμένου να υποκατασταθεί το ρωσικό φυσικό αέριο».
Η συγκεκριμένη ανησυχία άλλωστε γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτή μετά την προειδοποίηση από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ότι αν υπάρξει χτύπημα σε ευρωπαϊκή πλατφόρμα ή αγωγό, θα υπάρξει άμεση απάντηση.
«Η συγκεκριμένη αναφορά κάνει ιδιαίτερη εντύπωση καθώς δείχνει ακριβώς ότι αυτό το ενδεχόμενο είναι ορατό», παρατηρεί ο καθηγητής.
«Είμαστε σε μια φάση όπου ο πόλεμος έχει πάρει μια πολύ δύσκολη στροφή, με τη Ρωσία να έχει εγκλωβιστεί, με τους Ουκρανούς να έχουν πετύχει νίκες, με την παράνομη διαδικασία των δημοψηφισμάτων στις τέσσερις περιφέρειες και όλο αυτό το σενάριο έχει δημιουργήσει πολύ μεγάλο φόβο», προσθέτει, επισημαίνοντας πάντως πως πρόκειται για πολύ ευαίσθητο θέμα, με αποτέλεσμα όλοι να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στις διατυπώσεις τους. «Είναι μια πολύ επικίνδυνη κλιμάκωση και δεν μπορείς να μιλήσεις με εικασίες. Υπάρχουν άλλωστε και ειδικά νομικά θέματα. Γι’ αυτό και οι διατυπώσεις της Γερμανίας (σ.σ. όπου καταλήγουν οι ρωσικοί αγωγοί) είναι ιδιαίτερα προσεκτικές. Άλλωστε οι διαρροές δεν έγιναν στην οικονομική τους ζώνη, οπότε κινούνται με έναν απολύτως θεσμικό τρόπο για να διασφαλιστεί ότι δεν θα κάνουν κάποια κίνηση που ίσως αποτελέσει βούτυρο στο ψωμί μιας προπαγάνδας. Γι’ αυτό και έχουν αφήσει τις χώρες στην οικονομική ζώνη των οποίων έχει δημιουργηθεί η διαρροή, να ελέγξουν τι ακριβώς συμβαίνει».
Κλείνοντας, ο κ. Δούκας επισημαίνει και τον περιβαλλοντικό κίνδυνο που σηματοδοτούν οι διαρροές, εν αναμονή των μελετών, τις επόμενες ημέρες. «Είναι προφανές ότι στην παρούσα συγκυρία ότι το οικονομικό και ο ενεργειακός πόλεμος που είναι σε πλήρη εξέλιξη είναι πιο σημαντικό, αλλά πρέπει να το λάβουμε κι αυτό υπόψη μας. Έτσι όπως έχει μετρηθεί σε αυτή τη φάση, οι διαρροές δεν δημιουργούν πρόβλημα στην ανθρώπινη υγεία, αλλά είναι προφανές ότι είναι μια επίδραση πολύ αρνητική για τα θαλάσσια οικοσυστήματα στην περιοχή αυτή και τις επόμενες ημέρες θα έχουμε κάποιες αναλύσεις για το μέγεθος της ζημιάς και πόσο χρόνο θα χρειαστεί η αποκατάστασή της».