Από την ΠΕ Πέλλας και τον Αντιπεριφερειάρχη Ιορδάνη Τζαμτζή, καταδεικνύονται, οι “μύθοι και οι αλήθειες” όπως αναφέρεται σε δελτίο τύπου
σχετικά με τα αντιπλημμυρικά στον ποταμό Εδεσσαίο: Η προστασία και η ανάδειξη του ποταμού Εδεσσαίου αποτελεί χρέος και στρατηγική επιλογή για μας. Οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του στην πόλη και την ευρύτερη περιοχή είναι προφανείς. Επιπλέον όμως ο ποταμός Εδεσσαίος είναι η ψυχή της πόλης. Χρόνια και χρόνια συνομιλεί με τους κατοίκους άλλοτε θυμωμένος και άλλοτε γαλήνιος, μα πάντοτε βιαστικός. Και ας έχει απολέσει την ιδιότητα της φυσικής κοίτης από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Από τότε η κοίτη του Εδεσσαίου αποτελεί τεχνικό-αντιπλημμυρικό-αρδευτικό και υδροηλεκτρικό έργο στο οποίο ουδέποτε έγιναν εργασίες συντήρησης. Εξαίρεση αποτελούν μερικές πρόσφατες εμβαλωματικές παρεμβάσεις στην οδό Τσιμισκή όταν υποχώρησε το οδόστρωμα και το πλακόστρωτο, λόγω έλλειψης συντήρησης και φαινομένων καθίζησης. Μετά την υπογραφή της σχετικής Σύμβασης τον Ιανουάριο του 2019 ακολούθησε στασιμότητα στην υλοποίηση του έργου συντήρησης της κοίτης του ποταμού Εδεσσαίου και Αντιπλημμυρικής Προστασίας Έδεσσας, λόγω καθυστέρησης εύρεσης λύσης με τη ΔΕΗ, στο θέμα της εκτροπής των υδάτων.
Με την έναρξη των εργασιών στις αρχές Φεβρουαρίου, αντιμετωπίσαμε την μικροκομματική μιζέρια γνωστών κύκλων, κυρίως προερχόμενων από το ΣΥΡΙΖΑ.
Εθισμένοι στην κυβερνητική απραξία του κόμματός τους συκοφαντούν ένα έργο πνοής επικαλούμενοι ακόμη και υπερβολές οικολογικού τύπου όπως ότι θα κοπούν τα δέντρα πέριξ του ποταμού. Στην πραγματικότητα τα δέντρα που υπάρχουν δεξιά και αριστερά της κοίτης στα παρτέρια δεν αποτελούν ενδημικά είδη τα περισσότερα. Φυτεύτηκαν και συνεχίζουν να φυτεύονται με ευθύνη του δήμου Έδεσσας για καλλωπιστικούς λόγους. Η ανάπτυξη των δένδρων αυτών (ριζικό σύστημα και κορμοί) είναι υπαίτια σε μεγάλο βαθμό για την κακή κατάσταση της επένδυσης της κοίτης του Εδεσσαίου (ρηγματώσεις τοιχίων αντιστήριξης, καθιζήσεις και απώθηση συρματοκιβωτίων). Όσα δέντρα κοπούν και απομακρυνθούν προκειμένου να εκτελεστεί το έργο, θα αντικατασταθούν με φύτευση νέων, όπως έγινε κατά το παρελθόν, όταν φυτεύτηκε όλη η παραποτάμια περιοχή, οπότε δεν υφίσταται θέμα «πρασίνου». Οι αιτιάσεις περί διατάραξης της υδρόβιας πανίδας κατά τη διάρκεια του έργου είναι παντελώς ανεδαφικές. Η αλήθεια είναι ότι η ιχθυοπανίδα ή η υδρόβια πανίδα στην κοίτη του Εδεσσαίου σήμερα είναι εξαιρετικά περιορισμένη λόγω των ακραίων μεταβολών στην παροχή και ορμή των υδάτων. Η ιχθυοπανίδα και η υδρόβια πανίδα σε σύντομο χρονικό διάστημα θα αποκατασταθούν στην σημερινή της περιορισμένη μορφή καθώς θα αποτεθούν στην κοίτη φερτά υλικά και θα αποτελέσουν την υπόβαση ανάπτυξης υδροβίων φυτών.
Ακόμη, τίθεται ο προβληματισμός εάν, μετά τα έργα συντήρησης, θα μπορούν να εισχωρούν ύδατα από τον πυθμένα του ποταμού στον βράχο της Έδεσσας, ώστε να μην ξεραθεί ο βράχος. Ήδη μελετάται η περίπτωση να υπάρχουν τμήματα στα οποία να διακόπτεται η σκυροδέτηση του πυθμένα σε συγκεκριμένα σημεία, στα οποία δεν υπάρχουν ιδιοκτησίες εκατέρωθεν.
Λόγω των έργων στεγανοποίησης από τις 15 Φεβρουαρίου και για 30 εβδομάδες, θα κόβεται το νερό του κεντρικού καταρράκτη από το πρωί της Δευτέρας μέχρι το βράδυ της Τετάρτης. Η ροή του νερού θα δίνεται και πάλι από το πρωί της Πέμπτης εώς το βράδυ της Κυριακής οπότε κορυφώνεται η τουριστική κίνηση στην Εδεσσα.
Η σκοπιμότητα του έργου έχει να κάνει με τη συντήρηση των υφισταμένων έργων προκειμένου αφενός μεν να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα έντονων καθιζήσεων που παρατηρούνται την τελευταία δεκαετία εκατέρωθεν της κοίτης, αφετέρου δε να αποφευχθούν οι διαβρώσεις των θεμελίων των παρόχθιων οικοδομών από τη εισροή υπόγειων υδάτων.
Επιπλέον το έργο της κοίτης του Εδεσσαίου θα προστατεύσει το έργο των ποταμοβραχιόνων που εκτελέστηκε από τον Δήμο Έδεσσας.
Στην άγονη και κακόβουλη κριτική λοιπόν αντιτείνουμε ένα μεγαλόπνοο έργο το οποίο απευθύνεται σε όλους τους Εδεσσαίους, με το βλέμμα προσηλωμένο στο μέλλον. Εάν κάποιοι μπορούσαν να βγουν από το ιδεοληπτικό τους καβούκι θα διαπίστωναν ότι το έργο θα αποτελέσει στέρεο υπόβαθρο για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και την προστασία των παρακείμενων κατοικιών.