Σε λιγότερο από 2 μήνες συμπληρώνονται δύο χρόνια από την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος COVID-19 στη χώρα μας. Έκτοτε, είδαμε πολλές φορές τα δεδομένα να αλλάζουν
όσον αφορά στη συμπεριφορά του ιού, φαινόμενο που μας οδήγησε σε μια διαρκή αναπροσαρμογή των αποφάσεων και των μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η δυναμική φύση της πανδημίας δημιούργησε μια δύσκολη εξίσωση σε όλες τις χώρες του πλανήτη που απαιτούσε και απαιτεί κάθε φορά την επίλυση της από την αρχή.
Στη δύσκολη συγκυρία η Πολιτεία με όσα μέσα διέθετε στήριξε την κοινωνία με ένα πακέτο 43,3 δις για το διάστημα 2020-2022. Και από την άλλη η κοινωνία έβαλε πλάτη: εργαζόμενοι, επιχειρήσεις, ελεύθεροι επαγγελματίες, εκπαιδευτικοί, μαθητές, αγρότες και κτηνοτρόφοι. Παράλληλα, ενισχύθηκε ουσιαστικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας με υπερδιπλασιασμό των ΜΕΘ και χιλιάδες προσλήψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Ενώ, όποτε κρίθηκε αναγκαίο, χρησιμοποιήθηκε και το εργαλείο της επίταξης του ιατρικού προσωπικού. Με αυτόν τον συνδυασμό η χώρα μας στάθηκε όρθια, η πανδημία περιορίστηκε και η οικονομία μας μπόρεσε γρήγορα να επανακάμψει πετυχαίνοντας δυναμικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Τώρα, όμως, πρέπει να μιλήσουμε και για την επόμενη ημέρα. Γνωρίζουμε ότι η επαναφορά στην πλήρη κανονικότητα είναι αυτή που θα μας επιτρέψει να ολοκληρώσουμε το μεγάλο έργο που έχει συντελεστεί τα τελευταία 2,5 χρόνια παρά τις αντιξοότητες. Γνωρίζουμε επίσης, ότι για να συμβεί αυτό βασική προϋπόθεση είναι κάθε μέρα να στενεύουμε τα περιθώρια στον ιό ώστε να μην αναπτύσσεται και να μεταλλάσσεται. Και δε χωρά αμφιβολία πως για να τα καταφέρουμε να αναχαιτίσουμε τη νέα μετάλλαξη «Όμικρον» είναι απαραίτητο να αυξήσουμε ακόμα περισσότερο τα ποσοστά του εμβολιασμού. Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι το τέλος της πανδημίας θα έρθει μέσα από τον εμβολιασμό του παγκόσμιου πληθυσμού και η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται άοκνα προς αυτή την κατεύθυνση. Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες που προώθησε την ενισχυτική δόση, δίνοντας τη δυνατότητα για 3η δόση τρείς μήνες αφότου κάνει κάποιος τη 2η. Ενώ ελήφθησαν και δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού στους συμπολίτες μας άνω των 60. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ελλάδα κατάφερε να δημιουργήσει ένα ψηφιακό σύστημα διαχείρισης του εμβολίου, όταν άλλες χώρες της ΕΕ δεν τα πήγαν και πολύ καλά. Δυστυχώς, την άποψη της προώθησης του εμβολιασμού ως το κυριότερο μέσο για την αντιμετώπιση της πανδημίας δε φαίνεται να την υποστηρίζει τελικά και η Αντιπολίτευση, η οποία πιστεύει ότι η κομματικοποίηση της πανδημίας που επιχειρεί θα της προσφέρει πολιτικά οφέλη. Λανθασμένη για ακόμη μια φορά η στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα, αλλά στο τέλος-τέλος καθένας είναι υπεύθυνος για τις αποφάσεις του.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σταθερά προχωρούν στο δρόμο της υπευθυνότητας, οικοδομώντας ένα Κράτος που προσφέρει ασφάλεια και λύσεις στους πολίτες. Στην παρούσα συγκυρία ξέρουμε ότι ο εμβολιασμός είναι μονόδρομος για την προστασία της υγείας των Ελλήνων αλλά και για το πέρασμα της χώρας στο μέλλον, και αυτόν επιλέγουμε να περπατάμε με συνέπεια από την πρώτη ημέρα.
*Άρθρο Διονύση Σταμενίτη, Βουλευτή Πέλλας της Νέας Δημοκρατίας στο thepresident.gr