«Ήρθαν έτσι τα πράγματα, ώστε γύρω μας να αφθονούν οι γυμνοί και οι άστεγοι. Είναι πάμπολλοι οι πρόσφυγες που χτυπούν τις πόρτες μας
Πάμπολλοι είναι και οι ξένοι και οι μετανάστες. Όπου κι αν κοιτάξεις, θα δεις χέρια απλωμένα σε ζητιανιά. Για σπίτι έχουν το ύπαιθρο. Κατάλυμα βρίσκουν στις στοές, τις παρόδους και τα ερημικότερα σημεία της αγοράς. Φωλιάζουν σε τρύπες όπως οι νυχτοκόρακες και οι κουκουβάγιες. Το ρούχο τους είναι διάτρητα κουρέλια. Για χωράφι έχουν τη διάθεση όσων δίνουν ελεημοσύνη. Για τροφή, ό,τι τύχει. Πίνουν νερό από τις κρήνες, όπως τα ζώα, και για ποτήρια έχουν τις χούφτες τους. Για αποθήκη έχουν την κοιλιά τους, όσο μπορεί αυτή να συγκρατήσει ό,τι μπαίνει μέσα. Τραπέζι τους είναι τα γόνατα τους διπλωμένα. Κρεβάτι, το έδαφος. Μπάνιο, κάποιος ποταμός ή λίμνη, όπως τα έχει προσφέρει ακατέργαστα και κοινά σε όλους ο Θεός. Η ζωή τους είναι πλέον γεμάτη μετακινήσεις και αγριάδα, όμως δεν ήταν έτσι εξαρχής. Ας όψονται η συμφορά και η ανάγκη».*
Όχι! Δεν πρόκειται για ανταπόκριση από τη Μόρια. Είναι τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, που γράφτηκαν πριν από δεκαεπτά σχεδόν αιώνες και περιγράφουν μια κατάσταση σαν τη σημερινή για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.
Απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους πώς πρέπει να συμπεριφερθούν οι Χριστιανοί;
Την απάντηση τη δίνει ένας άλλος άγιος της Εκκλησίας, ο Μέγας Βασίλειος: «Αν χτυπήσει την πόρτα σου κάποιος που πασχίζει να αντιμετωπίσει την ανάγκη του, μην ζυγίσεις τα πράγματα με ανώμαλο τρόπο. Μην πεις, δηλαδή, “Αυτός είναι φίλος, είναι ομόφυλος, με έχει ευεργετήσει παλιότερα, ενώ ο άλλος είναι ξένος, αλλόφυλος, άγνωστος”. Αν κρίνεις άνισα, ούτε συ θα ελεηθείς. Μία είναι η ανθρώπινη φύση-και ο ένας και ο άλλος είναι άνθρωπος,- κοινή είναι και στους δύο η ανάγκη, κοινή η φτώχεια. Πρόσφερε και στον αδελφό και στον ξένο. Στον μεν αδελφό σου να μη γυρίσεις την πλάτη, τον δε ξένο κάν’ τον αδελφό σου. Ο Θεός θέλει να στηρίξεις τους αναγκεμένους κι όχι να κάνεις διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν θέλει να δίνεις στον ομόφυλο και να αποδιώχνεις τον ξένο. Όλοι είναι ομόφυλοι, όλοι είναι αδέρφια, όλοι είναι παιδιά ενός πατέρα. Υπάρχει κόσμος που τον ξερίζωσε κάποια συμφορά και δεν του έχει απομείνει τίποτα, παρά μόνο η ψυχή και το σώμα του. Εμείς όμως, όσοι έχουμε γλυτώσει άγευστοι συμφορών, ας μοιραστούμε με εκείνους την ευημερία μας. Ας αγκαλιάσουμε τους αδελφούς μας, που μόλις και μετά βίας έχουν διασωθεί».*
Τα παραπάνω λόγια ήρθαν στο νου, διαβάζοντας την είδηση ότι χριστιανικά σωματεία «με την ευλογία της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης» οργανώνουν εκδήλωση την Κυριακή,16 Φεβρουαρίου 2020, στο «Βελλίδειο», με θέματα τη Συμφωνία των Πρεσπών, τη «λαθρομετανάστευση» και το δημογραφικό και με γενικό τίτλο «Εμείς δεν συμφωνήσαμε». Το κείμενο της πρόσκλησης και η σύνθεση του πάνελ των ομιλητών δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για την πραγματική στόχευση των διοργανωτών και τον εθνικιστικό, ξενοφοβικό και μισαλλόδοξο χαρακτήρα της εκδήλωσης.
Ειδικότερα για το μεταναστευτικό η πρόσκληση αναφέρει: «Στο φλέγον ζήτημα των μεταναστευτικών ροών, που κατακλύζουν την πατρίδα μας και έχουν δημιουργήσει ήδη συνθήκες ασφυξίας στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, βλέπουμε, αντί να γίνεται προσπάθεια θωράκισης της χώρας μας, να επιχειρείται μεταφορά του προβλήματος και στην ηπειρωτική χώρα, χωρίς να υπολογίζουν οι θιασώτες αυτών των λύσεων τους κινδύνους για την κοινωνική και εθνική συνοχή από την ανεξέλεγκτη, και χωρίς σχέδιο και προοπτική, αντιμετώπιση του θέματος της παράνομης μετανάστευσης». Και λίγο παρακάτω, κάνοντας λόγο για την ανάγκη αύξησης των γεννήσεων των Ελλήνων: «… χωρίς αυτές το μέλλον της πατρίδας προβλέπεται ζοφερό, καθώς ο κίνδυνος για πληθυσμιακή, θρησκευτική και πολιτισμική αλλοίωση του πληθυσμού προβάλλει πιο υπαρκτός από ποτέ».
Γλώσσα διπλωματική, κομψή, υποκριτική. Που δεν μπορεί όμως να κρύψει τις διαθέσεις και το στόχο της. Που αν την άφηνες ελεύθερη, θα έλεγε καθαρά: «Δεν γουστάρουμε μετανάστες και πρόσφυγες στην Ελλάδα. Κάντε το βίο αβίωτο σε όσους έχουν έρθει. Κι αφήστε να πνιγούν όσοι έρχονται. Διώξτε τους όλους. Δεν θέλουμε ξένους στη χώρα μας».
Κι όλα αυτά στο όνομα του Χριστού, εκείνου του ξένου, για τον οποίο ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία, έλεγε στον Πιλάτο, όπως καταγράφεται σε ύμνο της Μεγάλης Παρασκευής: «Δώσε μου αυτόν τον ξένο, που, από βρέφος που ήταν, ζούσε σαν ξένος στον κόσμο. Δώσε μου αυτόν τον ξένο, που οι ομοεθνείς του από μίσος τον θανατώνουν σαν ξένο. Δώσε μου αυτόν τον ξένο, που βλέποντας τον παράδοξο θάνατό του, παραξενεύομαι. Δώσε μου αυτόν τον ξένο, που γνωρίζει να φιλοξενεί τους φτωχούς και ξένους. Δώσε μου αυτόν τον ξένο, που από φθόνο οι Εβραίοι τον αποξένωσαν απ’ τον κόσμο. Δώσε μου αυτόν τον ξένο για να τον κρύψω στον τάφο, αφού, σαν ξένος, δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι. Δώσε μου αυτόν τον ξένο…».
Όσοι πάντως πιστοί θελήσουν να συμμετάσχουν στην παραπάνω εκδήλωση των χριστιανικών σωματείων, ας θυμηθούν, πριν πάνε, κοιτώντας ταυτόχρονα μια φωτογραφία απ’ το κολαστήριο της Μόριας, τα λόγια που θα ακουστούν στο Ευαγγέλιο της επόμενης Κυριακής, 23 Φεβρουαρίου: «Πείνασα, και δεν μου δώσατε να φάω· δίψασα και δεν μου δώσατε να πιω·ξένος ήμουν, και δεν με φιλοξενήσατε· γυμνός, και δεν με ντύσατε·ασθενής και σε φυλακή, και δεν με επισκεφθήκατε». Κι ας μην αναρωτηθούν: «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή ασθενή ή σε φυλακή, και δεν σε υπηρετήσαμε;». Η απάντηση θα είναι ίδια, όπως εδώ και αιώνες, και τρομερή: «Εφόσον δεν το κάνατε αυτό σε έναν από τούτους τους ελάχιστους, δεν το κάνατε ούτε σε μένα».
Το κρίσιμο λοιπόν ερώτημα για τα χριστιανικά σωματεία και τους Χριστιανούς είναι: «Καλά. Δεν συμφωνήσατε για αυτά που αναφέρονται στην πρόσκλησή σας. Μ’ Εκείνον συμφωνείτε»;
Θέμης Αχτσιόγλου
*Η νεοελληνική απόδοση των πατερικών κειμένων είναι του θεολόγου Θανάση Παπαθανασίου.