Η Ελλάδα απέναντι στη νέα τουρκική επιθετικότητα, άρθρο του Λάκη Βασιλειάδη Βουλευτή Πέλλας ΝΔ
Οι διαδοχικές κρίσεις με την Τουρκία που έχει κληθεί να διαχειριστεί η Ελλάδα το τελευταίο έτος δεν θυμίζουν σε τίποτα ακόμα και τις χειρότερες περιόδους των ελληνοτουρκικών σχέσεων από το 1974 και μετά. Από τον Έβρο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο και Νότια της Κρήτης, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας έχουν κληθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα να αντιμετωπίσουν μία πρωτοφανή, αναβαθμισμένη τουρκική προκλητικότητα. Παραδοσιακά, οι ελληνοτουρκικές διαφορές πήγαζαν από τις τουρκικές αμφισβητήσεις των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στους φυσικούς πόρους του Αιγαίου και της Νοτιο-Ανατολικής Μεσογείου. Ωστόσο, εύκολα μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι η αιτία της νέας αυτής τουρκικής επιθετικότητας ξεπερνά το «μοίρασμα» φυσικών πόρων. Αυτή η αλλαγή στην τουρκική στρατηγική ξεκινά και τελειώνει στον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν. Το νέο διακύβευμα στα ελληνοτουρκικά δεν είναι η εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου -ειδικά μία περίοδο που οι τιμές των ορυκτών καυσίμων είναι στα χαμηλότερα επίπεδα δεκαετιών- αλλά η πολιτική επιβίωση του καθεστώτος του Προέδρου Ερντογάν. Η διαπίστωση ότι η εξωτερική πολιτική της γείτονος έχει ως αφετηρία την πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, δεν πρέπει να καθησυχάζει την Ελλάδα. Ο Πρόεδρος Ερντογάν έχει δείξει επανειλημμένως ότι είναι διατεθειμένος να προβεί σε κινήσεις οι οποίες μακροπρόθεσμα είναι πιθανότερο να βλάψουν την Τουρκία, εάν διαβλέψει προσωπικό του πολιτικό όφελος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε ισλαμικό τέμενος. Η ελληνική Κυβέρνηση έχει διαγνώσει έγκαιρα τα νέα χαρακτηριστικά της τουρκικής επιθετικότητας και έχει καταφέρει να την αντιμετωπίσει επιτυχώς. Η ελληνική στρατηγική βασίζεται σε δύο άξονες. Ο πρώτος είναι η διαρκής αποτροπή, με στρατιωτικά και πολιτικά μέσα, των τουρκικών ενεργειών, σε όλα τα μέτωπα, είτε πρόκειται για την εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών προς τα νησιά μας και τον Έβρο, είτε για τις παράνομες έρευνες σε περιοχές ελληνικών ζωνών εθνικής κυριαρχίας. Ο δεύτερος είναι η μαζική διπλωματική κινητοποίηση συμμάχων και φίλιων χωρών, με αποτέλεσμα τη διεθνή καταδίκη των τουρκικών προκλήσεων, αλλά και την έμπρακτη στήριξη των ελληνικών θέσεων, ακόμα και με στρατιωτικά μέσα, όπως στην περίπτωση της Γαλλίας. Η Ελλάδα κατάφερε-με τη «βοήθεια» του Προέδρου Ερντογάν- να μετατρέψει μια καθαρά ελληνοτουρκική διένεξη, σε ένα διεθνές ζήτημα, αναφορικά με τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, με χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στο Ανατολικό Ζήτημα, σχεδόν δύο αιώνες πίσω. Επιπροσθέτως, τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας συνεχίζουν να διατηρούν την ελληνική αποτροπή σε υψηλά επίπεδα για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η ελληνική πολιτεία οφείλει να απαντήσει στη νέα τουρκική επιθετικότητα συνεχίζοντας τις διπλωματικές πρωτοβουλίες αφενός και αφετέρου προχωρώντας σε ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της, με ένα σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα.
Πηγή: myportal.gr