Ποινή κάθειρξης 22 ετών και εννιά μηνών, επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης στον 63χρονο απόστρατο της Πολεμικής Αεροπορίας που κλειδώθηκε στο αυτοκίνητο με τα δύο παιδιά του, 2,5 ετών και άνοιξε φιάλες υγραερίου.
Ο άντρας κρίθηκε ένοχος για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά συρροή (συζύγου και παιδιών), απόπειρα έκρηξης από την οποία μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για ανθρώπους, σωματική βλάβη σε βάρος εγκύου συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου και παράνομη οπλοκατοχή. Το δικαστήριο δεν του αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό, ενώ μετά την απόφαση επέστρεψε στη φυλακή.
Το περιστατικό που σόκαρε το πανελλήνιο σημειώθηκε τον Μάρτιο του 2023 στο Μελισσοχώρι και τα δίδυμα αδελφάκια, δυόμιση ετών, αφού νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο, πλέον, είναι καλά στην υγεία τους. Η πρώην σύζυγος του 63χρονου και μητέρα των δύο ανήλικων παιδιών του, κατέθεσε στο δικαστήριο ότι με τον κατηγορούμενο γνωρίστηκαν το 2016 και έναν χρόνο αργότερα ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου. Παρόλο που ο άντρας παρουσιάστηκε σε εκείνην ως ένας καλός χαρακτήρας, δεν άργησε και πολύ για να εκδηλώσει βίαιη συμπεριφορά. «Τρεις μήνες μετά τη γνωριμία μας με έπιασε από τον λαιμό πάνω στα νεύρα του. Χωρίσαμε για λίγο διάστημα, όμως εκείνος ερχόταν έξω από το σπίτι κι έκλαιγε. Τον συγχώρησα» είπε περιγράφοντας τη συμβίωση μαζί του.
Σχετικά με τις σωματικές βλάβες που κατηγορείται ότι της προκάλεσε ο 63χρονος κατά τον έγγαμο βίο τους, η γυναίκα κατέθεσε ότι βρισκόταν στον δεύτερο μήνα της εγκυμοσύνης της όταν άλλαξε η συμπεριφορά του κατηγορούμενου απέναντί της. «Μου πετούσε διάφορα πράγματα, όπως τασάκια, ποτήρια και ό,τι κρατούσε στα χέρια του. Μία ημέρα που δεν πέρασε το δικό του, με έπιασε από τον λαιμό και με ταρακουνούσε. Ήμουν 42 ετών τότε και σε διπλή εγκυμοσύνη. Βρισκόμουν σε κίνδυνο. Είχα μελανιές από το πιάσιμο και τρόμαξα».
Ένα ακόμα από τα περιστατικά βίας εις βάρος της που κατήγγειλε η γυναίκα, έγινε λίγο πριν τη βάφτιση των παιδιών τους, το καλοκαίρι του 2021, όταν ο κατηγορούμενος για ασήμαντη αφορμή την χτυπούσε με την πάνα των παιδιών στο κεφάλι. «Ήταν εξευτελιστικό και ζήτησα βοήθεια» είπε και αναφέρθηκε και σε άλλα περιστατικά, τονίζοντας ότι ο 63χρονος είχε καταδικαστεί για ενδοοικογενειακή βία και ήταν ελεύθερος με αναστολή.
«Ήθελε να σκοτώσει εμένα και τα παιδιά»
Όσον αφορά το περιστατικό της 19ης Μαρτίου του 2023 ανέφερε πως όταν ο κατηγορούμενος πήγε από το σπίτι της για να επιστρέψει τα παιδιά τής ζήτησε να τα ξαναβρούν, με την ίδια να του επαναλαμβάνει πώς έχει η κατάσταση. «Στις 8 το απόγευμα ήταν να επιστρέψει τα παιδιά. Ήρθε και σταμάτησε ακριβώς έξω από το σπίτι με το αυτοκίνητο. Κατέβηκα και πριν ανοίξω την πόρτα μύρισα μια περίεργη μυρωδιά» ανέφερε η μάρτυρας και πρόσθεσε πως δεν είδε τον κατηγορούμενο να κάνει κίνηση για να κατέβει από το όχημα.
«Με κοίταξε στα μάτια, έδειξε το σωληνάκι που είχε στη μύτη του και αμέσως πήρε τον αναπτήρα και τον άναψε» ανέφερε, ενώ επεσήμανε ότι έτρεξε στο σπίτι για να καλέσει την αστυνομία. Η γυναίκα, όπως κατέθεσε, φώναζε στον 63χρονο να κατεβάσει τα παιδιά από το αυτοκίνητο. «Του έλεγα «θα έρθω εγώ, εμένα θέλεις». Η αστυνομία έφτασε πολύ γρήγορα. Φοβήθηκα να μην μας ανατινάξει όλους. Μόλις ήρθαν οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να του πουν να βγει έξω, ενώ έφτασε και ο μεγάλος γιος του. Τους έδωσα την τσάπα και με αυτήν έσπασαν το τζάμι. Επικρατούσε πανικός. Τα παιδιά δεν είχαν τις αισθήσεις τους» ανέφερε η γυναίκα. «Είδα την φλόγα από τον αναπτήρα που άναψε. Ήθελε να ανατινάξει εμένα και τα παιδιά. Τα μάτια του ήταν… άσχημα» είπε σε άλλο σημείο της κατάθεσής της.
Ένας από τους αστυνομικούς που κλήθηκε εκείνη την ημέρα για να αντιμετωπίσει το συμβάν περιέγραψε όλα όσα έζησε και τις στιγμές πανικού που επικράτησαν, ενώ ανέφερε στο δικαστήριο πως φοβήθηκε και για τη δική του τη ζωή. «Όταν φτάσαμε η μητέρα βγήκε από την πόρτα του σπιτιού και φώναζε “βοήθεια, σώστε τα παιδιά”. Είχαμε κλήση για περίπτωση ενδοοικογενειακή και δεν αντιλήφθηκα αμέσως τι γίνεται. Μύριζε αέριο αλλά νόμιζα ότι είναι το καύσιμο του αυτοκινήτου το οποίο δούλευε», κατέθεσε ο αστυνομικός.
«Η γυναίκα μας φώναζε “βοήθεια, θα μου κάψει τα παιδιά” και τότε πήγα από τη μεριά του οδηγού και δεν έβλεπα από την μέση και πάνω. Χτύπησα το παράθυρο και ρώτησα “κύριε με ακούτε”; Το παράθυρο ήταν ελάχιστα ανοιχτό και είδα το σωληνάκι. Είχε χάσει τις αισθήσεις του ο κατηγορούμενος και είχε πέσει μπροστά, νόμιζα ότι διαβάζει στο κινητό ή ότι στέλνει μήνυμα, κάτι τέτοιο. Στο τζάμι είχε βάλει πανιά. Όταν τα τράβηξε ο συνάδελφος μύρισε έντονα το αέριο, αλλά συνέχισα να πιστεύω ότι είναι από το καύσιμο του αυτοκινήτου, δε πήγε το μυαλό μας. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα πίσω από τον οδηγό. Είδα τα παιδιά, το ένα είχε ανοιχτό στόμα και τα μάτια, είχε γύρει το κεφαλάκι του σαν να κοιτάζει έξω. Μου έμεινε αυτή η εικόνα. Δε μπορούσαμε να ανοίξουμε τις πόρτες. Ζήτησα από το Κέντρο να έρθει άμεσα ΕΚΑΒ και πυροσβεστική», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την κατάθεση του αστυνομικού, ο 63χρονος έβγαζε άσπρους αφρούς από το στόμα και ένα καφέ υγρό, όπως είπε. Στη συνέχεια περιέγραψε τις αγωνιώδης προσπάθειες που κατέβαλε με τον συνάδελφό του για να σπάσουν τα τζάμια και να βγάλουν έξω τα δύο παιδάκια και τον κατηγορούμενο, ενώ σε αυτήν την προσπάθεια συνέδραμε και ο γιος του 63χρονου που έφτασε στο σημείο.
«Στο κάθισμα του συνοδηγού υπήρχαν δύο αναπτήρες και πίσω από το κάθισμα του συνοδηγού, στα πόδια του ενός παιδιού, ήταν ανοιχτεί η φιάλη υγραερίου και το αέριο έφευγε στα πόδια του. Μόλις τους βγάλαμε έξω το ένα παιδί έκανε εμετό. Ο οδηγός δεν είχε τις αισθήσεις του, κάποια στιγμή μόνο άνοιξε τα μάτια του, με κοίταξε και τον ρώτησα “τι έκανες ρε άνθρωπε” και έσκυψε ξανά το κεφάλι. Έλεγα συνέχεια στον συνάδελφό μου να προσέχει και ότι “δεν είμαστε καλά εδώ” γιατί φοβήθηκα για τη ζωή μου, ότι από μία σπίθα θα μπορούσε να γίνει έκρηξη» τόνισε.
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος επιχείρησε να πείσει το δικαστήριο ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τα παιδιά και τη σύζυγό του και υποστήριξε ότι «έστησε» όλο το περιστατικό προκειμένου να κληθεί η αστυνομία, να συλληφθεί και να βρεθεί ενώπιον του δικαστηρίου για να μπορέσει να… μιλήσει στους δικαστές. «Έκανα όλες αυτές τις ενέργειες για να βρεθώ ενώπιον σας» είπε, κάνοντας λόγο για μια έντονη αντίδραση και μια απερισκεψία, όμως απόλυτα ελεγχωμενη. Εξηγώντας τον λόγο που είχε τις στο φιάλες στο αυτοκίνητο, ισχυρίστηκε ότι τις αγόρασε για την ψησταριά καθώς τις χρησιμοποιεί για να φτιάχνει σάλτσες και μαρμελάδες.
«Είχα δύο φίλες και η μία ήταν σχεδόν τελειωμένη για αυτό πήρα και μια άλλη που την χρησιμοποίησα στην ψησταριά. Αυτή με το ελάχιστο αέριο την έβαλα στο αμάξι και την άλλη πορτμπαγκάζ. Ήθελα με κάποιον τρόπο να τρομάξω τη σύζυγό μου και να καλέσει την αστυνομία για να παραδοθώ. Μπορούσα εύκολα να την τρομοκρατήσω με σκηνοθεσία. Η αγωνιά μου ήταν να την πείσω ότι υπάρχει κίνδυνος. Δε θα γινόμουν πιστευτός αν η φιάλη ήταν άδεια» ανέφερε.
«Τοποθέτησα και τα παιδιά στο αυτοκίνητο, πήρα έναν σωλήνα ποτίσματος και τον έβαλα στο παράθυρο. Πήρα μια πετσέτα και την έβαλα εκεί πέρα. Είχα δύο αναπτήρες που βρήκα ντουλαπάκι. Για να στήσω όλο το σκηνικό. Τα παιδιά κοιμόντουσαν. Άνοιξα τη φιάλη όταν έφτασα απέναντι από το σπίτι της συζύγου μου. Πάρκαρα απέναντι για να δω πότε θα βγει, έτσι ώστε να δημιουργήσω αυτήν την εντύπωση και να μην κινδυνέψουν τα παιδιά μου. Όταν την είδα να βγαίνει πήγα μπροστά στο σπίτι της. Άφησα ανοιχτά τα παράθυρα του συνοδηγού και τα πίσω για να βγαίνει η μυρωδιά. Τα έκλεισα μπροστά της, όπως και τις ασφάλειες. Ύστερα άναψα το φως μέσα στο αυτοκίνητο και δούλευα τον κλιματισμό σε χαμηλό βαθμό. Τα φώτα ήταν αναμμένα. Της έδειξα τον αναπτήρα αλλά δεν τον άναψα, της έδειξα και τον σωλήνα ότι τάχα δε μπορώ να αναπνεύσω. Είδα ότι αντέδρασε, τρόμαξε. Προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα, δε μπορούσε, έφυγε και στη συνέχεια έκλεισα την φιάλη και περίμενα να παραδοθώ. Την φιάλη την έκλεισα αμέσως, δεν ήθελα να προκαλέσω κακό στα παιδιά μου. Ποτέ δε θα έκανα κακό στη σύζυγό μου και στα παιδιά. Η κατάσταση ήταν απόλυτα ελεγχόμενη, ήμουν στεναχωρημένος και το έκανα» σημείωσε.
Την ενοχή του κατηγορουμένου για τις πράξεις τις οποίες κατηγορείται πρότεινε και η εισαγγελέας της έδρας τονίζοντας ότι ο 63χρονος «ήθελε να γίνει έκρηξη και να τους πάρει μαζί του στον θάνατο. Αυτή ήταν η πρόθεση του κατηγορουμένου. Ήξερε και ήθελε να προκαλέσει έκρηξη. Μια έκρηξη από δύο δεκάκιλες φιάλες υγραερίου, έστω κι αν η μία δεν ήταν γεμάτη, θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστια καταστροφή, να τραυματίσει και να σκοτώσει κι άλλους ανθρώπους».
Σχετικά με την απολογία του κατηγορουμένου και όσα ισχυρίστηκε, η εισαγγελική λειτουργός επεσήμανε ότι «δεν αντέχει σε καμία λογική».
Πηγή: protothema.gr