Monday, 23 December, 2024

Κύπρος: 44 χρόνια από την εισβολή, την προδοσία και τον ηρωισμό

Ακριβώς στις 5:30. Την ώρα, που χαράζει η καινούργια μέρα, με τον ήλιο να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα, το ίδιο απόκοσμο ουρλιαχτό των σειρήνων θυμίζει τι συμβαίνει 44 χρόνια πριν στη Κύπρο

Η 20η Ιουλίου 1974 δεν θα είναι ποτέ μια μέρα όπως οι άλλες. Είναι η μέρα που η ιστορία του νησιού άλλαξε. Η μέρα που τα τουρκικά στρατεύματα πάτησαν, σχεδόν ανεμπόδιστα, το πόδι τους στις ακτές της Κερύνειας, διακόπτοντας βίαια μια ιστορική πορεία χιλιάδων χρόνων, συνδεδεμένη με τον ελληνισμό. Η Κερύνεια «βαφτίστηκε» Girne και οι λιγοστοί Έλληνες που περιπλανιούνται στα σοκάκια της είναι επισκέπτες στον τόπο τους.
Τρισάγια και μνημόσυνα, στην ελεύθερη πλευρά της Κύπρου, με τα μάτια στραμμένα στο υπόλοιπο νησί, πέρα από τα συρματοπλέγματα. Σε αυτό το υπόλοιπο νησί, στα κατεχόμενα, που πραγματοποιούνται παρελάσεις και εορταστικές εκδηλώσεις για την αθλιότητα που βαφτίστηκε «άθλος». Τουρκικά αεροσκάφη επιδείξεων, φρεγάτες και υποβρύχια του ναυτικού του εισβολέα, δεν αφήνουν να δημιουργηθεί καμία ψευδαίσθηση. Ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Η απειλή είναι υπαρκτή και ο χρόνος συμμαχεί με αυτούς που σκότωσαν, βίασαν και γκρέμισαν.
Το «αν»… που πληγώνει
Η τουρκική εισβολή τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου 1974, θα μπορούσε να αποτραπεί τις πρώτες ώρες, αν δεν είχε προηγηθεί στις 15 Ιουλίου 1974, το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, και η συγκέντρωση των επίλεκτων μονάδων της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς στη Λευκωσία, για να στηρίξουν τον γραφικό και επικίνδυνο Νίκο Σαμψών, τον οποίο επέλεξε η χούντα του Ιωαννίδη ως τον εκλεκτό της, για να του απονείμει η ιστορία τον τίτλο του «οκταήμερου Προέδρου».
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, ο οποίος ήταν ο διοικητής 39ηςΜεραρχίας Πεζικού, η οποία μετείχε στο πρώτο κύμα της απόβασης στις ακτές της Κερύνειας: «Αναρωτιέμαι σήμερα αν τότε εκείνη η ακτή είχε εμπόδια ή ήταν ναρκοθετημένη! Τι θα κάναμε; Ποια άλλη ακτή θα επιλέγαμε και θα ερευνούσαμε; Ήταν ποτέ δυνατόν αφού η επιχείρηση στην Κύπρο θα άρχιζε το πρωί της 20ης Ιουλίου, να ψάχναμε άλλη ακτή και να την ερευνούσαμε κιόλας; Και όμως η προδοσία δεν έθεσε στους Τούρκους ούτε καν αυτί το εμπόδιο. Μια τουφεκιά την ώρα που πατούσαν το πόδι τους στην ακτή.
Μπορούσαμε και δεν το κάναμε
Είναι προφανές ότι από τη μία οι Τούρκοι δεν είχαν προβεί σε επαρκή προπαρασκευή και από την άλλη οι ελληνικές δυνάμεις, αν και ανέμεναν μια τουρκική κίνηση δεν είχαν προετοιμάσει την άμυνα.
Στην περιοχή που οι Τούρκοι έκαναν την απόβαση, υπήρχαν δύο κυπριακά τάγματα πεζικού. Κανένα από τα δύο δεν κινητοποιήθηκε για να αντισταθεί στην απόβαση (αποβίβαση) των Τούρκων. Το 281 Τάγμα Πεζικού είχε σταλεί να κυνηγήσει τον Μακάριο που είχε διαφύγει από την επίθεση των πραξικοπηματιών στο Προεδρικό Μέγαρο και το άλλο είχε λάβει οδηγίες να μην κάνει απολύτως τίποτα.
Παρά το ότι υπήρχε πλήρης αποδιοργάνωση, το 251 Τάγμα Πεζικού υπό τον Καλαματιανό αντισυνταγματάρχη Π. Κουρουπή, που ακόμα είναι αγνοούμενος άρχισε να χτυπάει τα τουρκικά στρατεύματα με ότι οπλισμό διέθετε. Μάχη που καθήλωσε τους Τούρκους για 2,5 μέρες. Την ίδια ώρα, χωρίς εντολές από το Γενικό Επιτελείο, από τα υψώματα του Πενταδακτύλου άρχισαν και οι βολές πυροβολικού με προσωπική πρωτοβουλία του τότε υπολοχαγού Αντωνακόπουλου (αργότερα Αρχηγός ΓΕΣ και ΓΕΕΘΑ). Είναι αξιοσημείωτο ότι στη περιοχή βρισκόντουσαν και κάποιες άλλες ελληνοκυπριακές δυνάμεις οι οποίες δεν αντέδρασαν γιατί δεν είχαν εντολές από το Γενικό Επιτελείο!
Εισβολείς για κλάματα
Παρά, την σχεδόν ανύπαρκτη ελληνική αντίσταση, οι Τούρκοι καθυστέρησαν για ώρες να δημιουργήσουν προγεφύρωμα και να προχωρήσουν στη κατάληψη της Κερύνειας που βρισκόταν μόλις 8 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή Πέντεμιλι στην οποία έγινε η απόβαση. Αν υπήρχε στοιχειώδης αντίσταση, είναι σίγουρο ότι οι απώλειες τους θα ήταν τεράστιες και ενδεχομένως το εγχείρημα να έπαιρνε άλλη τροπή. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το πρώτο βράδυ της 20ης Ιουλίου, οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις βρισκόντουσαν καθηλωμένες σε μια ακτίνα 400 μέτρων στις ακτές και δεν υπήρξε καμία ελληνική αντεπίθεση. Αντιθέτως, οι ελληνικές δυνάμεις χτυπούσαν άλλους στόχους και κατά τις μετακινήσεις τους αντιμετώπιζαν την τουρκική αεροπορία, η οποία κυριαρχούσε πάνω από τη Κύπρο χωρίς καμία ελληνική παρουσία. Ακόμα και τα δύο υποβρύχια που είχε στείλει το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Ναυτικού διατάχθηκαν να αλλάξουν πορεία και αντί να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο επέστρεψαν στην Ελλάδα. Η ελληνική αεροπορία, η οποία είχε προμηθευτεί προσφάτως αεροσκάφη Phantoms, δεν έδωσε άδεια απογείωσης και εμπλοκής. Δηλαδή έγιναν όλα όσα έπρεπε για να διευκολυνθεί η τουρκική εισβολή σε μια εποχή που σε Αθήνα και Κύπρο τα ηνία τα κρατούσαν οι στρατιωτικοί, όργανα του Ιωαννίδη.
Τίμησαν τη στολή τους
Παρά την εικόνα διάλυσης στις μάχες που έγιναν, υπήρξαν παραδείγματα πραγματικού ηρωισμού και θυσίας που δυστυχώς δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν τη τραγωδία.
Οι πρώτοι νεκροί ήταν ο υποπλοίαρχος Ε. Τσομάκης, από τη Καλλιθέα και οι ναύτες και οι αξιωματικοί δυο παλιών τορπιλακάτων Τ1 και Τ3 που βγήκαν στα ανοικτά της Κερύνειας για να αντιμετωπίσουν τον Τουρκικό αποβατικό στόλο. Ήταν μια αποστολή αυτοκτονίας και όμως εκτέλεσαν. Ο Τσομάκης που επέβαινε στη τορπιλάκατο Τ3 παρά το ότι βρισκόταν κάτω από τις επιθέσεις της τουρκικής αεροπορίας και τον κανιοβολισμό του τουρκικού στόλου, βρέθηκε σε απόσταση βολής και ήταν έτοιμο να χτυπήσει με δύο τορπίλες. Εκείνη τη στιγμή η τορπιλάκατος χτυπήθηκε στέλνοντας στο θάνατο τον ίδιο. Είχε προλάβει ωστόσο με τα αντιαεροπορικά να καταρρίψει δύο τουρκικά αεροσκάφη. Περάσανε χρόνια για να αναγνωρίσει η Ελληνική Πολιτεία τη θυσία του, η οποία ήταν η πρώτη αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν επέλεγε τον δρόμο που επέλεξαν άλλοι, λίγες μέρες μετά την εισβολή θα επέστρεφε στην Ελλάδα, καθώς στις 24 Ιουλίου, ολοκληρωνόταν η διετής μετάθεση του στη Κύπρο.
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) με τεράστιες απώλειες άντεξε στη πρώτη φάση της εισβολής καταφέρνοντας να δημιουργήσει σημαντικό κόστος στις τουρκικές δυνάμεις. Ακόμα και όταν κατά τη περίοδο της εκεχειρίας οι Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν το στρατόπεδο, το Γενικό Επιτελείο ζητούσε να μην υπάρξει απάντηση και να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός, κάτι που δεν τήρησαν αυτοβούλως οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες βλέποντας τις τουρκικές δυνάμεις να πλησιάζουν σε απόσταση αναπνοής. Ακολούθησε ο δεύτερος γύρος της εισβολής ο οποίος ήταν καθοριστικός. Η ΕΛΔΥΚ έδωσε άνιση μάχη και αποδεκατίστηκε αφού αφέθηκε χωρίς αεροπορική κάλυψη και κάλυψη πυροβολικού να αντιμετωπίσει μια επίθεση στην οποία οι Τούρκοι έριξαν τις καλύτερες δυνάμεις τους. Ακόμα και σε αυτή τη χαμένη μάχη της ΕΛΔΥΚ βρέθηκαν άνθρωποι όπως ο Μανιάτης λοχαγός Σωτήρης Σταυριανάκος που με νύχια και με δόντια πολέμησαν ακόμα και με ένα πιστόλι εναντίον αρμάτων. Κάποια στιγμή ένας από τους στρατιώτες τον ρώτησε: «Δε μου λες, κύριε Λοχαγέ εμείς εδώ οι λίγοι, τι κάνουμε; Τι παριστάνουμε; Τους 300 του Λεωνίδα; Γιατί όσο και να αντέξουμε, όσο και να κρατήσουμε, σε κάποια στιγμή θα πέσουμε». Η απάντηση του Σταυριανάκου δεν χωρούσε παρανοήσεις: «Άκουσε να σου πω Λοχία. Είμαστε Έλληνες Στρατιώτες, εδώ είναι Ελλάδα και είμαστε υποχρεωμένοι να πέσουμε μέχρι ενός. Τα άρματα θα περάσουν από πάνω μας».
Ο αντισυνταγματάρχης Στυλιανός Καλμπουρτζής, διοικητής της 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού, μετά από τριήμερη άνιση μάχη με καταδρομείς του Τουρκικού στρατού , έπεσε ηρωικά μαζί με 37 άνδρες του, στην διάβαση Πέλλα Πάϊς -Συγχαρί, στην οροσειρά του Πενταδακτύλου.
Αυτοί που θυμούνται τις τελευταίες στιγμές αναφέρουν την υπεράνθρωπη προσπάθεια, που κατέβαλε τις κρίσιμες ώρες της τελικής μάχης εκθέτοντας τον εαυτό του σε θανάσιμο κίνδυνο βάλλοντας μόνος από προωθημένη θέση πυροβολικού για να καλύψει την ασφαλή αποχώρηση των στρατιωτών του. Η τύχη του Καλμπουρτζή αγνοείτο από τις 23 Ιουλίου 1974. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ένας Τουρκοκύπριος παρέδωσε στην Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων το περίστροφο του και την βέρα του γάμου του. Τα οστα του είχαν βρεθεί σε ομαδικό τάφο το 2011 και ταυτοποιήθηκαν με DNA το 2015.


Στο αεροδρόμιο Λευκωσία οι καταδρομείς που έφτασαν με τα αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ από τη Κρήτη, βρέθηκαν πριν ακόμα προσγειωθούν, στο στόχαστρο των ελληνικών δυνάμεων που νόμιζαν πως τα αεροσκάφη ήταν τουρκικά. Κάποια προσγειώθηκαν και οι καταδρομείς μπόρεσαν να υπερασπίσουν την τιμή των ίδιων και της Ελλάδας. Δυστυχώς οι καταδρομείς και το πλήρωμα του ΝΟΡΑΤΛΑΣ «Νίκη-4» σκοτώθηκαν πλην του Θανάση Ζαφειρίου που έκανε άλμα στο κενό και απεβίωσε το 2016. Αυτοί οι άνθρωποι μόλις προσφάτως ταυτοποιήθηκαν και τα οστά τους παραδόθηκαν στους συγγενείς τους. Θάφτηκαν μαζί με ο αεροπλάνο τους στο σημείο που έπεσαν.
Την ίδια ώρα στη Πάφο, ο Κερκυραίος πλωτάρχης Ε. Χανδρινός. παρά το ότι δεν είχε διαταγές κανονιοβόλησε τον τουρκικό θύλακα και στη συνέχεια παραπλάνησε την τουρκική αεροπορία, η οποία αναζητώντας το αρματαγωγό «Λέσβος» βύθισε δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.
Στιγμές ηρωισμού θυμούνται ακόμα και σήμερα οι κάτοικοι της ευρύτερης Λευκωσίας, η οποία δεν έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Ο τότε ταγματάρχης Δ. Αλευρομάγειρος με το 336 Τάγμα Πεζικού μπόρεσε να κρατήσει τις γραμμές και να καθηλώσει τους Τούρκους στα σημεία που βρισκόντουσαν και πριν την εισβολή (Πράσινη Γραμμή).
Στα υψώματα του Πενταδακτύλου, οι Μοίρες Καταδρομών κρατούσαν τις θέσεις τους και προωθήθηκαν πολλές φορές καταλαμβάνοντας το στρατηγικής σημασίας κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα που δεσπόζει της Κερύνειας. Σε μια από τις μάχες ο διοικητής της 33ης Μοίρας καταδρομών Ταγματάρχης Γιώργος Κατσάνης, από το Σιδηρόκαστρο, άκουσε να τον φωνάζουν με το όνομα του και νόμισε ότι επρόκειτο για Έλληνες. Μόλις σηκώθηκε να δει τι συμβαίνει τον θέρισε μια ριπή και έμεινε νεκρός στα βράχια. Οι Τούρκοι γνώριζαν τα ονόματα όλων των Ελλήνων αξιωματικών και μάλιστα τα φώναζαν τυχαία σε μάχες που οι αντίπαλες δυνάμεις βρισκόντουσαν κοντά.
Θα μπορούσε να γίνει αναφορά και σε πολλούς άλλους όπως ο Λοχαγός της ΕΛΔΥΚ Βασίλης Σταμπουλής που έμεινε μέχρι τέλους στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, όταν πια το κατέλαβαν οι Τούρκοι και άρχισαν να αποκεφαλίζουν ακόμα και τα πτώματα, για να φωτογραφηθούν ως ήρωες με τα κεφάλια Ελλήνων. Ο ηρωϊκός θάνατος, δεν μειώνει σε καμία περίπτωση των ηρωισμό αυτών που επέζησαν και ήταν αρκετοί, όπως ο Αντισυνταγματάρχης Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος, ο Ταγματάρχης Γιώργος Παπαμελετίου, ο καταδρομέας Μανώλης Μπικάκης και πολλοί άλλοι που σήμερα δεν είναι στη ζωή, και δεν μπόρεσαν να δουν όσο ζούσαν τις θυσίες των συμπολεμιστών τους να δικαιώνονται.
πρώτο θέμα

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου