Την επιθυμία του να επιστρέψει άμεσα στην Ελλάδα και να εκτίσει εκεί το υπόλοιπο της ποινής του εξέφρασε ο διαβόητος κακοποιός, Κώστας Πάσσαρης
καθώς οι ρουμανικές δικαστικές αρχές φέρεται να έχουν συμφωνήσει την έκδοσή του στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθμού ΑΝΤ1, η τύχη του καταδικασμένου σε τέσσερις φορές ισόβια θα κριθεί πλέον από την ελληνική Δικαιοσύνη, η οποία έχει προθεσμία 90 ημερών, ώστε να απαντήσει σε σχέση με την επιστροφή του 45χρονου ισοβίτη.
Υπενθυμίζεται πως στις 22 Ιανουαρίου, ο Κώστας Πάσσαρης είχε καταδικαστεί από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας σε τέσσερις φορές ισόβια κάθειρξη για ισάριθμες δολοφονίες και επιπλέον 49 χρόνια κάθειρξη για επτά απόπειρες ανθρωποκτονιών και τρεις ληστείες.
Το δικαστήριο είχε απορρίψει όλα τα ελαφρυντικά που υπέβαλε η πλευρά του κατηγορουμένου. Επιπλέον απέρριψε και το αίτημα της πολιτικής αγωγής να διαβιβαστεί ο φάκελος της δικογραφίας στην Εισαγγελία προκειμένου να διερευνηθεί ποιος ήταν εκείνος που προμήθευσε το όπλο στον Κώστα Πάσσαρη.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε τις πράξεις» τόνισε νωρίτερα η εισαγγελέας της έδρας, ζητώντας την ενοχή του Πάσσαρη για 4 ανθρωποκτονίες και 7 απόπειρες ανθρωποκτονίας. «Ο κατηγορούμενος είχε οργανωμένο σχέδιο για να αποδράσει από το νοσοκομείο “Γεννηματάς” τον Φεβρουάριο του 2001, σκοτώνοντας εν ψυχρώ τους δύο αστυνομικούς Δημήτρη Αλεβιζόπουλο και Αθανάσιο Δρακόπουλο και τραυματίζοντας σοβαρά τον σωφρονιστικό υπάλληλο Ανδρέα Φυσέκη».
Σύμφωνα με την αγόρευση της εισαγγελικής λειτουργού το οργανωμένο σχέδιο αποδεικνύεται από το γεγονός, κατά το σκεπτικό της εισαγγελέως, ότι άλλες δύο φορές που τον μετέφεραν στο νοσοκομείο, «επειδή καταλάβαινε ότι δεν μπορούσε να διαφύγει, καθώς τα χέρια του ήταν δεμένα πίσω και όχι μπροστά, άλλαξε γνώμη και είπε στους αστυνομικούς ότι δε θέλει να εξεταστεί περιέγραψε η εισαγγελική λειτουργός».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στην εν ψυχρώ δολοφονία της αδελφής της φαρμακοποιού που τον αναγνώρισε, αλλά και στη δολοφονία της γυναίκας από τη Βουλγαρία.
Της εισαγγελικής πρότασης προηγήθηκαν οι καταθέσεις των τελευταίων μαρτύρων, που ήταν παρόντες στη δολοφονία των δύο αστυνομικών στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο «Γεννηματάς».
«Την ώρα που ήμουν στο νοσοκομείο, δύο αστυνομικοί έφεραν ένα κρατούμενο. Αντίκρισε έναν άνθρωπο θηρίο, έβριζε, έφτυνε, ήταν αγρίμι. Έκανε κινήσεις με το σώμα του για να διαφύγει. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν “πού είναι ο αξονικός τομογράφος”. Αφού τους απάντησα, έφυγαν. Μετά από 3 λεπτά ένιωσα τον αέρα της σφαίρας. Οι πυροβολισμοί έπεφταν βροχή. Έπεσα κάτω. Μόλις καταλάγιασαν οι σφαίρες, είδα δύο άνδρες ξαπλωμένους με αίματα. Ήμουν σοκαρισμένη…» ανέφερε η πρώτη μάρτυρας, ενώ ο δεύτερος πρόσθεσε:
«Ήταν ήρεμος, πέρασε από δίπλα μου. Ακούγαμε ουρλιαχτά μετά τους πυροβολισμούς. Κάποιοι φώναζαν “σταματήστε τον”. Κρατούσε όπλο. Το όπλισε μπροστά μου, το έβαλε στο μπουφάν του και προχώρησε γρήγορα για να πάει στην πίσω πλευρά του νοσοκομείου που συνορεύει με το “Σωτηρία”. Σίγουρα, δε φορούσε χειροπέδες».