Οι Κεμαλικοί μετά την επικράτησή τους, προσπάθησαν και τελικώς πέτυχαν με διάφορα μέσα να εξοντώσουν ό,τι δεν είχαν μπορέσει
να εξολοθρεύσουν οι Νεότουρκοι. Διωγμοί, εξορίες, δολοφονίες, βιασμοί, δίκες και καταδίκες στα αποκαλούμενα «δικαστήρια ανεξαρτησίας», τα οποία εκδίδουν «αποφάσεις» και εκτελούνται πρόκριτοι, βουλευτές, δημοσιογράφοι, καθηγητές, δάσκαλοι, μαθητές γυμνασίων- Ανανιάδης και Παυλίδης του κολλεγίου Ανατόλια της Μερζιφούντας- και κληρικοί, από τους οποίους ζητούνται δηλώσεις ότι συμμετείχαν στην οργάνωση του επαναστατικού απελευθερωτικού κινήματος στον Πόντο.
Η “απόφαση” του ψευτοδικαστηρίου σημείωνε σχετικά:
«Επειδή αποδείχθηκε ότι οι παρόντες και κάποιοι από τους απόντες σκέφτονταν και ενεργούσαν να ιδρύσουν Δημοκρατία του Πόντου, αποσπώντας μεγάλο τμήμα του Οθωμανικού Κράτους, από την Τραπεζούντα μέχρι το Ζογκουλδάκ και προς το εσωτερικό μέχρι τη Σεβαστεία καταδικάζονται 69 προύχοντες στον δι` αγχόνης θάνατον, 15 ερήμην εις θάνατον, 7 σε 15ετή δεσμά, των δε μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Ορφεύς επικυρώνεται η υπό του Στρατοδικείου επιβληθείσα ποινή, και οι υπόλοιποι σε πρόσκαιρα δεσμά στη Σεβάστεια μέχρι το τέλος του πολέμου».
Όπως κατήγγειλε το Οικουμενικό Πατριαρχείο οι υποτιθέμενοι ένοχοι τις «δηλώσεις» τους τις υπέγραψαν μετά τη θανατική καταδίκη τους, την παραμονή της εκτέλεσής τους ή ακόμη και όντας δολοφονημένοι από καιρό. Τέτοιες περιπτώσεις είναι του Χ. Ελευθεριάδη δικηγόρου που είχε δολοφονηθεί στην Κερασούντα το 1920, του Μ. Μαυρίδη, του Γ. Καλογερόπουλου, του Α. Δελικάρη, του Λ. Τεσταμπασίδη, του Ι. Ελευθεριάδη. Ακόμη θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο καθηγητής Γ. Παπαμάρκου, ο διευθυντής της Οθωμανικής Τράπεζας Π. Παπαδόπουλος και ο έμπορος Θ. Εκμεντζίογλου οι οποίοι ήταν ήδη νεκροί από την προηγούμενη της εκτέλεσής τους μεταφέρθηκαν στον τόπο του μαζικού εγκλήματος προκειμένου τα άψυχα σώματά τους να υποστούν την ποινή τους.
Ο κατάλογος των καταδικασμένων σε θάνατο επιφανών Ποντίων που απαγχονίστηκαν την ίδια ημέρα και ώρα στον ίδιο χώρο, στις 8/21 Σεπτεμβρίου 1921, στην πλατεία της Αμάσειας είναι πολύ μεγάλος. Εκεί οδηγήθηκαν 72 Έλληνες μάρτυρες, με επικεφαλής τον αρχιμανδρίτη Πλάτωνα Αιβαζίδη.
Ο δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας Εποχή της Τραπεζούντας Νίκος Καπετανίδης όταν ο πρόεδρος του «δικαστηρίου» του ανέγνωσε το «κατηγορητήριο» ότι επιδίωκε την ανεξαρτησία του Πόντου, αυτός τον διέκοψε λέγοντάς του ότι «εγώ ήθελα την απευθείας ένωση του Πόντου με την Ελλάδα», όπως αναφέρει ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Ψαθάς στο βιβλίο του «Γη του Πόντου».
Το δικαστήριο της Αμάσειας καταδίκασε ερήμην σε θάνατο και τα μέλη της ποντιακής Εθνοσυνέλευσης του Βατούμ, Β. Ιωαννίδη, Λ. Ιασονίδη, Κ. Κωνσταντινίδη, τους μητροπολίτες Τραπεζούντας Χρύσανθο, Αμασείας Γερμανό, Νεοκαισαρείας Πολύκαρπο, Χαλδείας και Κερασούντας Λαυρέντιο, τον επίσκοπο Απολλωνιάδος Ιωακείμ, το νομικό Αρ. Νεόφυτο, τον δημοσιολόγο Νικ. Ιασονίδη, τους Χ. Σιδηρόπουλο, Επ. Σεφεριάδη, Θεμ. Πατσιάδη, Κ. Παπαθεοδώρου, Γ. Γαληνό, Γ. Βαλαβάνη και τον εκδότη της εφημερίδας Λόγος της Τραπεζούντας Ν. Λεοντίδη.
Ιδιαίτερη σημασία στις αντιδράσεις που προκάλεσε η μαζική δολοφονία της ηγεσίας των Ελλήνων αποτελεί το ψήφισμα διαμαρτυρίας των Eλλήνων διανοουμένων προς τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους και τις κυβερνήσεις τους το οποίο υπέγραφαν μεταξύ των άλλων, οι Bλαχογιάννης, Γρυπάρης, Δροσίνης, Zάχος,Kαζαντζάκης, Nιρβάνας, Ξενόπουλος, Παλαμάς Παπαντωνίου, Σικελιανός.
Εξαιρετική είναι η επιστολή του μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας προς την οικογένειά του, λίγο πριν τον απαγχονισμό του στην Αμάσεια. Για πολλούς, όπως και η επόμενη του Μ. Κωφίδη θεωρούνται η πεμπτουσία της Ρωμηοσύνης:
«1921 7βρ 5 Κυριακή, Γλυκυτάτη μου Κλειώ
Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη. Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος. Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι’ αγχόνης θάνατος. Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε. Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή.
Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν. Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ. Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά τον Γέργον να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης.
Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά. Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν. Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις. Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τα οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη. Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον. Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι. Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου ο υμέτερος Αλ. Γ. Ακριτίδης»
(Η Επιστολή μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας. Αρχείο της Αδελφότητας Κρωμναίων Καλαμαριάς)
Στο ίδιο κλίμα και η επιστολή του μελλοθάνατου Ματθαίου Κωφίδη, βουλευτή Τραπεζούντας:
«15/28 Σεπτεμβρίου 1921 φυλακαί Τιμαρχανέ-Αμασείας Φιλτάτη Ουρανία, Χθες ημέραν της Σταυροπροσκυνήσεως επαρουσιάσθην εις το δικαστήριον Ιστικλάλ, καμίαν ελπίδα δεν έχω πλέον, σήμερον θα δοθή η απόφασις η οποία βεβαίως θα είναι καταδικαστική, σας αφίνω υγείαν και εις την προστασίαν του Παναγάθου, περιττά τα πολλά λόγια, θάρρος και εγκαρτέρησις και ελπίς επί Κύριον, δια να ημπορέσης το κατά δύναμιν να σηκώσης το βαρύ φορτίον σου. Σας γλυκοφιλώ όλους Ο Ματθαίος σου Υ.Γ. Εις τα φίλτατα την ευχήν μου, καλήν πρόοδον και καλήν διαγωγήν όπως η ψυχή μου και μακρόθεν αγάλλεται. Ο ίδιος».
Η μαζική εξόντωση της ηγεσίας των Ελλήνων το Σεπτέμβριο του 1921 στα «δικαστήρια ανεξαρτησίας» αποτελεί ένα μικρό μέρος του Ελληνικού ολοκαυτώματος. Ωστόσο έχει μεγάλη σημασία γιατί με την έλλειψη των εξαιρετικών αυτών μορφών Ελληνισμού χάθηκε η ηγεσία, οι αρχηγοί, η πνευματικοί άνδρες.
Ήταν μία από τις τελευταίες πράξεις του Ελληνικού δράματος που εκτυλίχθηκε στον Πόντο, στη Θράκη, στην Μικρά Ασία, στην Καππαδοκία. Η τελευταία γράφτηκε ένα χρόνο αργότερα στην προκυμαία της Σμύρνης.
του Θεοφάνη Μαλκίδη – e-pontos.gr