Η περιπέτεια των 5 αμαρτωλών εκατομμυρίων του Θέμου Αναστασιάδη, για τα οποία το Ελεγκτικό Συνέδριο απεφάνθη τελεσίδικα ότι αποκτήθηκαν παράνομα, είναι η σταγόνα μιας δύσοσμης ιστορίας, οι προεκτάσεις της οποίας θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ρωγμές, τόσο στο επιχειρηματικό όσο και στο τραπεζικό κατεστημένο
Είναι η ιστορία για την οποία αναγκάστηκα να παραιτηθώ από την εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», γνωρίζοντας μόνον την ύπαρξη σε λογαριασμό του τότε συνεταίρου μου 5 μαύρων εκατομμυρίων, για τα οποία οι Αρχές υποτίθεται ότι διενεργούσαν έρευνα, κι όχι την προέλευση.
Για εκείνους που με γνωρίζουν καλά, από εκείνη τη στιγμή μού ήταν αδύνατον να συνυπάρξω, αποσιωπώντας την υπόθεση.
«Μη διαλύεις την πρώτη εφημερίδα της Ελλάδας» ήταν οι σπαραξικάρδιες προτροπές «φίλων» και εχθρών, και βάζω τους φίλους σε εισαγωγικά, διότι σε τέτοιες περιπτώσεις οι περισσότεροι βολεύουν την έννοια της φιλίας μέσα στα στενά όρια του προσωπικού τους συμφέροντος.
Ένας κρατικός λειτουργός ήταν ο άνθρωπος που με ενημέρωσε για τη μεταφορά των 5 εκατομμυρίων μέσα σε σακούλες στην τράπεζα ΒΝΡ και τον έλεγχο που διενεργούσαν τα αρμόδια όργανα υπό την εποπτεία του περιβόητου Κλαδά. Απολάμβανα με την οικογένειά μου το μεσημέρι της Κυριακής σε μία ταβέρνα της Σταμάτας, όταν με πλησίασε ο πρόεδρος οργανισμού για να μου ψιθυρίσει στο αφτί: «Μπορούμε να βγούμε λίγο έξω για να σου πω κάτι;».
Τον ακολούθησα και μπήκαμε στο αυτοκίνητό μου γιατί έβρεχε καταρρακτωδώς. Τον άκουσα έκπληκτος να μου λέει: «Οι υπηρεσίες ερευνούν τον συνεταίρο σου για παράνομο ποσόν 5 εκατομμυρίων, που κατέθεσε σε τράπεζα μέσα σε μαύρες σακούλες». «Δεν μπορώ να σου πω περισσότερα» προσέθεσε, βλέποντας προφανώς ότι είχα αρχίσει να σκοτεινιάζω, και με παρακάλεσε να τον προστατεύσω.
Την ίδια στιγμή ήταν σε εξέλιξη η υπόθεση του περίφημου DVD της Τσέκου και της απόπειρας αυτοκτονίας του πρώην γενικού γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού Χρήστου Ζαχόπουλου. Δύο θέματα τα οποία κλήθηκα σχεδόν ταυτόχρονα να διαχειριστώ επιστρέφοντας από τις διακοπές μου, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αφού η υπόθεση του DVD ήταν κι εκείνη μία καυτή πατάτα.
Κάλεσα τον Αναστασιάδη στο σπίτι μου για να του ζητήσω εξηγήσεις τόσο για την προέλευση των χρημάτων όσο και για την εξέλιξη στην υπόθεση του DVD. Στη συνάντηση εκείνη παρόντες εκτός από τον Αναστασιάδη ήταν ο Καραμήτσος κι η σύζυγός μου.
Αφού άρχισε λοιπόν να ρητορεύει περί ανέμων και υδάτων, όταν κατάλαβε ότι τα στοιχεία που είχα στα χέρια μου δεν αμφισβητούνταν, προσποιήθηκε ότι δεν αισθάνεται καλά, έπαιξε ένα απίστευτο θέατρο λιποθυμικού επεισοδίου κι όταν αγρίεψα, ζήτησε να τον μεταφέρουν σε νοσοκομείο, κάτι που συνέβη τελικά και η κουβέντα μας έληξε εκεί. Την ίδια στιγμή, όμως, μάθαινα κάτι εξίσου τραγικό. Το DVD που είχε γίνει αιτία να πηδήξει ο Ζαχόπουλος στο κενό είχε περάσει από το γραφείο μου. Πολλοί θα θυμούνται ότι οι δημοσιογράφοι αναζητούσαν τον δράστη του εκβιασμού του Ζαχόπουλου μέσω ενός DVD, με τον Πάγκαλο να δηλώνει ότι ο δημοσιογράφος που επισκέφθηκε η Τσέκου και εκείνος της έκλεψε το υλικό είναι ανθρωποειδές που οφείλει να εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία.
Νομίζω ότι είναι καιρός να μάθει ο κόσμος όλη την αλήθεια.
Εμένα έψαχνε η Τσέκου, με είχε αναζητήσει, εγώ έλειπα, ήμουν σε καλοκαιρινές διακοπές και ο αρχισυντάκτης της εκπομπής μου την οδήγησε στην αγκαλιά του Αναστασιάδη, ο οποίος έκλεψε το περιεχόμενο με τον γνωστό τρόπο και τις συνέπειες που ακολούθησαν. Επίμονα ζητούσα από τον συνεργάτη μου και τον Αναστασιάδη να μου πουν εάν κατά τη διάρκεια της απουσίας μου υπήρχε κάποια επαφή με την Τσέκου. Το ένστικτο με οδηγούσε στο ενδεχόμενο εμπλοκής ατόμου μέσα στην εφημερίδα, κάτι που επιβεβαιώθηκε αργότερα. Το… μύριζα τον αέρα, το έβλεπα στα βλέμματά τους. Ο θόρυβος ήταν τεράστιος εκείνη την περίοδο. Πολλοί, μάλιστα, υποψιάζονταν ότι κρυβόμουν εγώ πίσω από το DVD…
Ήταν η δεύτερη μεγάλη είδηση η οποία έγινε αιτία να ξεχειλίσει το ποτήρι και να οδηγηθούμε σε οριστική ρήξη.
Ζητούσα από τον Αναστασιάδη να μου εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να έχει πουλήσει την ψυχή του στον διάβολο για 5 εκατομμύρια κι εκείνος βρισκόταν μπλεγμένος πίσω από την υπόθεση Ζαχόπουλου. Μέχρι που ανακάλυψα ότι όχι μόνο είχε υποκλέψει το DVD μιας ανόητης δυστυχισμένης που προσπαθούσε να μονιμοποιηθεί με αυτόν τον βλακώδη τρόπο, αλλά το είχε προτάξει στην κουβέντα με τους υπευθύνους του Μαξίμου, προκειμένου να επέλθει ο ιστορικός συμβιβασμός. Εμείς θα κρύβουμε το DVD κι εσείς σταματάτε την έρευνα για τα «μαύρα» στην τράπεζα.
Θυμάμαι ότι εκείνο το πρωί μπήκα στο γραφείο μου αποφασισμένος όχι απλώς να δώσω ένα τέλος στη σχέση μου με τη μεγαλύτερη εφημερίδα του τόπου, για την επιτυχία της οποίας, εκτός από τη μετοχική σχέση του 40%, ο πολύς κόσμος γνωρίζει ποια ήταν η δική μου συμμετοχή, αλλά να τον εξευτελίσω εντελώς. Τέτοιο υποκείμενο δεν πρέπει να έχει περάσει από τη δημοσιογραφία, σκεπτόμουν κατευθυνόμενος στο γραφείο του, που ήταν δίπλα στο δικό μου. Είχα γνωρίσει πολλές «ρόμπες», ο συγκεκριμένος όμως ήταν υπερπαραγωγή.
«Τι είναι αυτά που κάνεις ρε ξευτιλισμένε;» τον ρώτησα, αφού έβγαλα τους υπόλοιπους έξω. Κάτι πήγε να μου ψιθυρίσει, αλλά τον διέκοψα απότομα, δίνοντάς του να καταλάβει ότι όλα είχαν τελειώσει. «Μόλις βγω από εδώ, θα μάθουν όλοι τόσο για το DVD όσο και για τα μαύρα που άρπαξες, ποιος ξέρει για ποια βρομοδουλειά. Το ρεπορτάζ πονάει όχι μόνον για τους άλλους αλλά και για μας τους ίδιους. Πούλησες την ψυχή σου στον διάβολο». Αυτά είπα και βρόντηξα την πόρτα για τελευταία φορά πίσω μου.
Έφυγα κι έτρεχαν όλοι να με αποτρέψουν. Φίλοι, δικηγόροι, συνεργάτες, μέχρι και ο ανεκδιήγητος Καραμήτσος, ο οποίος τηλεφώνησε αργότερα για να μου πει το απίστευτο: «Αυτό που πας να κάνεις είναι ανέντιμο για έναν φίλο. Εγώ και με ανήλικο να τον είχα πιάσει, δεν θα τον κατέδιδα!!!».
Δεν νομίζω ότι είχα αισθανθεί περισσότερη αηδία στη ζωή μου. Όμως, το έργο δεν είχε τελειώσει εκεί. Στόχος μου ήταν ο άνθρωπος που είχε εκταμιεύσει τα 5 εκατομμύρια. Προσπαθούσα να καταλάβω τι συναλλαγή είχε γίνει. Ήταν φανερό ότι υπήρχε ένοχο μυστικό κι εγώ όφειλα να το ανακαλύψω.
Βγήκα, έκανα δηλώσεις σε κάποιο κανάλι, άρχισε ο πανικός και ω του θαύματος όλες οι λέρες, που φυσιολογικά έπρεπε να πέσουν επάνω του και να τον κατασπαράξουν, εμφανίστηκαν να τον υπερασπίζονται. Περισσότερο με είχε ενοχλήσει η συμπεριφορά του Λαζόπουλου. Εμφανίστηκε στην εκπομπή του προσπαθώντας να κάνει συμψηφισμό και να περάσει το μήνυμα, όπως και πολλοί άλλοι, ότι τα χάλασαν στη μοιρασιά! «Δεν θα βρεθεί ένας να χώσει τον Τριανταφυλλόπουλο μέσα;» κραύγαζε… Άθλιος ηθοποιός, στον χειρότερο ρόλο της ζωής του, σε ό,τι με αφορούσε τουλάχιστον.
Είχε μεσολαβήσει και μια συνάντηση σε ένα σπίτι του Γιώργου Κουρή στην Πλάκα. Πρέπει να σας το πω κι αυτό, διότι δίνει την πραγματική έννοια της φαρσοκωμωδίας που ήταν σε εξέλιξη.
Πήγα στην Πλάκα, μπήκα στο σπίτι κι αφού άρχισε τις γνωστές προτροπές ο Κουρής: «Μη διαλύεις την εφημερίδα, περίμενε πρώτα να σου εξηγήσει ο Θέμος (περίμενα ήδη δύο μήνες), δεν γνωρίζεις τα πραγματικά γεγονότα, έχεις μία περιουσία και μία εξουσία ανυπολόγιστη» και άλλες μπούρδες αυτού του τύπου, στο τέλος μού έσκασε το μυστικό: «Θέλω μόνο μία χάρη, να δεις μαζί μου τον Θέμο. Θα μάθεις όλη την αλήθεια!».
Εντάξει, του απαντάω και τότε ανοίγει μία καταπακτή -εκεί τον είχε κρυμμένο-, για να εμφανιστεί ο βρεγμένος γάτος! Τι μου εκμυστηρεύτηκε; Το απίστευτο επιχείρημα ότι είχε δανειστεί τα χρήματα για την ασφάλεια της εφημερίδας. Στο εύλογο ερώτημά μου ποια ασφάλεια, αφού η εφημερίδα παρουσίαζε πλεόνασμα, δάνεια δεν είχαμε, η κυκλοφορία ήταν στα ύψη κ.λπ., μασούσε τα λόγια του με τον γνώριμο τρόπο που το κάνει κατά τη διάρκεια των εκπομπών του και δυσκολεύεται πολλές φορές ο τηλεθεατής να καταλάβει τι λέει.
Είχα βαρεθεί να είμαι ο τηλεθεατής μιας άθλιας φαρσοκωμωδίας, δεν τους άφησα να συνεχίσουν παρά τις απέλπιδες προσπάθειες του Κουρή να με πείσει κι επειδή αυτές οι στιγμές δεν ξεχνιούνται, ο κομιστής τόλμησε να ξεστομίσει το απίστευτο επιχείρημα: θα σου έλεγα τώρα το όνομα του επιχειρηματία, αλλά είσαι μαλάκας, θα βγεις αμέσως στην τηλεόραση και θα το πεις! Δεν θυμάμαι εάν έφτυσα φεύγοντας, αλλά έφυγα έχοντας έντονα στη μύτη μου εκείνη τη μυρωδιά που «απολαμβάνουν» οι εργάτες καθαριότητας όταν καθαρίζουν βόθρους.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μέσα στον πανικό επικοινωνεί μαζί μου ο βουλευτής Πιερίας ΚώσταςΚουκοδήμος, για να μου εκμυστηρευτεί ότι ήθελε να με συναντήσει ιδιωτικά ο Σπύρος Κλαδάς, υπεύθυνος της ΥΠΕΕ που διενεργούσε -υποτίθεται- την έρευνα για την προέλευση των 5 εκατομμυρίων.
Το ραντεβού ήταν στο σπίτι μου κι ενώ εγώ περίμενα να μου ζητηθούν επιπλέον στοιχεία για την έρευνα, εμφανίστηκε ο Κουκοδήμος αντί του Κλαδά προσπαθώντας να με πείσει να τα βρω με τον Αναστασιάδη!
Τραγικά πράγματα, με αξιωματούχους θλιβερούς, που είχαν και συνεχίζουν να έχουν τεράστιες ευθύνες για την κατάντια της χώρας μας.
Ένα πρωί -είχε περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα- μου τηλεφώνησε ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» στο Σύνταγμα, Θανάσης Λασκαρίδης. Ήθελε να συναντηθούμε.
Σε σουίτα του συγκεκριμένου ξενοδοχείου είχε γυριστεί και η σκηνή του διαφημιστικού με την μπανιέρα, Ήταν μια έμπνευση δική μου, για την οποία δεν μετάνιωσα ποτέ, παρά το γεγονός ότι συχνά την επικαλούνται όσοι προσπαθούν να συμψηφίσουν τις αθλιότητες του κομιστή μαζί μου.
Κάθισα στο γραφείο του χωρίς να γνωρίζω τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Αφού εξέφρασε την οργή του για την εμπλοκή του ονόματος του αδελφού του από τον Αναστασιάδη ως αποστολέα των 5 εκατομμυρίων και την «πουστιά» των υπηρεσιών του Αλογοσκούφη να καλέσουν τον αδελφό του για κατάθεση, ενώ γνώριζαν τι είχε συμβεί, αναρωτήθηκε: «Εσύ τι πιστεύεις, μπορεί να διακινηθεί ένα τόσο σημαντικό ποσόν και οι τράπεζες ή οι υπηρεσίες να μη γνωρίζουν μέσα σε δέκα λεπτά από ποιον λογαριασμό προέρχεται; Λοιπόν, άκουσέ με προσεκτικά. Εκτός από τον παραλήπτη γνωρίζουν και τους αποστολείς. Τον επιχειρηματία και τον τραπεζίτη». Σε ερώτησή μου για ποιο λόγο, απάντησε: «Είσαι αρκετά ικανός για να το ανακαλύψεις μόνος σου».
Πέρασε ο καιρός χωρίς να έχω απαντήσει στο επίμαχο ερώτημα, μέχρι που κατόρθωσα να πάρω το αρχείο μου από τον ΑΛΤΕΡ, που λόγω επίσχεσης των εργαζομένων ήταν καθηλωμένο εκεί για αρκετούς μήνες.
Από το αρχείο έλειπαν 13 φάκελοι που αφορούσαν σε συγκεκριμένο επιχειρηματία. Όλα τα άλλα ήταν στη θέση τους…
Κατάλαβα, επιτέλους, τον λόγο και αισθάνθηκα περισσότερο προδομένος από εκείνον τον συνεργάτη μου που είχε μεσολαβήσει για να περάσουν οι φάκελοι σε άλλα χέρια. Ήταν υπόθεση τερατώδους κλοπής δημόσιου χρήματος που στοιχειοθετούσαμε με πολύ κόπο επί σειρά μηνών… Για όλα αυτά η Πολιτεία ήταν απούσα. Τα όργανά της, οι θεσμοί, η Δικαιοσύνη, ακόμα και οι εκπρόσωποι της άτυπης εξουσίας που ακούει στο όνομα της δημοσιογραφίας. Μία απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου έπειτα από εννέα χρόνια. Καμία άλλη συνέπεια. Το ποινικό κομμάτι με δικονομικά τεχνάσματα πήγε περίπατο.
Έτσι νομίζουν μερικοί δηλαδή, αλλά το ρεπορτάζ συνεχίζεται…