Μέχρι τη Σαρωνίδα η πετρελαιοκηλίδα, σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών – Κίνδυνος να φτάσει στο πιάτο μας, λένε οι επιστήμονες
Μήνυση κατά παντός υπευθύνου, όπως είχε προαναγγείλει ότι θα κάνει, κατέθεσε το WWF Ελλάς για τη ρύπανση στον Σαρωνικό.
Θεωρώντας ότι πρόκειται για περιβαλλοντικό έγκλημα, που χρήζει παραδειγματικής τιμωρίας, το WWF Ελλάς, ως άμεσα ενδιαφερόμενη περιβαλλοντική οργάνωση, δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής, με σκοπό την υποστήριξη της κατηγορίας και την αποκατάσταση της οικολογικής ζημιάς.
Η μήνυση βασίζεται στις οδηγίες 2005/35/ΕΚ «σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων, περιλαμβανομένων των ποινικών κυρώσεων» και 2008/99/ΕΚ «σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος μέσω ποινικού δικαίου».
«Αφού δεν αποτράπηκε η τραγωδία, πρέπει τουλάχιστον να διασφαλιστεί ότι οι ευθύνες θα αποδοθούν με παραδειγματικό τρόπο και ότι μέσα από την εξονυχιστική ανάλυση των αιτιών θα βγούμε καλύτερα προετοιμασμένοι για να προλάβουμε ή να ελέγξουμε αντίστοιχα ατυχήματα στο μέλλον» δήλωσε ο γενικός διευθυντής του WWF Ελλάς, Δημήτρης Καραβέλλας.
«Η απόδοση των ευθυνών και η ποινική προστασία του περιβάλλοντος βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης. Εμείς, ως WWF, θα συμβάλουμε με κάθε τρόπο στη διαλεύκανση των αιτιών και τη διαφανή και κατά το δυνατόν πληρέστερη και εγκυρότερη ενημέρωση των πολιτών» προσέθεσε.
Σε ό,τι αφορά στις προσπάθειες απορρύπανσης που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη, το WWF Ελλάς επιφυλάσσεται για μία ολοκληρωμένη αξιολόγηση μετά την ολοκλήρωσή τους, τονίζοντας ότι οι πρώτες μέρες μετά το ατύχημα είναι κρίσιμες για τον περιορισμό ή την αποφυγή των σοβαρότερων επιπτώσεων σε περιβαλλοντικό επίπεδο.
ΕΛΚΕΘΕ: Μέχρι τη Σαρωνίδα μαζούτ
Αξίζει να σημειωθεί ότι, στην επιβεβαίωση όσων είπαν λουόμενοι, οι οποίοι το Σαββατοκύριακο επισκέφθηκαν τη Σαρωνίδα, προχώρησε το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, το οποίο διαπίστωσε ότι υπάρχει επιβάρυνση και στη συγκεκριμένη περιοχή από την πετρελαιοκηλίδα στο Σαρωνικό, μετά τη βύθιση του μικρού δεξαμενόπλοιου Αγία Ζώνη ΙΙ.
«Είδαμε ότι κάποια δείγματα τα οποία πήραμε από τη Σαρωνίδα την Πέμπτη είναι επιβαρυμένα. Όχι όπως είναι στη Γλυφάδα, αλλά υπάρχει επιβάρυνση. Η συγκεκριμένη δειγματοληψία έγινε μετά από τηλεφώνημα που δεχθήκαμε από κάποιους πολίτες οι οποίοι μένουν κοντά στην περιοχή» δήλωσε στο Αθηναϊκο Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής Ερευνών του ΕΛΚΕΘΕ, Γιάννης Χατζηανέστης.
Για το αν οι κάτοικοι μπορούν να κολυμπήσουν στην περιοχή, ο κ. Χατζηανέστης επιφυλάσσεται να απαντήσει μετά την επεξεργασία των αποτελεσμάτων της δειγματοληψίας. «Θα δούμε και εργαστηριακά τα νούμερα, αλλά αν δεν υπάρχει εμφανώς ρύπανση, δηλαδή μαύρες κηλίδες ή ιριδισμός στο νερό, τότε κατά την άποψη μου δεν υπάρχει πρόβλημα με την κολύμβηση. Πρέπει φυσικά να δούμε και τα ακριβή αποτελέσματα».
Η πετρελαιοκηλίδα θα φτάσει στο πιάτο μας
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Δημήτρης Καραβέλλας, διευθυντής του ελληνικού παραρτήματος του Παγκοσμίου Ταμείου για τη Φύση, είχε δηλώσει στο «ΘΕΜΑ» ότι «εντός των επόμενων ημερών το WWF, για πρώτη φορά από την αρχή της δεκαετίας του ’90 όταν και άρχισε να δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, θα υποβάλει μήνυση κατά παντός υπευθύνου για το συγκεκριμένο περιβαλλοντικό έγκλημα. Και όταν εμείς μιλάμε για έγκλημα, δεν αναφερόμαστε μόνο στο ίδιο το περιστατικό, αλλά και σε όσα ακολούθησαν, δηλαδή στην ανταπόκριση των αρμόδιων κρατικών φορέων. Κατά τη δική μας άποψη, το παιχνίδι χάθηκε τις πρώτες κρίσιμες ώρες του ατυχήματος».
Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της μόλυνσης στο φυσικό περιβάλλον της Σαλαμίνας αλλά και πολυσύχναστων παραλιών της ίδιας της πρωτεύουσας, ειδικοί επιστήμονες αναφέρονται στο ενδεχόμενο της μακροχρόνιας οικολογικής βλάβης: «Ακόμη και για εκατοντάδες χρόνια μπορεί να μείνουν στο θαλάσσιο οικοσύστημα οι υδρογονάνθρακες -όπως αυτοί που περιέχονται στο πετρέλαιο- εάν φτάσουν στον πυθμένα της θάλασσας, σε αυτό που ονομάζουμε ίζημα», εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο κ. Γιάννης Χατζηανέστης, διευθυντής του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ).
Ο κ. Χατζηανέστης υπογραμμίζει την ύψιστη σημασία μιας τάχιστης και συστηματικής επιχείρησης, ώστε να παρεμποδιστεί η επικάθιση του πετρελαίου στα οργανικά στοιχεία (δηλαδή στους ζώντες οργανισμούς) που βρίσκονται στον πυθμένα του Σαρωνικού. Κρίσιμος παράγοντας είναι η ποσότητα αλλά και το είδος της καύσιμης ύλης που διέρρευσε από το ναυάγιο στο θαλάσσιο περιβάλλον: «Ο χρόνος αποκατάστασης του οικοσυστήματος εξαρτάται από την ποσότητα του πετρελαίου. Ξέρουμε ότι το “Αγία Ζώνη II” μετέφερε περί τους 2.500 τόνους καυσίμων, ακόμη όμως δεν είναι σαφές πόσοι από αυτούς διαχύθηκαν στο νερό. Ακούμε για 200-300 – αλλά βάσει εκτιμήσεων, όχι επισήμως. Στο Μεξικό, για παράδειγμα, ύστερα από το ατύχημα στην εξέδρα άντλησης Deepwater Horizon το 2010, όπου χύθηκαν στη θάλασσα χιλιάδες τόνοι πετρελαίου, θα χρειαστεί να περάσουν ίσως και 100 χρόνια έως ότου επανέλθει η ισορροπία του εκεί οικοσυστήματος. Από την άλλη, βάσει της εμπειρίας μας στο ΕΛΚΕΘΕ, καθώς παρακολουθούσαμε συστηματικά την εξέλιξη του περιστατικού επί δύο χρόνια τουλάχιστον, γνωρίζουμε ότι το 2000, όταν το δεξαμενόπλοιο “Eurobulker X” ναυάγησε στον Νότιο Ευβοϊκό και υπήρξε διαρροή περίπου 500 τόνων πετρελαίου στη θάλασσα, μέσα σε ενάμιση χρόνο είχε ολοκληρωθεί πλήρως η αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Γενικότερα, όμως, σε μεγάλα ατυχήματα μπορεί να χρειαστούν ακόμη και πολλές δεκαετίες για να ανακτήσει το οικοσύστημα τη φυσική του ισορροπία».
Το πετρέλαιο που γεννά καρκίνο
Ο υπεύθυνος Θαλάσσιων Ερευνών του WWF Γιώργος Παξιμάδης ανέφερε σε δηλώσεις του στον Τύπο ότι «άμεσες αλλά και χρόνιες είναι οι τοξικές επιπτώσεις μιας πετρελαιοκηλίδας όπως αυτή του Σαρωνικού, τόσο για τον άνθρωπο όσο και για το οικοσύστημα. Παρατηρείται θάνατος από ασφυξία θαλάσσιων οργανισμών της χλωρίδας και της πανίδας, παρεμπόδιση της ανάπτυξης και της αναπαραγωγής τους, αλλαγή στη φυσιολογία και τη συμπεριφορά τους. Επιπλέον, μέσω της βιοσυσσώρευσης, τοξικές ουσίες περνούν μέσω της διατροφικής αλυσίδας και στον άνθρωπο». Η Ενωση Ελλήνων Χημικών επισημαίνει τι μπορεί να συμβεί με τη μόλυνση των ψαριών και των θαλασσινών που καταναλώνονται από τον άνθρωπο και σε βάθος χρόνου μπορούν να προσκτήσουν καρκινογόνες ιδιότητες, εξαιτίας της μόλυνσής τους: «Τα υδατοδιαλυτά συστατικά του αργού πετρελαίου και των διυλισμένων προϊόντων του περιέχουν ενώσεις που είναι τοξικές για ένα ευρύ φάσμα θαλάσσιων οργανισμών. Τα αυγά, οι προνύμφες των ψαριών και τα νεαρά άτομα είναι γενικά πιο ευαίσθητα. Αν και οι άμεσες επιπτώσεις του πετρελαίου στις τροφικές αλυσίδες θεωρούνται συχνά μικρής κλίμακας, δεν αποκλείονται μακροχρόνιες επιπτώσεις, καθώς και φαινόμενα βιοσυσσώρευσης, κυρίως καρκινογόνων πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων από οργανισμούς που φιλτράρουν την τροφή τους, όπως π.χ. μύδια, στρείδια κ.λπ.».
Ο επικεφαλής του ελληνικού WWF τονίζει ότι «δυστυχώς, το πετρέλαιο έχει φτάσει στις παραλίες, έχει φτάσει στην άμμο, έχει έρθει σε επαφή με αυτές τις επιφάνειες και αυτό κάνει τη διαδικασία της απορρύπανσης πολύ πιο δύσκολη. Είναι πολύ πιο δυσχερής η αποτελεσματική και πλήρης απομάκρυνση του πετρελαίου από το οικοσύστημα. Ισως στην παρούσα φάση οι αρμόδιοι να μας μιλάνε γι’ αυτά που θα βλέπουμε. Αλλά αυτά που δεν βλέπουμε συνεχίζουν να βρίσκονται εκεί. Το πόσο πετρέλαιο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας δεν το γνωρίζουμε. Το εάν το πετρέλαιο αυτό θα μπει σε μια διαδικασία βιοσυσσώρευσης και θα περάσει στην τροφική αλυσίδα, επίσης δεν το γνωρίζουμε. Δεν λέμε ότι κάτι τέτοιο θα γίνει σίγουρα. Ομως αυτό που εμείς ως WWF λέμε από την πρώτη στιγμή, είναι ότι χρειάζεται τεκμηριωμένη ενημέρωση, με στοιχεία και με ακριβή δεδομένα. Η κατάσταση πρέπει να τεθεί σε μια διαδικασία τακτικής, τακτικότατης παρακολούθησης πολύ συγκεκριμένων παραμέτρων, ώστε να βλέπουμε πώς εξελίσσεται».
Ο κ. Καραβέλλας δεν παραλείπει να καυτηριάσει τις επιπόλαιες δηλώσεις των κρατικών λειτουργών επισημαίνοντας ότι «όσα ακούστηκαν, π.χ. ότι σε “20 ημέρες οι θάλασσες θα είναι πιο καθαρές από ό,τι ήταν πριν”, είναι ανεύθυνα και αστεία. Οπως ένας επιστήμονας δεν εκφέρει άποψη εάν δεν έχει τα απαραίτητα δεδομένα, έτσι και ένας πολιτικός δεν θα έπρεπε λέει αβάσιμα πράγματα».