Οι μύθοι που περιβάλλουν την εξωσωματική γονιμοποίηση είναι πολύ συνηθισμένοι και δημιουργούν αναίτιες φοβίες και αμφιβολίες στο ζευγάρι, που ήδη είναι ψυχικά φορτισμένο από την συνειδητοποίηση ότι δεν μπορεί να τεκνοποιήσει φυσιολογικά και την αγωνία για το αν θα πετύχουν οι προσπάθειες που σύντομα θα αρχίσει.
Ο μαιευτήρας–χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Βασίλειος Αθανασίου, M.D., Ph.D., επιστημονικός διευθυντής του Κέντρου Εξωσωματικής Αθηνών (www.ivfathenscenter.gr), αναλύει τους πιο συχνούς και εξηγεί ποια είναι η αλήθεια.
Μύθος: Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι επώδυνη.
Αν και τα περισσότερα φάρμακα της ωοθυλακιορρηξίας λαμβάνονται με ένεση που συχνά γίνεται στην κοιλιά, οι βελόνες που χρησιμοποιούνται είναι πολύ λεπτές και έτσι η ένεση είναι γρήγορη και ανώδυνη. Αντίστοιχα, η ωοληψία που γίνεται διακολπικά, με τη βοήθεια υπερηχογράφου και τη χρήση ειδικής βελόνας, πραγματοποιείται υπό τοπική ή γενική αναισθησία και επομένως επίσης είναι ανώδυνη. Όσον αφορά τα ενοχλήματα που ενδέχεται να έχει αργότερα η γυναίκα στην κοιλιά, δεν είναι τόσο έντονα ώστε να μην περάσουν με ένα απλό παυσίπονο. Η εμβρυομεταφορά, τέλος, είναι απλή και εύκολη, σαν το τεστ Παπ και η γυναίκα πρακτικά δεν νιώθει κάτι, πέρα από την πίεση του διαστολέα στον τράχηλό της.
Μύθος: Τα μωρά της εξωσωματικής έχουν αυξημένα ποσοστά γενετικών ανωμαλιών.
Αν και ευχής έργο θα ήταν όλα τα μωρά να γεννιούνται γερά και δυνατά, υπάρχει ένα ποσοστό που γεννιούνται με προβλήματα. Υπολογίζεται ότι στη Δύση, τα μωρά που συλλαμβάνονται φυσιολογικά έχουν 3-5% πιθανότητες γενετικής ανωμαλίας και 1-2% πιθανότητες αναπτυξιακών υστερήσεων – ποσοστά που είναι παραπλήσια και με την εξωσωματική. Ούτε η σπερματέγχυση φαίνεται να αυξάνει περαιτέρω τον κίνδυνο ενώ, παρότι τα μωρά της εξωσωματικής μπορεί να έχουν κατά μέσον όρο λίγο χαμηλότερο βάρος γέννησης από τα μωρά που συλλαμβάνονται φυσικά, η διαφορά βρίσκεται εντός των φυσιολογικών ορίων. Συνοπτικά, η συντριπτική πλειονότητα των μελετών που έχουν γίνει έως σήμερα δεν έχουν βρει κάποιον αυξημένο κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών και τα μωρά της εξωσωματικής είναι εξίσου υγιή με τα μωρά που έχουν συλληφθεί με φυσικό τρόπο.
Μύθος: Η εξωσωματική έχει 100% επιτυχία.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει τίποτα στην ιατρική που να είναι 100% επιτυχημένο, διότι σε όλες τις ιατρικές πράξεις υπεισέρχεται και ο παράγων άνθρωπος που επηρεάζει την έκβασή τους. Στην περίπτωση της εξωσωματικής, η πιθανότητα απόκτησης μωρού εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ηλικία της γυναίκας, με τον γενικό κανόνα να είναι πως όσο μεγαλύτερη είναι, τόσο μειώνεται οι πιθανότητες επιτυχίας σε κάθε κύκλο. Μεγάλη ανάλυση σε κύκλους εξωσωματικής στις ΗΠΑ έδειξε πως όταν οι γυναίκες χρησιμοποιούν δικά τους ωάρια το ποσοστό των κύκλων που οδηγούν στη γέννηση ζωντανού μωρού είναι κατά μέσο όρο 41,5% για τις γυναίκες κάτω των 35 ετών, 31,9% για τις γυναίκες 35-37 ετών, 22,1% για τις γυναίκες ηλικίας 38-40 ετών, 12,4% για τις γυναίκες ηλικίας 41-42 ετών, 5% για τις γυναίκες ηλικίας 43-44 ετών και 1% για τις γυναίκες άνω των 44 ετών. Άλλοι παράγοντες που μπορεί να παίξουν ρόλο είναι το σωματικό βάρος της μητέρας, το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και καφέ κ.λπ. Παρότι όμως δεν μένουν έγκυες όλες οι γυναίκες που κάνουν εξωσωματική, η πλειονότητα θα αποκτήσουν παιδί. Στο Κέντρο Εξωσωματικής Αθηνών, για παράδειγμα, τα ποσοστά επιτυχημένων προσπαθειών κύησης στις γυναίκες κάτω των 35 ετών ξεπερνούν το 70% και μάλιστα το 55% των γυναικών έχουν μείνει έγκυες με την πρώτη προσπάθεια. Αντίστοιχα, το ποσοστό επίτευξης κύησης στις γυναίκες ηλικίας 39-44 ετών είναι 20%.
Μύθος: Η εξωσωματική αποδίδει μόνο στα νεαρά ζευγάρια.
Όπως προαναφέρθηκε τα ποσοστά επιτυχίας είναι υψηλότερα για τις νεαρές γυναίκες που χρησιμοποιούν δικά τους ωάρια, επειδή η ποιότητά τους φθίνει με την ηλικία. Τη μεγαλύτερη αναπαραγωγική ικανότητα έχουν οι γυναίκες ηλικίας 20-29 ετών και την μικρότερη όσες ξεπερνούν τα 40 χρόνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει μόνο οι νεαρές γυναίκες μπορούν να αποκτήσουν παιδιά. Μάλιστα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Όπως προκύπτει από τα δημογραφικά στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), μεταξύ 2005 και 2013 αυξήθηκε κατά 61% ο αριθμός των Ελληνίδων άνω των 40 ετών που απέκτησαν μωρό (το 2005 ήταν 3.122 γυναίκες, ενώ το 2013 ήταν 5.035) ενώ γενικά η απόκτηση μωρού μετά τα 30 είναι πια ο κανόνας στη χώρα μας (αφορά το σχεδόν 64% των γεννήσεων κάθε χρόνο).
Μύθος: Η εξωσωματική αυξάνει την πιθανότητα καρκίνου στη γυναίκα.
Είναι ίσως ο πιο πολυσυζητημένος μύθος της εξωσωματικής και συνδέεται με τα ωορρηκτικά φάρμακα. Αν και υπήρξαν κάποιες παλιές μελέτες, όταν είχε πρωτοαρχίσει να εφαρμόζεται η εξωσωματική, που είχαν δείξει πως μπορεί να υπάρχει κίνδυνος για καρκίνο ωοθηκών, οι νεότερες μελέτες απέτυχαν να επαληθεύσουν εκείνα τα πρώτα ευρήματα. Επίσης στα 35 και πλέον χρόνια εφαρμογής της δεν υπήρξαν στοιχεία ότι συσχετίζεται με την εμφάνιση κακοήθειας σε οποιοδήποτε άλλο όργανο (π.χ. μαστό), εφόσον βέβαια χρησιμοποιούνται τα δοσολογικά σχήματα και τηρούνται οι κανόνες που ορίζουν οι κατεθυντήριες οδηγίες.
Μύθος: Η γυναίκα που μένει έγκυος με εξωσωματική, πρέπει να γεννήσει με καισαρική.
Και αυτό είναι μύθος. Αν η εγκυμοσύνη εξελίσσεται ομαλά και δεν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι (π.χ. πολύδυμη κύηση, επιπωματικός πλακούντας, ισχιακή προβολή του εμβρύου, επιπλοκές από διαβήτη ή υπέρταση της κυήσεως) η γυναίκα μπορεί να γεννήσει φυσιολογικά. Αυτό είναι κάτι που θα συναποφασίσει με τον μαιευτήρα της.