Οι σπουδές στα οικονομικά και τα δύο χρόνια προϋπηρεσίας σε διαφημιστική εταιρεία δεν ήταν αρκετά για τον Θάνο Κλουτσινιώτη, ούτε όμως και για τον αδερφό του Πάνο, χημικό μηχανικό στο επάγγελμα με ειδίκευση στα τρόφιμα, για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους.
Δεν ήταν όμως και ικανά για να ανακόψουν την ανοδική τους πορεία. Οι ιδρυτές της εταιρείας Melissi&Co, 26 και 28 ετών αντίστοιχα, μπήκαν δυναμικά στον κλάδο του ελαιολάδου δημιουργώντας τη Ladolea που έχει σαρώσει στα βραβεία διεθνών διαγωνισμών, ξεχωρίζοντας τόσο για την γεύση του όσο και για την πρωτότυπη συσκευασία των προϊόντων της ομώνυμης σειράς.
Απογοητευμένοι από την κατάσταση που επικρατούσε στην αγορά εργασίας αναρωτιούνταν ποιο θα ήταν το επαγγελματικό τους μέλλον σε μια χώρα που οι διαθέσιμες θέσεις εργασίας γίνονταν όλο και λιγότερες.
Τα οικογενειακά κτήματα των αδερφών Πάνου και Θάνου Κλουτσινιώτη, στην περιοχή της Κορινθίας έδωσαν τη λύση και η εμπειρία συμμετοχής στη διαδικασία της συγκομιδής το 2012 ήταν καταλυτική για την μετέπειτα επαγγελματική τους πορεία. «Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μας διακοπών πήγαμε να βοηθήσουμε στα κτήματα και βλέποντας από κοντά τη διαδικασία, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε να δημιουργήσουμε κάτι δικό μας που θα ήταν καινοτόμο και διαφορετικό», αναφέρει στο FortuneGreece.com ο Θάνος.
Μη έχοντας καμία πρότερη γνώση πάνω στην παραγωγή ελαιολάδου τα δύο αδέρφια πέρασαν πολλές ώρες ερευνώντας τους τρόπους παραγωγής, μελετώντας την υπάρχουσα τεχνογνωσία σε αγορές του εξωτερικού, ενώ ήρθαν παράλληλα σε επαφή με έμπειρους γευσιγνώστες.
Το 2013, έχοντας καταστρώσει το δικό τους business plan το παρουσιάζουν στους γονείς τους, οι οποίοι ενθουσιάζονται, και με ένα αρχικό κεφάλαιο της τάξης των 30.000 ευρώ βάζουν τα θεμέλια για την δημιουργία του Ladolea. «Δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση τόσο στην ποιότητα του ελαιολάδου όσο και στο θέμα της εμφάνισης. Δεν θέλαμε να βάλουμε το λάδι σε ένα γυάλινο μπουκάλι. Αντ’ αυτού επιλέξαμε να επανασχεδιάσουμε την μοντέρνα έκδοση του αρύβαλλου, του αμφορέα που χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα οι Έλληνες αθλητές κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, για να αλείψουν με λάδι το σώμα τους. Η έμπνευση ήρθε από το μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου, στο οποίο και είδαμε τον αμφορέα».
Με το πάθος που διακρίνει έναν άνθρωπο που είναι αφοσιωμένος στην επίτευξη του στόχου του, τα δύο αδέρφια «χτύπησαν» τις πόρτες delicatessen μαγαζιών, ξενοδοχείων και αλυσίδων σούπερ μάρκετ για να συστήσουν το δημιούργημά τους στους Έλληνες καταναλωτές της Αθήνας. «Ήμασταν τόσο ενθουσιασμένοι που δεν θα τα παρατούσαμε εύκολα στην πρώτη δυσκολία, καθώς είχαμε δημιουργήσει κάτι που θα είχε συνέχεια. Πιστεύουμε πως για να πετύχει κανείς θα πρέπει να κάνει καλά αυτό που κάνει, διαφορετικά δεν πρέπει να ασχοληθεί καθόλου».
Στον πρώτο κιόλας μήνα λειτουργίας ήρθε και η πρώτη εξαγωγή στην Ισπανία, την ηγέτιδα ευρωπαϊκή αγορά στον κλάδο του ελαιολάδου. «Μπορεί ποιοτικά το ελληνικό λάδι να είναι καλύτερο, ωστόσο, οι Ισπανοί ακολουθούν έναν εξαιρετικό τρόπο παραγωγής και διαθέτουν τεχνογνωσία που εμείς θα αποκτήσουμε σε κάποια χρόνια από τώρα».
Έπειτα από δύο χρόνια δραστηριοποίησης, στο πελατολόγιό της η Ladolea απαριθμεί δέκα αγορές, μεταξύ των οποίων, Αυστραλία, Αμερική, Νέα Ζηλανδία, Ρωσία και Σιγκαπούρη και Ευρώπη. «Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν ότι το νεαρό της ηλικίας μας θα στεκόταν εμπόδιο στο να μας εμπιστευθούν. Αυτό που διαπιστώσαμε στην πράξη ήταν πως κάτι τέτοιο δεν ίσχυε. Θεωρώ ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για έναν νέο επιχειρηματία είναι η έλλειψη ρευστότητας. Αν δεν έχεις κεφάλαιο δεν μπορείς να αυξήσεις τους όγκους παραγωγής. Η στρατηγική που εμείς ακολουθούμε είναι αυτή της αύξησης των κερδών μέσα από τις πωλήσεις. Κάνουμε μικρές κινήσεις και μαθαίνουμε διαρκώς. Προς το παρόν η είσοδος επενδυτή δεν είναι κάτι που εξετάζουμε».
Οι έξι κωδικοί της Ladolea τα πάνε πολύ καλά και αυτό φαίνεται από τα οικονομικά της μεγέθη, καθώς ο κύκλος εργασιών το 2015 σημείωσε αύξηση τζίρου κατά 75% συγκριτικά με το 2014. Σε ετήσια βάση η παραγωγή ανέρχεται σε 3- 4 τόνους λαδιού για κάθε μια από τις 3 ποικιλίες που αξιοποιούνται. «Το λάδι μας είναι βιολογικό και η ειδοποιός διαφορά μας από τους ανταγωνιστές συνίσταται στο γεγονός ότι χρησιμοποιούμε την Κουτσουρελιά και τη Μεγαρείτικη, δύο “παρεξηγημένες” ποικιλίες που μέχρι πρότινος δεν είχαν τυποποιηθεί».
Στους άμεσους στόχους της εταιρείας είναι η εδραίωση στην αμερικανική αγορά και η είσοδος σε νέες αγορές μέσω ενός marketing plan που περιλαμβάνει την κατ’ ιδίαν συνάντηση με ιδιοκτήτες καταστημάτων στο εξωτερικό για την παρουσίαση των προϊόντων.
«Αρκετές νέες αγορές “ξεκλειδώνουν” και πλέον οι πελάτες μας προσεγγίζουν από μόνοι τους. Έχουμε συνάψει συνεργασίες με αρκετά διακεκριμένα εστιατόρια του εξωτερικού καθώς και με ξενοδοχεία και delicatessen concept stores στα ελληνικά νησιά. Το γεγονός ότι είμαστε Έλληνες δεν στάθηκε εμπόδιο. Οι συνεργάτες μας στο εξωτερικό είναι πολύ υποστηρικτικοί απέναντί μας. Αρκεί να σας πω πως κατά τη διάρκεια των capital controls οι πωλήσεις μας προς Γερμανία αυξήθηκαν, ενώ την ίδια στιγμή οι Πορτογάλοι που μας προμηθεύουν τους φελλούς μας έδειξαν εμπιστοσύνη όταν δεν μπορούσαμε να τους πληρώσουμε στην ώρα μας, λόγω των εξελίξεων στο τραπεζικό σύστημα».
News247.gr
Ένα λάδι ‘ολυμπιακών διαστάσεων’ που κερδίζει διεθνή αναγνώριση