Τι είναι η παραθορμόνη ή παραθυρεοειδής ορμόνη;
Η παραθυρεοειδής ορμόνη ή παραθορμόνη εκκρίνεται από τους τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες, οι οποίοι είναι μικροί αδένες στο λαιμό, που βρίσκονται πίσω από το θυρεοειδή αδένα. Η παραθυρεοειδής ορμόνη ή παραθορμόνη ρυθμίζει τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα και τα επίπεδά της αυξάνονται όταν το ασβέστιο στο αίμα είναι χαμηλό.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τις δράσεις της στα νεφρά, τα οστά και το έντερο:
Οστά: η παραθορμόνη διεγείρει την απελευθέρωση του ασβεστίου από τα οστά στην κυκλοφορία του αίματος. Αυτό αυξάνει την καταστροφή του οστού και μειώνει το σχηματισμό νέου οστού.
Νεφρά: η παραθορμόνη μειώνει την απώλεια ασβεστίου στα ούρα. Η παραθυρεοειδής ορμόνη διεγείρει επίσης την παραγωγή της ενεργού μορφής της βιταμίνης D στα νεφρά.
Έντερο: η παραθορμόνη αυξάνει την απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο μέσω της επίδρασής της στο μεταβολισμό της βιταμίνης D.
Τι είναι ο υπερπαραθυρεοειδισμός;
Ο υπερπαραθυρεοειδισμός είναι η νόσος των παραθυρεοειδών αδένων που προκαλείται από την υπερβολική δραστηριότητά τους. Σε περίπτωση υπερπαραθυρεοειδισμού ένας ή περισσότεροι από τους παραθυρεοειδείς αδένες συμπεριφέρεται ανάρμοστα, παράγοντας περισσότερη παραθορμόνη, ανεξάρτητα από το επίπεδο του ασβεστίου στο αίμα.
Με άλλα λόγια, οι παραθυρεοειδείς αδένες συνεχίζουν να απελευθερώνουν μεγάλες ποσότητες παραθυρεοειδούς ορμόνης, ακόμη και όταν τα επίπεδα του ασβεστίου είναι «κανονικά».
Η αυξημένη παραθορμόνη και η επαγόμενη υπερασβεστιαιμία μπορεί να σας κάνουν να αισθάνεστε εξαντλημένοι και κουρασμένοι, προκαλώντας οστεοπόρωση και άλλα σοβαρά προβλήματα.
Υπάρχουν τρεις τύποι υπερπαραθυρεοειδισμού
Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός και ο τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός στους οποίους τα επίπεδα του ασβεστίου στο αίμα είναι υψηλά λόγω της αυξημένης και ανεξέλεγκτης έκκρισης παραθορμόνης και ο δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός, ο οποίος αποτελεί απάντηση στα χαμηλά επίπεδα ασβεστίου που προκαλούνται από άλλους μηχανισμούς, π.χ. από νεφρική νόσο ή την έλλειψη βιταμίνης D.
Τι προκαλεί την υπερβολική παραγωγή της παραθορμόνης στον πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό;
Η πιο κοινή αιτία της πλεονάζουσας παραγωγής παραθορμόνης είναι η ανάπτυξη ενός καλοήθους (μη καρκινικού) όγκου σε έναν από τους παραθυρεοειδείς αδένες. Αυτή η διεύρυνση του ενός παραθυρεοειδών αδένων ονομάζεται αδένωμα παραθυρεοειδούς, και αντιπροσωπεύει το 96% όλων των περιπτώσεων πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού.
Η πιο συνηθισμένη κατάσταση είναι ότι ένας από τους παραθυρεοειδείς αδένες έχει αναπτύξει έναν όγκο που εκκρίνει το σύνολο της παραθορμόνης ενώ οι άλλοι 3 αδένες παραμένουν μικροί και να ανταποκρίνονται κατάλληλα στο υψηλό ασβέστιο με το να μένουν αδρανείς.
Αυτός ο εκτός ελέγχου παραθυρεοειδής αδένας είναι σπάνια καρκινικός (σε λιγότερο από μία στις 2.500 περιπτώσεις). Ωστόσο, η αφύσικα υψηλή υπερασβεστιαιμία μπορεί να καταστρέψει σταδιακά αρκετούς ιστούς. Τα αδενώματα στους παραθυρεοειδείς είναι συνήθως είναι πολύ μεγαλύτερα από το κανονικό μέγεθος μπιζελιού των παραθυρεοειδών και συχνά φτάνουν το μέγεθος ενός καρυδιού.
Περίπου το 3% ή 4% του συνόλου των ασθενών με πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό θα έχει διεύρυνση και των 4 παραθυρεοειδών αδένων, μια κατάσταση που ονομάζεται υπερπλασία παραθυρεοειδών.
Σε αυτήν την περίπτωση, όλοι οι παραθυρεοειδείς είναι διευρυμένοι και παράγουν πολλή παραθορμόνη. Αυτό είναι ένα πολύ λιγότερο συνηθισμένο σενάριο, αλλά τα αποτελέσματα στους ιστούς του σώματος δε διαφέρουν.
Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός συχνά δεν προκαλεί ειδικά συμπτώματα και όχι σπάνια, διαγιγνώσκεται μετά από την εύρεση μια υψηλής συγκέντρωσης ασβεστίου σε μια συνηθισμένη εξέταση αίματος. Η θεραπεία μπορεί να γίνει με χειρουργική αφαίρεση του προσβεβλημένου αδένα (παραθυρεοειδεκτομή).
Τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού
Ο υπερπαραθυρεοειδισμός περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1925 και το λογοπαίγνιο που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τα συμπτώματα που τον συνοδεύουν: «moans, groans, stones, and bones»-δηλαδή αναστεναγμοί (κατάθλιψη), πέτρες (στα νεφρά) και οστά (οστεοπενία και αστεοπόρωση)-αναφέρεται ως τις μέρες μας.
Η αύξηση του ασβεστίου στον υπερπαραθυρεοειδισμό μπορεί να προκαλέσει ειδικά και γενικά συμπτώματα όπως υπνηλία και καταθλιπτικές τάσεις, καταβολή και αδυναμία, υπέρταση, βραδυκαρδία, πολυουρία, δυσκοιλιότητα και δυσπεψία.
Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό ισχυρίζονται ότι αισθάνονται καλά όταν γίνει η διάγνωση, οι περισσότεροι λένε επίσης ότι αισθάνονται καλύτερα όταν το πρόβλημα έχει θεραπευτεί.
Αυτό μπορεί να γίνει γνωστό μόνο εκ των υστέρων, όταν οι ασθενείς έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το πώς αισθάνονται αρκετούς μήνες μετά την επέμβαση.
Πολλοί ασθενείς που νόμιζαν ότι ήταν ασυμπτωματικοί προεγχειρητικά θα διαπιστώσουν ότι κοιμούνται καλύτερα το βράδυ, είναι λιγότερο οξύθυμοι και θυμούνται πράγματα πολύ πιο εύκολα από ό, τι πρωτύτερα, όταν τα επίπεδα του ασβεστίου τους στο αίμα ήταν υψηλά.
Ασθενείς με επίμονα αυξημένα επίπεδα ασβεστίου που οφείλονται σε υπερπαραγωγή παραθορμόνης είναι πιθανό επίσης να υποφέρουν από πόνους στα οστά.
Σε περίπτωση σοβαρής μορφής, τα οστά μπορεί να «δώσουν» τόσο πολύ από το ασβέστιό τους-σε απάντηση στην υψηλή παραθορμόνη, με αποτέλεσμα να γίνονται εύθραυστα και να σπάζουν (οστεοπόρωση και οστεοπενία).
Αυτό το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο στους ηλικιωμένους ασθενείς.
Άλλα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι η ανάπτυξη γαστρικών ελκών και η οξεία παγκρεατίτιδα: τα υψηλά επίπεδα του ασβεστίου στο αίμα μπορεί να είναι επικίνδυνα για έναν αριθμό ιστών, συμπεριλαμβανομένων των βλεννογόνου του στομάχου και του παγκρέατος, προκαλώντας την ανάπτυξη φλεγμονής στα δύο αυτά όργανα (έλκη και οξεία παγκρεατίτιδα).
Μία άλλη κοινή απόρροια του υψηλού ασβεστίου είναι η ανάπτυξη λίθων στους νεφρούς.
Δεδομένου ότι η κύρια λειτουργία των νεφρών είναι να φιλτράρουν και να «καθαρίζουν» το αίμα, είναι από τα βασικά όργανα που θα εκτεθούν σε υψηλά επίπεδα ασβεστίου στους ασθενείς με υπερπαραθυρεοειδισμό. Το συνεχές φιλτράρισμα μεγάλων ποσοτήτων ασβεστίου θα προκαλέσει τη συλλογή του ασβεστίου εντός των νεφρικών σωληναρίων, η οποία με το χρόνο μπορεί να οδηγήσει σε πέτρες στα νεφρά.
Σε ακραίες περιπτώσεις, το σύνολο του νεφρού μπορεί να ασβεστοποιηθεί με αποτέλεσμα οι νεφροί να πάρουν τα χαρακτηριστικά των οστών, λόγω της εναπόθεσης μεγάλης ποσότητας ασβεστίου εντός του νεφρικού παρεγχύματος, με απώτερο απότοκο την πρόκληση νεφρικής ανεπάρκειας.
Πιθανές επιπτώσεις του υπερπαραθυρεοειδισμού
Οι σοβαρότερες επιπτώσεις της υπερασβεστιαιμίας λοιπόν στον υπερπαραθυρεοειδισμό είναι: η σοβαρή οστεοπόρωση και οστεοπενία, τα κατάγματα των οστών, οι πέτρες στα νεφρά, τα πεπτικά έλκη, η παγκρεατίτιδα και το ευαίσθητο νευρικό σύστημα με την εμφάνιση κατάθλιψης και ανεξήγητα επίμονου άγχους.
Η συχνότητα εμφάνισης αυτών των προβλημάτων εξαρτάται κυρίως από τη διάρκεια της ασθένειας και την σοβαρότητά της. Όλοι οι πάσχοντες θα χάσουν οστική πυκνότητα , η απώλειά της θα είναι μάλιστα προοδευτική. Η παγκρεατίτιδα και τα πεπτικά έλκη είναι πολύ πιο σπάνια.
Ακόμα κι αν η πλειοψηφία των ασθενών δηλώνουν ότι αισθάνονται «μια χαρά», όταν η ασθένεια διαγνωστεί, σχεδόν το 80% από αυτούς ισχυρίζονται ότι αισθάνονται καλύτερα 3 μήνες αφού το πρόβλημα έχει διορθωθεί και η αιτία έχει απομακρυνθεί.
Θυμηθείτε, ο τυπικός ασθενής έχει αυτή την ασθένεια για αρκετά χρόνια πριν ανακαλυφθεί, επειδή τα συμπτώματά της είναι τόσο σιωπηλά. Τα καλά νέα είναι ότι μπορεί να θεραπευτεί με μια επέμβαση ρουτίνας, με ποσοστό επιτυχίας -περίπου 95%- και ένα ποσοστό επιπλοκών της τάξης του 1% ή λιγότερο.
Γιαζιτζόγλου Ευαγγελία, Ενδοκρινολόγος-Διαβητολόγος