Νέες επιβαρύνσεις με αύξηση των εισφορών για 1,4 εκατ. ασφαλισμένους έρχονται από το 2018, καθώς σύμφωνα με τη νέα υπουργική απόφαση
από τις αρχές του επόμενου έτους αλλάζει η βάση υπολογισμού των εισφορών για ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και αυτοαπασχολούμενους.
Η απόφαση επιβεβαιώνει ότι από 1/1/2018 στο εισόδημα που θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των ασφαλίστρων θα περιλαμβάνονται και οι εισφορές του προηγούμενου έτους ενώ για το την πρώτη χρονιά εφαρμογής του μέτρου, δηλαδή το 2018 θα υπάρχει έκπτωση 15%. Η τελευταία ωστόσο θα ισχύσει μόνο για ένα χρόνο και από 1ης Ιανουαρίου 2019 ως βάση υπολογισμού θα χρησιμοποιείται το άθροισμα φορολογητέου εισοδήματος συν ασφαλιστικές εισφορές του προηγούμενου έτους.
Ειδικότερα, η απόφαση αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών ασφαλισμένων (άρθρο 39 του ν. 4387/2016) καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την ασκούμενη δραστηριότητα ή την ιδιότητα που δημιουργεί την υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση.
Ως καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα κατά τα ανωτέρω νοείται το ποσό, όπως αυτό διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 έως 27 του ν. 4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος), όπως ισχύει κάθε φορά. Όσον αφορά ειδικότερα στα εισοδήματα που αντιστοιχούν στις δραστηριότητες-ιδιότητες όπως μέτοχοι ΑΕ με ποσοστό άνω του 3%, μέλη ΔΣ, διαχειριστές ΙΚΕ κ.λπ., που περιγράφονται παραπάνω, το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα αντιστοιχεί στο ποσό που προκύπτει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 36 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
Ειδικά για το 2018, οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί του ποσού που αντιστοιχεί στο 85% της βάσης προσδιορισμού των εισφορών. Μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το ποσό που προκύπτει από τη διαίρεση της βάσης υπολογισμού όπως ανωτέρω περιγράφεται για κάθε έτος δια του δώδεκα.
Για τον καθορισμό της μηνιαίας βάσης υπολογισμού συνυπολογίζονται τυχόν ποσά που έχουν καταβληθεί με δελτίο επαγγελματικής δαπάνης (απόδειξη δαπάνης).
Εάν η προσδιοριζόμενη βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών είναι μικρότερη του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, δηλαδή 586 ευρώ μικτές μηνιαίες αποδοχές, καθώς και στις περιπτώσεις ζημιών ή μηδενικών κερδών ή υποχρεωτικής ασφάλισης λόγω ιδιότητας χωρίς άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, ως μηνιαία βάση υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών λαμβάνεται το ύψος του κατά τα ανωτέρω κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Στις περιπτώσεις που κάποιος ελεύθερος επαγγελματίας – αυτοαπασχολούμενος ή αγρότης καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές ως μισθωτών (κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 38 του ν. 4387/2016), μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του εισοδήματος από την παροχή των μισθωτών υπηρεσιών και του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από τη δραστηριότητά του (με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 38 του ν. 4387/2016).
Στις περιπτώσεις πολλαπλής δραστηριότητας, η κάθε μία εκ των οποίων δημιουργεί υποχρέωση υπαγωγής στην ασφάλιση σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που προκύπτει υποχρέωση πολλαπλής ασφάλισης λόγω ιδιότητας.
Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, πέραν των ανωτέρω, ασκείται και μία ή περισσότερες δραστηριότητες υπακτέες στην ασφάλιση του ΟΓΑ, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις του, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, ή βάσει της παρ. 11 του άρθρου 40 του ν. 4387/2016, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί το άθροισμα του καθαρού φορολογητέου αποτελέσματος από έκαστη δραστηριότητα, με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 40 του ν. 4387/2016.
Ειδικά για τις περιπτώσεις ύπαρξης και μισθωτής απασχόλησης για την εξεύρεση της βάσης υπολογισμού λαμβάνεται καταρχάς υπόψη το μηνιαίο εισόδημα από την παροχή της μισθωτής υπηρεσίας και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των άλλων δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους, ώστε η βάση υπολογισμού, όπως προκύπτει από την άθροιση των επιμέρους εισοδημάτων, να μην υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού και να μην ξεπερνά το δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Στις λοιπές περιπτώσεις πολλαπλής ή παράλληλης απασχόλησης, κατ’ αρχάς λαμβάνεται το σύνολο του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος από τη δραστηριότητα που προκύπτει ότι αποτελεί τη βασική πηγή βιοπορισμού και σε αυτό προστίθεται το εισόδημα των άλλων δραστηριοτήτων κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους, ώστε η βάση υπολογισμού, όπως προκύπτει από την άθροιση των επιμέρους εισοδημάτων, να μην υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας βάσης υπολογισμού και να μην ξεπερνά το δεκαπλάσιο του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
Βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών εισφορών κατά την έννοια της παρούσας απόφασης προκύπτει από το πιο πρόσφατο εκκαθαρισμένο φορολογικό έτος.
Τυχόν διαφορά που προκύπτει μετά από τον υπολογισμό των προβλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών βάσει του πραγματικού εισοδήματος του προηγούμενου φορολογικού έτους αναζητείται και συμψηφίζεται ισομερώς κατανεμημένη σε μηνιαία βάση έως το μήνα Δεκέμβριο εκάστου έτους.
Για όσους προβαίνουν για πρώτη φορά από 1/1/2017 και εντεύθεν σε έναρξη εργασιών ή δραστηριοτήτων, μηνιαία βάση υπολογισμού των πάσης φύσεως ασφαλιστικών τους εισφορών για τους μήνες που μεσολαβούν από τον μήνα της έναρξης εργασιών έως τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους αποτελεί το ποσό που αντιστοιχεί στον προβλεπόμενο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.
agrotypos