από το Πρίλεπ της Άνω Μακεδονίας,τον οποίο ο Σλαβικός κόσμος επονομάζει “Γραικό” .
Σήμερα ο Ρουμανικός λαός τιμά ιδιαίτερα τον Όσιο Νικόδημο της Τισμάνας.
Γεννήθηκε στην Βυζαντινή Πρίλαπο (σήμερα Prilep) της Άνω Μακεδονίας το 1320, από Έλληνα πατέρα βλάχικης καταγωγής, και Σερβίδα μητέρα, συγγενική του Σέρβου Δεσπότη ἁγ. Λαζάρου και του Ρουμάνου Ἡγεμόνα Νικολάου Αλεξάνδρου Μπασαράμπη.Τον μοναχικό βίο ἀσπάσθηκε πολύ νέος στο Άγιον όρος, στην Μονή Χιλανδαρίου, όπου αναδείχθηκε Ηγούμενος της Μονής και Πρωτεπιστάτης τῆς Ιεράς Κοινότητος. Εκεί με τα χρόνια, συνδέθηκε με τον ησυχαστή πατριάρχη Φιλόθεο Κόκκινο, τον Άγ.Γρηγόριο Παλαμά, τον αγιογράφο Πανσέληνο και τον αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνό.
Ως ηγούμενος είχε περίπου εκατό μοναχούς, Έλληνες, Σέρβους, Ρουμάνους, Βούλγαρους, των οποίων τις ψυχές έτρεφε με την Αγία Γραφή και τα πατερικά κείμενα. Πολλούς μαθητές είχε σε όλο το Άγιον Όρος, με τους οποίους αργότερα αλληλογραφούσε.
Για ένα διάστημα αποσύρθηκε σε σπήλαιο της περιοχής Χιλανδαρίου. Η υπομονή του στους πειρασμούς, η ιερά ησυχία, η καλλιέργεια της νοεράς προσευχής, η κάθαρση και η απάθεια που απέκτησε τον αξίωσαν του προορατικού και θαυματουργικού χαρίσματος.Αργότερα ίδρυσε στην Κράινα της Βουλγαρίας δύο μοναστήρια κατά το πρότυπο του Αγ.Όρους, και βοήθησε έτσι στη διάδοση της αγιορείτικης ασκήσεως στη Βουλγαρία. Έζησε λίγο καιρό στην Σερβία, κοντά στον άγιο Βασιλέα Λάζαρο και από εκεί εγκαταστάθηκε στη Ρουμανία το 1364 μ.Χ., όπου με την βοήθεια των Ἡγεμόνων Βλάϊκου Βόδα και Ράδου του Α’, ίδρυσε κοινοβιακές μονές στην Ολτένια της Τρανσυλβανίας και μοναστήρια στις Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες, σύμφωνα με το Αγιορείτικο Μοναστικό Τυπικό. Ως τότε, ο κοινοβιακός τρόπος ζωής και το αυτοδιοίκητο κάθε Μονής ήταν άγνωστα στον τόπο εκείνο. Ανάμεσά τους, με φανερά αποτελέσματα μέχρι σήμερα και η ονομαστή σ΄ όλα τα Βαλκάνια Μονή Τισμάνας, της οποίας διετέλεσε ηγούμενος. Από εδώ ο όσιος Νικόδημος, ως αναγνωρισμένη ἀπό όλους πνευματική προσωπικότητα, διατηρούσε αλληλογραφία, επί θεολογικών θεμάτων, με τον Πατριάρχη Τυρνόβου Άγ. Ευθύμιο, Αγιορείτες Ηγουμένους και λόγιους μοναχούς όλων των Ορθοδόξων χωρών. Έλαβε ἀπό τον Θεό το χάρισμα κατά τῶν πονηρών πνευμάτων.Προς το τέλος της ζωής του, αφού εμπιστεύθηκε την διαποίμανση των μονών του στον μαθητή του Ἀγάθωνα, αποσύρθηκε σε παρακείμενο προς την Μονή της Τισμάνας σπήλαιο. Κάθε Κυριακή κατέβαινε στη μονή του να λειτουργήσει, να θεραπεύσει τους ασθενείς, να διδάξει τους μοναχούς και να παρηγορήσει τον λαό. Απ’ όλη τη Ρουμανία έρχονταν ασθενείς στον θαυματουργό Άγιο. Μερικοί θεραπεύονταν μόλις έφταναν στην Τισμάνα κι άλλοι αγγίζοντας τα ράσα του ή λαμβάνοντας την ευλογία του. Μεταξύ των ιαθέντων συγκαταλέγεται και η επιληπτική κόρη του Βασιλιά της Πολωνίας Σιγισμούνδου.
Ο σλαβικός κόσμος τον επονομάζει Γραικό και ο ρουμανικός λαός τον τιμά ιδιαίτερα ως διδάσκαλό του και τη μνήμη του εορτάζει με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια. Υπήρξε διδάσκαλος της νοεράς προσευχής, βαθύς θεολόγος και πνευματικός πατήρ πολλών. Το μοναστήρι της Τισμάνα το κατέστησε περίφημο κέντρο καλλιγραφίας, αντιγραφής εκκλησιαστικών βιβλίων και μεταφράσεων, με φωτισμένους μοναχούς, και σύντομα έγινε ξακουστό σε όλα τα Βαλκάνια. Διάδοχοί του μοναχοί ίδρυσαν την Ι.Μ.Νεάμτς.Η Μονή Τισμάνας είναι και η αρχαιότερη σωζόμενη στην Ρουμανία σήμερα. Και όπως λέει ο επιχώριος Μητροπολίτης Ολτενίας κ.Ειρηναίος “ο άγιος Νικόδημος ο Ηγιασμένος, κτήτορας της αρχαιότερης σωζόμενης στην Ρουμανία.Μονής Τισμάνας, θεωρείται ο πατέρας του Ρουμανικού μοναχισμού, επειδή οργάνωσε για πρώτη φορά κοινοβιακές μονές στην Ρουμανία κατά τον τύπο και την τάξη του Αγίου Όρους”.
Ο Όσιος Νικόδημος κοιμήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου του 1406 μ.Χ. και ενταφιάσθηκε μέσα στο Καθολικό τῆς Μονής Τισμάνας, όπου σήμερα σώζεται ὁ τάφος του. Στη Μονή Τισμάνας τώρα υπάρχει και φυλάσσεται ο αντίχειρας του δεξιού χεριού του, που σώζεται άφθαρτος.
Η μνήμη του τιμάται δύο φορές τον χρόνο. Σήμερα 13 Ιουλίου και στις 26 Δεκεμβρίου.
του Θωμά Αναστασιάδη