Περιπλανήθηκε αρκετά προσπαθώντας ίσως να ξεφύγει από το κρασί, έφυγε από την πόλη της τα Γιαννιτσά, έφτασε στην Αθήνα και από εκεί πέταξε ως την Αμερική αναζητώντας εμπειρίες και ίσως μια διαφορετική τύχη.
Δεν το παίζει ερωτευμένη με το κρασί εξ αρχής, ωστόσο παραδέχεται έναν κεραυνοβόλο έρωτα μαζί του κάπου στο μακρινό Μανχάταν και αυτό κάνει την ιστορία ακόμα πιο ενδιαφέρουσα αν σκεφτεί κάποιος ότι μεγάλωσε δίπλα στο κρασί.
Ο λόγος για την Αλεξάνδρα Γεωργιάδου, που «τρέχει» μαζί με τον αδελφό της την οικογενειακή κάβα, που βρίσκεται στα Γιαννιτσά.
Εκεί «παίζει δυνατή μπάλα» με εκδηλώσεις, παρουσιάσεις οινοποιείων και γενικά έφερε τον κόσμο της πόλης της – κυρίως τον νέο κόσμο – πολύ πολύ κοντά στο κρασί.
Δείτε εδώ την παρουσίαση οινοπαραγωγών το 2017 στην κάβα Γεωργιάδη
Πότε ξεκινήσατε την κάβα και πότε μπαίνεις εσύ στο θέμα «κρασί»;
Την κάβα την ξεκίνησε ο πατέρας μου το 1983 και μετά μπήκε ο αδελφός μου και επιστρέφοντας κι εγώ από Αμερική μπήκα στην επιχείρηση. Στην Αμερική δεν είχα πάει για οικονομικούς λόγους αλλά περισσότερο για προσωπική αναζήτηση. Ήμουν αρχικά στο οικονομικό στην Αθήνα, το παράτησα, συνέχισα με σχολή μαγειρικής, δούλεψα δύο χρόνια σε νησιά και μετά πήγα στην Αμερική. Στην αρχή σου φαίνεται σαν παραμύθι, αλλά μετά μπαίνεις και εκεί σε μια ρουτίνα, δουλεύεις πολλές ώρες, συγκρίνεις πράγματα εδώ με εκεί.
Ως τότε ποια ήταν η σχέση σου με το κρασί ποια ήταν;
Μικρότερη σκεφτόμουν τρόπους ακόμα και να μην δουλέψω ποτέ στην κάβα! Ήμουν και πολύ του αθλητισμού και ήθελα να πάω στα ΤΕΦΑΑ αλλά δεν τα κατάφερα και έφταιγα εγώ σε αυτό. Εν τέλει άρχισα να ασχολούμαι με τη γαστρονομία, μου αρέσει πάρα πολύ η μαγειρική και σιγά – σιγά ήρθα σε επαφή με το κρασί, περισσότερο στην Αμερική που συμμετείχαμε σε κάποια events μέσω του εστιατορίου που δούλευα τότε. Ήταν ένα event στο City Winery που είχαν έρθει Έλληνες οινοπαραγωγοί. Εκεί γνώρισα αρκετούς από αυτούς όπως ο Γιώργος Βουρβουκέλης, μίλησα μαζί τους, δοκίμασα αρκετά κρασιά και γενικά εκεί άρχισα να μπαίνω στη διαδικασία. Όταν επέστρεψα άρχισα να κάνω κάποια σεμινάρια, άρχισα να το ψάχνω μόνη μου. Αυτό που πιστεύω είναι η τριβή με το κρασί που σε κάνει να μαθαίνεις. Έκανα το πρώτο επίπεδο σε WSPC και στο Genius in Gastronomy.
Η ιδέα για τα events πώς σου ήρθε; Κάποιος θα έλεγε ότι η πόλη είναι μικρή και γιατί να έρθει κάποιος;
Τη δεύτερη εβδομάδα που ήμουν εδώ ήμουν ακόμη στο mood της Αμερικής και ήθελα να κάνω ένα event. Του λέω του πατέρα μου θα το κάνω και με άφησε να το κάνω. Δεν ξέραμε πως θα πάει και πως θα είναι. Δεν είχαμε και πολλούς οινόφιλους στην περιοχή. Καλέσαμε οινοπαραγωγούς, που συμμετείχαν με χαρά. Ήρθαν 10 οινοπαραγωγοί την πρώτη φορά. Μαζί είχαμε και ανθρώπους από ένα μπαρ της περιοχής που έφτιαχναν κοκτέιλ. Στην αρχή ο κόσμος έπεσε στα κοκτέιλ και αυτός δεν μου άρεσε. Ευτυχώς όμως ο κόσμος άρχισε να πηγαίνει σιγά – σιγά στους οινοπαραγωγούς και το event πήγε πάρα πολύ καλά.
Αυτό έφερε νέο κόσμο προς το κρασί;
Ναι. Επιτέλους τα παιδιά της γενιάς μου, αλλά και μεγαλύτεροι άνθρωποι ψάχνονται πλέον. Παλαιότερα πίστευαν ότι πίνουν κρασί μόνο όσο γνωρίζουν ήδη για το κρασί και αυτό είναι μια λάθος αντίληψη και αυτό ήθελα να πολεμήσω. Υπάρχει πλέον κόσμος που έρχεται και ρωτάει, θέλει να μάθει και αυτό μου δίνει το πάτημα να δουλέψω κι άλλα κρασιά και κάποια φυσικά κρασιά. Είναι μια ωραία εμπειρία. Βέβαια υπάρχουν και κάποιοι που δεν πειραματίζονται ή εκείνοι που με δέκα ετικέτες νομίζουν ότι έμαθαν το κρασί. Παράλληλα οι τοπικοί επιχειρηματίες στήνουν πλέον διαφορετικά τα μαγαζιά τους έχουν wine savers, έβαλαν ποτήρι στον κατάλογό τους. Χαίρομαι πολύ που αλλάξαμε κάτι εδώ στην νοοτροπία και κυρίως βελτιώσαμε τη θέση του κρασιού στην πόλη μας και αυτό με κάνει να θέλω να προχωρήσω τα πράγματα ακόμα περισσότερο.
Δείτε εδώ την κάβα Γεωργιάδη
Συνέντευξη στον Σπύρο Δράκο – greekcellar.gr