Tuesday, 19 November, 2024

Λάρνακα: 13 χρόνια φυλάκιση σε 40χρονο που βίαζε τη θετή του κόρη

Επικυρώθηκε η ποινή φυλάκισης σε 40χρονο πατριό, ο οποίος καταδικάστηκε σε δεκατρία χρόνια φυλάκιση για την σεξουαλική

κακοποίηση της ανήλικης θετής του κόρης, την οποία βίαζε για τέσσερα συνεχόμενα χρόνια.
Τα αδικήματα έλαβαν χώρα στην Λάρνακα, κατά τη χρονική περίοδο από Σεπτέμβριο 2011 μέχρι και Μάϊο 2015, ενώ ο καταδικασθείς βίαζε την ανήλικη υπό το καθεστώς των απειλών και εκφοβισμού της για τη σωματική ακεραιότητα της μητέρας της και του αδελφού της.
Βασικός μάρτυρας κατηγορίας ήταν η ανήλικη, η οποία κρίθηκε αξιόπιστη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, και μεταξύ άλλων κατέθεσε πως ο πατριός της ήρθε σε παράνομη συνουσία μαζί της όταν αυτή ήταν περίπου 12 χρονών, και συνέχισε να έρχεται σε παράνομη συνουσία μαζί της μέχρι τον Μάιο του 2015, όταν η παραπονούμενη ήταν ηλικίας 16 ετών.
Η μαρτυρία ήταν ότι η παράνομη συνουσία συνέβαινε συχνά, επανειλημμένα και για μεγάλο χρονικό διάστημα περίπου 4 χρόνια, ενώ όπως ανέφερε, δεν αντιδρούσε στις αρρωστημένες πράξεις του πατριού της, καθώς τον φοβόταν, αφού την είχε απειλήσει ότι αν έλεγε οτιδήποτε στη μητέρα της ή σε οποιοδήποτε άλλο, θα σκότωνε ή θα έκανε κακό στη μητέρα της, τον αδελφό της και την οικογένεια της.
Μάλιστα για να αποδείξει, ο καταδικασθείς ότι εννοούσε τις απειλές του, τις οποίες αρχικά η παραπονούμενη δεν πίστεψε, σε μία περίπτωση μετέβη στο χώρο εργασίας της μητέρας της, φιλονίκησε μαζί της, την χτύπησε, την τραυμάτισε και την απείλησε με μαχαίρι, πράγμα για το οποίο η μητέρα της τον κατήγγειλε στην Αστυνομία.
Επιστρέφοντας στο σπίτι, όπου ο κατηγορούμενος διέμενε με τη μητέρα της παραπονούμενης και την ίδια, είπε«είδες; δεν αστειεύω, είδες; θα κάμω πιο πολλά αν το πεις».
Η παραπονούμενη, έδωσε στο Δικαστήριο πλήρη περιγραφή των σεξουαλικών επαφών που είχε με τον πατριό της, περιγράφοντας τόσο την πρώτη φορά, όσο και τις επόμενες φορές κατά τις οποίες η σεξουαλική επαφή ήταν πλήρης.
Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της παραπονούμενης, το πρωτόδικο δικαστήριο συνυπολόγισε και τη μαρτυρία της μητέρας της καθώς και τη μαρτυρία της κοινωνικής λειτουργού, στην οποία η ανήλικξ είπε αρχικά πως ότι δεν υπήρξε σεξουαλική παρενόχληση και πως ότι είχε πει περί βιασμού «ήταν αστείο». Παράλληλα, η κοινωνική λειτουργός, ανέφερε πως η ανήλικη ανησυχούσε για την υγεία της μητέρας της, η οποία αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας με την καρδία της και φοβόταν μήπως πάθει κάτι κακό.
Η μητέρα της ανήλικης, στη δική της μαρτυρία, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι δεν είχε υποπτευθεί οποιαδήποτε σεξουαλική σχέση μεταξύ του συντρόφου και της κόρης της, ενώ πίστευε ότι η σχέση τους ήταν σχέση «πατέρα και κόρης 11-12 χρόνων».
Το πρωτόδικο δικαστήριο, στην αξιολόγηση της μαρτυρίας του έλαβε υπόψιν του ότι ο κατηγορούμενος ενώπιον του Δικαστηρίου, προέβη σε ανώμοτη δήλωση, ενώ σε δύο καταθέσεις του στην Αστυνομία εκούσια παραδέχθηκε ότι είχε σεξουαλική επαφή με την ανήλικη 8-9 φορές, όταν αυτή ήταν 14 χρόνων, και αναφέρθηκε και στους συγκεκριμένους χώρους όπου έλαβε χώραν η σεξουαλική επαφή τους.
Το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι τα όσα παραδέχθηκε στις καταθέσεις του ήταν αλήθεια, πλην όμως δεν αποδίδουν σε αριθμό και χρόνο τα όσα διέπραξε εις βάρος της.
Μεταξύ των ευρημάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν ότι, από την ηλικία των 12 χρόνων, ο κατηγορούμενος είχε σεξουαλική επαφή με την παραπονούμενη, ότι υπήρξε πλήρης σεξουαλική επαφή, η οποία επαναλήφθηκε πολλές φορές, αρχικά περίπου μια φορά τον μήνα και στη συνέχεια πιο συχνά, και αυτό συνεχίστηκε για 3 ½ περίπου χρόνια. Η παραπονούμενη δεν ήθελε να έχει σεξουαλικές επαφές με τον εφεσείοντα, αυτός όμως ισχυριζόταν ότι αυτό ήταν καλό και σωστό, την απειλούσε όμως ότι αν έλεγε οτιδήποτε θα έκανε κακό στη μητέρα και την οικογένεια της και κατ΄ αυτό τον τρόπο επιτύγχανε τη μη αντίδραση της παραπονούμενης στις επαναλαμβανόμενες σεξουαλικές επαφές τους.
Η παραπονούμενη δεν ανέφερε οτιδήποτε στη μητέρα της κατά τα 3 ½ περίπου χρόνια, δηλαδή από τα 12 της χρόνια μέχρι περίπου τα 15 ½, επειδή φοβόταν ότι ο πατριός της θα έκανε κακό στη μητέρα και την οικογένεια της και επειδή ανησυχούσε για την υγεία της μητέρας της, η οποία υπέφερε από καρδιακά προβλήματα.
Στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο ανέφερε μεταξύ άλλων, πως «αντί ως πατριός της και μέλος της οικογένειας της, παίρνοντας το ρόλο του πατέρα της – τον οποίο αυτή δεν είχε γνωρίσει ποτέ της – να γίνει ο προστάτης της, απειλώντας την και εκφοβίζοντας την, την εκμεταλλεύθηκε για ικανοποίηση των σεξουαλικών του ενστίκτων. Ιδιαίτερα επιβαρυντικό στοιχείο για τον κατηγορούμενο είναι η τρυφερή ηλικία των 12 χρόνων στην οποία η παραπονούμενη βρισκόταν όταν αυτός άρχισε να την βιάζει και οι πράξεις στις οποίες ο κατηγορούμενος επιδόθηκε σε βάρος της αθώας και ανυπεράσπιστης παραπονούμενης αποτελούν κατάλυση κάθε ανθρώπινου και φυσικού νόμου. Ο περαιτέρω χαρακτηρισμός των πράξεων του έναντι της ανήλικης παραπονούμενης περιττεύει, γιατί είναι τέτοιες που από μόνες τους χρωματίζουν με τα πιο έντονα χρώματα τα σε βάρος της ανοσιουργήματα».
Ο καταδικασθείς προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, εφεσιβάλλοντας την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και το ύψος της ποινής που του επιβλήθηκε.
Ωστόσο, το Ανώτατο επικύρωσε την ποινή, αναφέροντας πως ορθά το Κακουργιοδικείο εφάρμοσε τις πρόνοιες του άρθρου επί των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης και ορθά κατέληξε ότι στην προκείμενη περίπτωση αποδείχθηκαν, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, οι κατηγορίες βιασμού.
reporter.com

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου