Επικυρώθηκε από το Ανώτατο η ποινή των δώδεκα ετών σε 49χρονο Ελληνοκύπριο, ο οποίος καταδικάστηκε για τέσσερις υποθέσεις βιασμού
τέσσερις υποθέσεις διαφθοράς νεαρής γυναίκας κάτω των 13 χρόνων, άσεμνης επίθεσης και δύο υποθέσεις που αφορούν επίθεση προκαλούσας πραγματική σωματική βλάβη.
Θύματα των αποτρόπαιων πράξεων του 49χρονου, δίδυμες αδελφές, θετές του κόρες, οι οποίες έσπασαν την σιωπή τους 24 χρόνια μετά, ενώ ο εφιάλτης τους ξεκίνησε σε ηλικία τεσσάρων ετών, όταν ο πατριός τους ασκούσε σε βάρος τους σωματική βία.
Τα αδικήματα διαπράχθηκαν μεταξύ 1992-2000, ενώ δεν ήταν η πρώτη φορά που μίλησαν τα θύματα. Η μια εκ των δύο αδελφών, μίλησε για τα όσα βίωνε στα χέρια του πατριού της, στην ηλικία των 14μιση χρόνων, πρώτα στην αδελφή της και στη συνέχεια, την ίδια ημέρα, και οι δύο μαζί στη μητέρα τους. Η μητέρα, ωστόσο, δεν δέχθηκε τις κατηγορίες της κόρης της, με αποτέλεσμα την ίδια ημέρα, να φύγει από το σπίτι με την αδελφή της. Από τότε οι δύο ανήλικες διέμεναν με τη γιαγιά και τη θεία τους, μέχρι που ενηλικιώθηκαν και μετακόμισαν σε άλλη πόλη.
Ξύλο με ζώνη και σφυρί
Σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην απόφαση, όταν οι δίδυμες ήταν σε ηλικία 4-5 ετών, ο 49χρονος άρχισε να τις κακοποιεί σωματικά. Τις έδερνε, τις κλωτσούσε και τις κτυπούσε με διάφορα αντικείμενα, όπως με μια ρακέτα του τένις, με τη ζώνη του παντελονιού του, με κρεμαστάρια ρούχων, με σιδερένια σωλήνα, με το σφυρί που χρησιμοποιείται στην κουζίνα για κρέας και με άλλα αντικείμενα. Ο 49χρονος μετρούσε τα κτυπήματα που έδινε ώστε να είναι ίσος ο αριθμός τους στις δύο αδελφές. Κι αυτό, όπως αναφέρει η απόφαση, στην παρουσία και της μητέρας τους, η οποία, παρόλο που ο 49χρονος την κτυπούσε και την ίδια, δεν τις προστάτευε.
Από τα κτυπήματα του κατηγορουμένου πολλές φορές είχαν αιμορραγία και μελανιές στον αυχένα, τη μύτη και το πρόσωπο. Κάτι που αντιλήφθηκαν η θεία και γιαγιά των κοριτσιών, όταν τις έκαναν μπάνιο. Σε ερώτηση δε ποιος τους προκάλεσε τις μελανιές, αυτές, αρχικά, απάντησαν πως ήταν ο αδελφός τους, αφού φοβούνταν να πουν ότι τις χτυπούσε ο πατριός τους.
Αργότερα όμως, στην ηλικία των έξι χρόνων, αναγκάστηκαν να αποκαλύψουν στη γιαγιά τους ότι αυτός που τις κτυπούσε ήταν ο 49χρονος. Κι αυτό, όταν η γιαγιά τους αφαίρεσε τα ρούχα που φορούσαν και πρόσεξε μελανιές στον αυχένα τους. Έκτοτε τα δύο κορίτσια διανυκτέρευαν τα περισσότερα βράδια στο σπίτι της θείας και γιαγιάς τους, αφού πρώτα η γιαγιά έκανε σφοδρές παρατηρήσεις στη μητέρα των κοριτσιών και απείλησε τον 49χρονο ότι εάν ξανακτυπούσε τις εγγονές της, θα τον κατάγγελλε στην Αστυνομία.
Τις έβαζε να κάνουν μπάνιο και τις έβλεπε
Σε ό,τι αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση της μιας εκ των δύο αδελφών, τα γεγονότα διαδραματίστηκαν όταν η ανήλικη έγινε 12 ετών, το 2000, με τον 49χρονο να έρχεται δια της βίας σε παρά φύση συνουσία μαζί της αρκετές φορές στο σπίτι όπου διέμενε με την μητέρα, την αδελφή και τον αδελφό της, στην ταράτσα της πολυκατοικίας όπου διέμεναν, σε τροχόσπιτο που βρίσκεται στην επαρχία … και σε χώρο όπου φύλαγε σκύλους.
Αποτελεί μαρτυρία των διδύμων ότι όταν πήγαν Γυμνάσιο, ο 49χρονος άρχισε να τις βλέπει σεξουαλικά, πράγμα το οποίο εκδήλωσε αναγκάζοντας τις ανήλικες τα βράδια να κάνουν μπάνιο και ο ίδιος να τις παρακολουθεί ενώ ήταν γυμνές.
Αυτό δεν τους άρεσε και το ανάφεραν στη μητέρα τους, από την οποία ζήτησαν να τους βρει το κλειδί, ώστε να κλειδώνουν την πόρτα του μπάνιου, αλλά η μητέρα τους είπε πως δεν έβρισκε το κλειδί.
Επίσης, τις παρότρυνε να βγάλουν κάποιες φωτογραφίες, προκειμένου να τις στείλουν στην Αμερική για να πάρουν δώρα.
Βίαζε το ένα κοριτσάκι
Οι αποτρόπαιες και φρικτές πράξεις του 49χρονου, δεν σταμάτησαν εκεί. Ο καταδικασθείς, σύμφωνα με την απόφαση, βίαζε το ένα από τα δύο κοριτσάκια.
Ο εφιάλτης ξεκίνησε ένα βράδυ μέσα στο χειμώνα του 2000. Εκείνο το βράδυ, όπως κατέθεσε η ανήλικη, που ήταν τότε 12 ετών, ξύπνησε και πήγε στην κουζίνα να πιει νερό.
Ο 49χρονος όμως, ο οποίος καθόταν στο σαλόνι, της είπε να επιστρέψει στο δωμάτιο της όπου κοιμόταν και ο αδελφός της και θα της έφερνε αυτός νερό.
Αντί όμως να της φέρει νερό, της έφερε ένα ποτήρι με ένα κόκκινο υγρό που είχε «πολύ πικρή γεύση», που όταν το ήπιε ζαλίστηκε.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τη μαρτυρία της, ο 49χρονος την έβαλε να καθίσει στο δάπεδο και προέβη σε αποτρόπαιες πράξεις, ενώ τις έκανε παρατήρηση και υποδείξεις όταν αυτή αντέδρασε. Παράλληλα, την προειδοποίησε να μην τολμήσει να αναφέρει σε οποιοδήποτε αυτό που έγινε, «γιατί θα την έδερνε».
Τα όσα βίωσε εκείνο το βράδυ, η 12χρονη δεν το είπε σε οποιοδήποτε γιατί φοβόταν τον πατριό της.
Μετά όμως από λίγες ημέρες, ένα πρωινό κάποιου Σαββάτου, ο 49χρονος, αφού έστειλε τον αδελφό της να φέρει σάντουιτς, της είπε να πάει γρήγορα στο δωμάτιο του. Αρνήθηκε, αλλά αυτός θύμωσε και αναγκάστηκε να υπακούσει. Όταν δε μπήκαν στο δωμάτιο, ο 49χρονος κλείδωσε την πόρτα και αφού ρύθμισε μια φωτογραφική μηχανή και την έβαλε στο κομοδίνο, την έσπρωξε στο κρεββάτι και αφού την ακινητοποίησε βίαια και την ξεγύμνωσε, τη βίασε.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της ανήλικης, αυτός ήταν ο δεύτερος βιασμός που έγινε περίπου μια βδομάδα μετά τον πρώτο και ενώ ήταν ακόμη χειμώνας. Ο τρίτος δύο περίπου εβδομάδες μετά και ο τέταρτος όταν είχε μπει η άνοιξη.
Σε όλες δε τις περιπτώσεις, ο 49χρονος την προειδοποιούσε να μην τολμήσει να πει οτιδήποτε σε κανένα και αυτή επειδή φοβόταν δεν είπε. Έκτοτε όμως, είχε «κολλήσει» πάνω στην αδελφή της και προσπαθούσε να μην μένει μόνη με τον 49χρονος, ο οποίος, παρά τις προσπάθειες του, δεν κατάφερε να την ξανά κακοποιήσει σεξουαλικά.
Επί του προκειμένου, η μαρτυρία της αδελφής της ήταν πως εκείνο το διάστημα η αδελφή της «ήταν λίγο περίεργη, καταθλιπτική, αλλά δεν της έλεγε τι είχε» και «για λίγο καιρό ήταν κολλημένη πάνω της».
Σύμφωνα με την αποδεκτή μαρτυρία της παραπονούμενης, από αυτό που της έκανε ο πατριός της «ένιωθε πόνο, φόβο, ήταν αφόρητο, αηδίασε τον εαυτό της, έχασε τον ύπνο και δεν μπορούσε να κοιμηθεί και έκλαιγε συνέχεια στο κρεβάτι της».
Δεν τις πίστεψε η μητέρα τους, έβλεπε ζήλια!
Αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι, όταν τα δύο κορίτσια έγιναν 14-14½ χρόνων, έφυγαν από το σπίτι τους και μέχρι που τέλειωσαν το Λύκειο διέμεναν με τη θεία και τη γιαγιά τους.
Όπως αμφότερες κατέθεσαν, αφορμή αποτέλεσε το γεγονός ότι η μια εκ των δύο τσακώθηκε τότε με τη μητέρα της και θυμωμένη έτρεξε στο δωμάτιο της, ανέφερε στην αδελφή της ότι αν ανοίξει το στόμα της ο πατριός τους θα πάει φυλακή.
Επειδή, όπως είπε η αδελφή, το ίδιο πράγμα της το είχε ξαναπεί πολλές φορές στο παρελθόν, την πίεσε να της πει τι εννοούσε. Κάτω απ΄ αυτές τις συνθήκες, η 12χρονη της ανάφερε για πρώτη φορά ότι ο 49χρονος την «πείραξε» σεξουαλικά.
Τότε, μετά από εισήγηση της αδελφής της, η 12χρονη τα είπε και στη μητέρα τους, η οποία δεν την πίστεψε και απέδωσε τις κατηγορίες της στο ότι την ζηλεύουν και οι δύο, γιατί ήταν ερωτευμένη με τον 49χρονο.
Αποτέλεσμα, η 12χρονη να πληγωθεί και να φύγει τρέχοντας από το σπίτι, με την αδελφή της να την ακολουθεί, ενώ έκτοτε βρήκαν καταφύγιο στο σπίτι της θείας τους, στην οποία η 12χρονη αποκάλυψε τα πάντα και τα όσα πέρασε στα χέρια του πατριού της.
Ούτε ο βιολογικός πατέρας αντέδρασε
Στη συνέχεια μίλησαν στην γιαγιά τους, ενώ ακολούθως η θεία κάλεσε στο σπίτι της τον βιολογικό πατέρα των κοριτσιών, τον οποίο και ενημέρωσε για το τι είχε κάνει ο 49χρονος στην 12χρονη.
Η αντίδραση του βιολογικού πατέρα, όμως, περιορίστηκε στο να κλάψει και δεν έκανε τίποτα.
Επιπρόσθετα, η θεία κάλεσε στο σπίτι της τον 49χρονο και τη μητέρα των κοριτσιών, και αφού τους ανέφερε ότι έμαθε αυτά που έκανε ο κατηγορούμενος στα κορίτσια, τους προειδοποίησε να μην τα ξαναπλησιάσουν και τους έδιωξε.
Μάλιστα, ρώτησε την μητέρα των κοριτσιών, πώς και δεν κατάλαβε αυτά που γίνονταν στο σπίτι της, και η απάντηση της ήταν ότι κοιμόταν πολύ βαριά και δεν ξυπνούσε τα βράδια.
«Θα έβγαινε το όνομα τους»
Τελικά, όπως ανέφερε η θεία των κοριτσιών και καταγράφεται στην απόφαση, προβληματίστηκε πολύ κατά πόσο θα έπρεπε να καταγγείλουν τον 49χρνο στην Αστυνομία, αλλά αποφάσισαν με τη μητέρα της ότι ήταν καλύτερα να μην τον καταγγείλουν.
Κι αυτό, όπως αναφέρεται, γιατί σκέφτηκαν το τι θα έλεγε ο κόσμος, φοβήθηκαν μην πάρει τα κορίτσια το Γραφείο Ευημερίας και περαιτέρω πως θα «έβγαινε το όνομα τους και δεν θα τις παντρευόταν μετά κανένας».
Έσπασαν την σιωπή τους 24 χρόνια μετά
Μετά που τα δύο κορίτσια τέλειωσαν το Λύκειο, βρήκαν δουλειά σε άλλη Επαρχία, όπου και κατοίκησαν.
Αρχές όμως του 2016, τα δύο κορίτσια επέστρεψαν και σύμφωνα με τη μαρτυρία της 12χρονης, παρόλα τα χρόνια που πέρασαν, δεν ξεπέρασε ποτέ το κακό που της έκανε ο 49χρονος πατριό της και αποφάσισε πως έπρεπε να τον καταγγείλει για να δικαιωθεί και να τιμωρηθεί αυτός ο άνθρωπος που της έκανε τόσο μεγάλο κακό.
Συναφώς, αρχές του 2016, οι δύο αδελφές επισκέφθηκαν κοινωνική λειτουργό και τη ρώτησαν κατά πόσο μπορούσαν να καταγγείλουν τον 49χρονο στην Αστυνομία.
Τότε, η κοινωνική λειτουργός τις ενημέρωσε για τη διαδικασία και λίγες ημέρες μετά, τα δύο κορίτσια προχώρησαν στη σχετική καταγγελία.
«Ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα»
Ο 49χρονος προσέφυγε στο Ανώτατο, το οποίο ωστόσο επικύρωσε την ποινή των 12 ετών φυλάκισης που επιβλήθηκε στις κατηγορίες του βιασμού και της διαφθοράς νεαρής γυναίκας κάτω των 13 χρόνων.
Στην επιμέτρηση της ποινής το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη άλλους παράγοντες μεταξύ των οποίων «αυτός της προστασίας των γυναικών και των ανηλίκων, του θεσμού της οικογένειας αλλά τη φύση των αδικημάτων, τα οποία κυριολεκτικά εκμηδενίζουν την προσωπικότητα του θύματα, αφήνουν σοβαρά ψυχολογικά τραύματα, καταστρέφουν την παιδική ηλικία, δημιουργούν στο θύμα αισθήματα φόβου και ντροπής τα οποία ίσως θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή».
«Ακόμα σοβαρό επιβαρυντικό παράγοντα συνιστά η μικρή ηλικία του θύματος, 12 χρόνων κατά τον επίδικο χρόνο και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος ήταν πατριός της, αναδεικνύει ότι καταχράστηκε με το χειρότερο τρόπο τη θέση του έναντι του θύματος. Επιπρόσθετο επιβαρυντικό παράγοντα αποτελεί επίσης η χρήση φυσικής βίας και απειλών χρήσης βίας σε περίπτωση που η νεαρή αναφέρει οτιδήποτε σε οποιονδήποτε, η χρήση της φωτογραφικής μηχανής κατά τη διάρκεια των βιασμών, σε ότι και αν αποσκοπούσε η ενέργεια αυτή του κατηγορουμένου».
Χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες του 49χρονου «ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα», το Κακουργιοδικείο ανέφερε πως «ένα αθώο κοριτσάκι τρυφερής ηλικίας κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, αντί να βρει προστασία, συνάντησε την πιο απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση την οποία μόνο άνθρωποι με ζωώδη ένστικτα μετέρχονται. Από φύλακας που όφειλε να είναι, έγινε ο εφιάλτης της και με τις πράξεις του στιγμάτισε την προσωπικότητα και την κοινωνική υπόσταση του θύματος».
reporter.com