Wednesday, 25 December, 2024

Έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος

Έμοιαζε ακάνθινος, πυρακτωμένος, έκαιγε με τις λέξεις του, πολλοί τον φοβόντουσαν, όλοι κρυφά τον θαύμαζαν γιατί ήταν ανένταχτος

σε συστήματα εξουσιών, ήταν ειλικρινής απέναντι στον εαυτό του, είχε μέσω της ποίησης εμβαθύνει σε θέματα ταυτότητας όσο λίγοι επιστήμονες. Η απώλεια του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου είναι βαριά για τα ελληνικά γράμματα και τον τρόπο που αρθρώνεται ο δημόσιος λόγος. Δεν ήταν λίγοι οι δημοσιογράφοι, οι συγγραφείς, οι της καλής κοινωνίας που τέρπονται να κάνουν παρέα με διανοούμενους και ποιητές που τον έτρεμαν. Γιατί ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος -ποιητής ως ιδιότητα αλλά και ιδιοσυγκρασία- δεν κοσκίνιζε τη σκέψη του, δεν λίμαρε τις λέξεις του. Εκτόξευε τη σκέψη του, την έκανε λόγια και σε έβρισκε κατακούτελα. Για να νιώσεις μετά το πρώτο μούδιασμα πως βρέθηκες μπροστά σε μια διαδικασία Αποκάλυψης για εσένα τον ίδιο και τη ζωή. Ο τελευταίος μεγάλος ποιητής, ο μονίμως εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη, έφυγε στις 11 Αυγούστου, σε ηλικία 89 ετών -είχε γεννηθεί τον Μάρτιο του 1931. Και όπως σίγουρα θα δεχόταν ακόμα και ο ίδιος που αφόριζε τα κλισέ: αφήνει ένα κενό δυσαναπλήρωτο. Έγραφε ποίηση από την εφηβεία. Μικρά σημειωματάρια, περιθώριο εφημερίδων, το πίσω μέρος του πακέτου με τα τσιγάρα. Στιχάκια παντού, με το βλέμμα να ζωηρεύει στο πέρασμα των σωμάτων, στο κάψιμο της ασφάλτου, στην υγρασία του Θερμαϊκού, στις σελίδες των βιβλίων που αναμετρήθηκε μαζί τους, στους στίχους των ρεμπέτικων που δεν αγάπησε απλώς αλλά μελέτησε σε βάθος. Ηταν ποιητής ακόμα και μπροστά στην κάλπη, αφού έγραψε μια φορά πάνω στο λευκό ψηφοδέλτιο τον στίχο του Καβάφη «Όλοι των βλάπτουν εξίσου την Ελλάδα». Αντιπαθούσε βαθιά την ιδιότητα του πολιτικού, αν και δεν έκρυβε ότι είχε φίλους που ήταν στην πολιτική -ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ένας από αυτούς. Δεν ψήφισε ποτέ κανέναν. Μόνο άκυρο και λευκό. Για να μπορεί να τους περιγελά και να τους αποδομεί κατά πώς ήθελε. Πάντα όμως, σε κάθε αναμέτρηση πήγαινε στην κάλπη.
12 χρόνια στο Κατηχητικό
Το πραγματικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Δημητριάδης. Το άλλαξε σε Χριστιανόπουλος στην εφηβεία, όταν έστειλε κάποια ποιήματα σε ένα περιοδικό εφηβικό με τον τίτλο «Ελληνόπουλο». Αυτός ο αθυρόστομος, ο ρηξικέλευθος, ο μετα-Καβαφικός ποιητής που έβαλε την ομοφυλοφιλία χωρίς ερμητισμούς ούτε παραδοξότητες στο κέντρο της ποίησης και άνοιξε δρόμους στα ελληνικά γράμματα, επέλεξε το Χριστιανόπουλος ως όνομα και ταυτότητα. Βλέπετε, πήγαινε Κατηχητικό από 9 έως 21 ετών αρχικά εξαιτίας πίεσης της μητέρας του -αδιανόητη στη σύλληψή της η εικόνα αυτή. Ελεγε στο περιοδικό Schooligans ότι στην Κατοχή έμπαινε ψωμί στο σπίτι των προσφύγων γονιών του χάρη στο Κατηχητικό. «Σώθηκα χάρη στα συσσίτια του κατηχητικού. O αρχιμανδρίτης Λεωνίδας Παρασκευόπουλος ήξερε την κατάστασή μου και με έβαλε από τους πρώτους που θα τρώγανε στα συσσίτια. Καταλαβαίνεις λοιπόν; Οταν εγώ χρωστούσα τη ζωή μου στο κατηχητικό, δεν μπορούσα να μην είμαι και του κατηχητικού. Ηταν θέμα φιλοτιμίας». 

Ο Αυνάν, η ασφάλεια, το τέλος του Κατηχητικού
Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1950. «Εποχή ισχνών αγελάδων» και ο τίτλος αποκτά γρήγορα τη δική του ζωή. Εκδιώχθηκε από το Κατηχητικό, διότι δεν υπέβαλλε τα ποιήματά του για έγκριση. Μάλιστα σε ένα από αυτά έβαζε μιαν αγία να ερωτεύεται έναν άγιο λίγο πριν τους αποκεφαλίσουν. Σ’ ένα άλλο ποίημά του μιλούσε για τον… Αυνάν! Aκόμα και η Ασφάλεια τον ανέκρινε και τον φοβέρισε. Ηταν λες και όλη αυτή η πίεση, η λογοκρισία, η τάση να τον φιμώσουν, τον έκαναν να αφεθεί απολύτως ελεύθερος να γίνει ο Ντίνος Χριστιανόπουλος.

Ερωτεύθηκε 12 φορές, είπε «σ’ αγαπώ» δύο

Η τελευταία του συλλογή εκδόθηκε το 2011 και ήταν το «Παράξενο, πού βρίσκει το κουράγιο κι ανθίζει». Θεωρούσε τον Καβάφη τον μεγαλύτερο ποιητή της Ελλάδας, έλεγε ότι Σεφέρης και Ελύτης ήταν καπάτσοι που εξασφάλισαν τα Νόμπελ. Οι κυρίαρχες εικόνες του έχουν μέσα πάντα ένα τσιγάρο με τη στάχτη να μακραίνει, έναν αναπτήρα στη χούφτα και γάτες να πατούν στο κρεβάτι, στις σελίδες με τα ποιήματά του, να τον εξουσιάζουν. Αγαπούσε να παραφράζει λέξεις παραπέμποντας στην κάβλα: Το Καβλύκειο, Καβλημέρα κ.ο.κ. Eρωτεύθηκε 12 φορές, μια φορά μόνο έκοψε το μουστάκι για χάρη ενός εραστή, είπε δυο φορές το «σ’ αγαπώ στη ζωή του». Αρπαζε από τα μούτρα τους δημοσιογράφους που τολμούσαν να τον ρωτήσουν για αυτούς τους έρωτες – την έπαθε έτσι και ο Σταύρος Θεοδωράκης, στον οποίο έδωσε μια συνέντευξη πινγκ πόνγκ όπου και είπε μεταξύ άλλων: «Στον καιρό μου βολτάρισα όσο χρειαζόταν. Εκανα ό,τι έκανα και τώρα τελείωσα. Τώρα περιμένω να πεθάνω. Κι αν δεν πεθάνω μόλις φύγετε, πάντως είμαι περίπου στα τελευταία μου. Δεν βαριέσαι. Το θέμα είναι με όλα τα συν και πλην, με όλες τις απαρέσκειες, τις δυσφορίες μου. Περάσαμε καλά; Χαρήκατε τη συνέντευξη; Αν τη χαρήκατε, έχετε ένα κέρδος».

«Δεν έλεγα ποτέ σε λατρεύω. Το βούλωνα»
Τον τελευταίο χρόνο κατέπεσε, ήταν βασανιστικά, ελάχιστοι τον έβλεπαν και συνομιλούσαν μαζί του πλέον. Η υγεία του επιδεινώθηκε. Το έργο του συνέχιζε πάντα να είναι σημείο αναφοράς, μια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μια τσακισμένη σελίδα σε ένα βιβλίο. Βασικός συνομιλητής μας, αφόρητα σκληρός με τον εαυτό του για να μπορεί να είναι καυστικός με όλους τους άλλους. Αλλά πάντα στο βάθος υπήρξε ένα νοιάξιμο για τον άλλο, ένα αλλόκοτο νοιάξιμο. Ελεγε στους μαθητές που του πήραν τη συνέντευξη για τους Schooligans πώς φερόταν στους ανθρώπους που πραγματικά αγαπούσε «Δεν έλεγα ”σε λατρεύω”. Το βούλωνα και, δόξα τω Θεώ, δεν το μετάνιωσα ποτέ… Δεν σας το λέω σαν συμβουλή αυτό, σας το λέω σαν εξομολόγηση. Από κει και πέρα, εσείς κόψτε τον λαιμό σας».

Ακόμα και όσοι δεν γνώρισαν το ποιητικό του έργο, τον έμαθαν από την είδηση ότι αρνήθηκε να παραλάβει το Μεγάλο Βραβείο των Γραμμάτων το 2011, λέγοντας: «Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης απ’ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία από το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο “ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων”, που μας άφησαν οι αρχαίοι». Και άρχισαν οι άσχετοι με την ποίηση να ψάχνουν ποιος είναι αυτός ο οξύς, ο υπεράνω δημόσιου ναρκισσισμού, ο ανυπότακτος στην εξουσία. Ο ποιητής που φέρθηκε σαν πολεμιστής. Πολυγραφότατος, έγραψε δοκίμια, μελέτες, έκανε μεταφράσεις, αγάπησε την τέχνη, έγινε συλλέκτης.

Και πεθαμένος θα παριστάνω τον φασίστα;
Για χρόνια έλεγε πως όταν πεθάνει δεν θέλει νεκρολογίες. Με το πέρασμα του χρόνου μαλάκωσε, μπήκε στη μέση και αυτό το χιούμορ του και είπε σε συνέντευξη: «Γιατί να το κάνω; Και πεθαμένος θα παρασταίνω τον φασίστα; Ας πούνε ό,τι θέλουνε». Από το απόγευμα της 11ης Αυγούστου οι νεκρολογίες, οι αναρτήσεις, οι δημοσιεύσεις για τον Χριστιανόπουλο θα πλημμυρίσουν το διαδίκτυο και όχι μόνο. Η κηδεία του θα γίνει την Πέμπτη στις 12.15 το μεσημέρι στα Κοιμητήρια Αναστάσεως του Κυρίου.

iefimerida.gr

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου