Σήμερα αναμένεται να ολοκληρωθεί η κατάθεση του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου στο πλαίσιο της κύριας ανάκρισης που διεξάγεται
στον Άρειο Πάγο για την εμπλοκή ή μη του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στο σκάνδαλο της Novartis.
H σοβαρή διαδικασία εξέτασης μαρτύρων είχε “μπλοκάρει” προκειμένου να κριθεί-δια βουλεύματος- αν η εισαγγελέας Βασιλική Θεοδώρου κατά τις καταθέσεις των μαρτύρων και κατηγορουμένων, έχει δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων. Τελικά, η πλειοψηφία του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου του νόμου περί ευθύνης υπουργών που ερευνά την σκευωρία της Novartis, αποφάσισε με το υπ΄ αριθμ. 2/2020 βούλευμα ότι η εισαγγελέας, δεν έχει δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων σε αυτό το στάδιο.
Στην πλευρά της πλειοψηφίας ήταν η πρόεδρος του Δικαστικού Συμβουλίου, αρεοπαγίτης Παρασκευή Καλαιτζή, το μέλος και αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος του ΣτΕ) Δημήτριος Σκαλτζούνης και το επίσης μέλος του Συμβουλίου, αρεοπαγίτης Πηνελόπη Παρτσαλίδου – Κομηνού. Στην πλευρά της μειοψηφίας ήταν η αρεοπαγίτης Όλγα Σχετάκη-Μπονάτου και ο σύμβουλος Επικρατείας Βασίλειος Ανδρουλάκης.
Το βούλευμα
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πλειοψηφία, αναφερόμενη μόνο στη διατύπωση της διάταξης του άρθρου 30 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατέληξε ότι ο εισαγγελέας «δεν δύναται να έχει ανάμειξη, όπως να υποβάλλει ερωτήσεις ή να κάνει υποδείξεις στον ανακριτή κατά τις ανακριτικές πράξεις».
Στον αντίποδα η πλευρά της μειοψηφίας, υποστήριξε, μεταξύ των άλλων, ότι ο εισαγγελέας «μπορεί να υποβάλλει απλώς αιτήσεις ή προτάσεις, όπως π.χ. να υποβληθούν ορισμένες ερωτήσεις στον εξεταζόμενο μάρτυρα ή τον απολογούμενο κατηγορούμενο ή να ζητήσει να καταχωρηθούν στην σχετική έκθεση ορισμένες παρατηρήσεις».
Το βούλευμα, καταλήγει ότι «η ανακύψασα διαφωνία πρέπει να αρθεί υπέρ της ανακρίτριας, η οποία είναι και η μόνη (θεσμικώς) αρμόδια για την επιτέλεση του ανακριτικού έργου, αφού κατά την πλειοψηφούσα άποψη ο εισαγγελέας κατά την διενέργεια των ανακριτικών πράξεων (απλώς) παρευρίσκεται (παρίσταται), αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να υποβάλλει έστω και διευκρινιστικές ερωτήσεις απευθείας ή μέσω του ανακριτή». Συνεπώς, «ο παρευρισκόμενος (παριστάμενος) εισαγγελέας κατά τη διενέργεια του ανακριτικού έργου, όπως συγκεκριμένα κατά την ανακριτική πράξη της εξέτασης μάρτυρα, δεν έχει τη δικονομική ευχέρεια, να υποβάλλει ερωτήσεις σ΄ αυτόν, είτε ευθέως είτε δια μέσου του ανακριτή ή σε κάθε περίπτωση να ζητήσει μέσω του ανακριτή να παράσχει ο μάρτυρας διευκρινίσεις επί του περιεχομένου της κατάθεσής του».
Το παρασκήνιο
Σύμφωνα με πληροφορίες, κατά την ημέρα εξέτασης του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου, στις 6 Νοεμβρίου η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και εισαγγελέας του Δικαστικού Συμβουλίου κυρία Θεοδώρου, απευθύνθηκε στην ανακρίτρια Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, προκειμένου να διευκρινιστεί από τον μάρτυρα κάποιο σημείο της κατάθεσής του.
Ωστόσο, η κυρία Αλεβιζοπούλου της απάντησε σύμφωνα με πληροφορίες, ότι «ο εισαγγελέας δεν μπορεί να έχει ουδεμία ανάμειξη στην ανάκριση, ήτοι να υποβάλλει ερωτήσεις, διευκρινίσεις δια μέσου της ανακρίτριας, αλλά μόνο τυπική παράσταση». Κατόπιν αυτού, όπως αναφέρεται στο επίμαχο βούλευμα, «ενόψει του ότι δεν υπάρχει σχετική νομολογία πρέπει το ζήτημα να παραπεμφθεί ενώπιον του Δικαστικού Συμβουλίου κατόπιν διαφωνίας». Έτσι, η κατάθεση του κ. Βενιζέλου διακόπηκε και τελικά θα συνεχιστεί αύριο.
Αμέσως μετά, η κυρία Θεοδώρου υπέβαλε γραπτή πρόταση προς το Δικαστικό Συμβούλιο επί της διαφωνίας που είχε ανακύψει στην οποία, επικαλούμενη το άρθρο 30 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και το άρθρο 88 του Συντάγματος τασσόταν υπέρ της άποψης ότι έχει δικαίωμα να υποβάλλει ερωτήσεις στους μάρτυρες και τους κατηγορούμενους μέσω της ανακρίτριας.
«Μια απλή και μόνο διακοσμητικού χαρακτήρα παρουσία του εισαγγελέα, κατά τη διεξαγωγή ανακριτικών πράξεων, είναι απολύτως ασυμβίβαστη» με τις συνταγματικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σύμφωνα με το νομοθέτη, η παράσταση του εισαγγελέα κατά την εξέταση μάρτυρα πρέπει να είναι ενεργός και ουσιαστική στην αναζήτηση της αλήθειας και όχι απλά τυπική, ως οιονεί επόπτη του ανακριτή ή απλού παρατηρητή», τόνιζε η εισαγγελική λειτουργός
Μάλιστα σύμφωνα με την κυρία Θεοδώρου, ο εισαγγελέας, κατά την ανακριτική διαδικασία, έχει δικαίωμα και καθήκον να θέτει δια του ανακριτή ερωτήσεις στους μάρτυρες και κατηγορούμενους, ενώ μπορεί να ζητήσει από τον ανακριτή την κατ΄ αντιπαράσταση εξέταση μαρτύρων, αλλά και την διενέργεια νέων ανακριτικών πράξεων. «Αν ο εισαγγελέας στερηθεί του δικαιώματός του για αυτοπρόσωπη και ενεργό συμμετοχή στην ανακριτική διαδικασία προκαλείται απόλυτη ακυρότητα», κατέληγε η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.