Με ἀφορμή διάφορα δημοσιεύματα και ἀνακοινώσεις καθώς και ἀπορίες πολλῶν πιστῶν για το θέμα τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως και τῶν κανονικῶν
λειτουργικῶν προϋποθέσεων τῆς τέλεσης τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν που συνδέονται με αὐτήν, διευκρινίζουμε τα παρακάτω ἀπαντώντας σε ὁρισμένα ἀπό τα πιο συχνά ἑρωτήματα:
1. Ποιος ἦταν ὁ ἀκριβής χρόνος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου;
•Οὐδείς γνωρίζει ἐπακριβῶς τον χρόνο τῆς Ἀναστάσεως, ὅπως προκύπτει ἀπό τις διηγήσεις τῶν ἱερῶν εὐαγγελίων και την πατερική διδασκαλία. Το μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι αὐτή ἔγινε πριν την πρώτη μαρτυρία για τον σεισμό και την μετακίνηση τοῦ λίθου που ἔκλεινε τον Πανάγιο Τάφο. Δηλαδή πριν την ἐπίσκεψη τῶν γυναικῶν, που περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος (Μθ. 28,1 κ.ἑ.) και περιλαμβάνει τα πρόσωπα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου («ἄλλη Μαρία») καὶ τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.
•Για την εὐαγγελική αὐτη περιγραφή οἱ ἅγιοι Γρηγόριος ὁ Νύσσης, Ἱερώνυμος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας και Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἐξηγοῦν, ὅτι δηλώνει πως ἡ Ἀνάσταση συνέβη στην ἀρχη τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, δηλαδή τῆς Κυριακῆς. Πιο συγκεκριμένα: α) Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἑρμηνεύοντας το χωρίο «ὀψε σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» (Μθ. 28,1) τονίζει τα ἑξῆς: «ὁ μέγας Ματθαῖος μόνος τῶν εὐαγγελιστῶν πάντων τον καιρον δι’ ἀκριβείας παρεσημήνατο εἰπών την ἑσπέραν εἶναι τοῦ σαββάτου ὥραν τῆς ἀναστάσεως.» (Περί τῆς τριημέρου προθεσμίας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ) Δηλαδή: «ὁ μέγας Ματθαῖος, μόνος ἀπό ὅλους τους εὐαγγελιστές, το ἐπεσήμανε με ἀκρίβεια, λέγοντας ὅτι μετά την δύση τοῦ ἡλίου [την ἑσπέρα] τοῦ Σαββάτου ἦταν ἡ ὥρα τῆς Ἀναστάσεως». β) Ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος γράφει στην ἐπιστολή του προς την Ἐδιβία (407 μ.Χ.): «Dominus surrexerit vespere sabbati» (PL 22.987), δηλαδή: «ὁ Κύριος ἀναστήθηκε την ἑσπέρα τοῦ Σαββάτου» και τον ἴδιο ὅρο (vespere sabbati) χρησιμοποιεῖ και στην περίφημη Vulgata (δική του μετάφραση τῆς Καινῆς Διαθήκης στα λατινικά) για το ἐν λόγῳ χωρίο (Μθ. 28,1). γ) Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας συμφωνεῖ ἐπίσης, ὅτι ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος λέγει ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε την ὥρα που ἔπεσε το βαθυ σκοτάδι: «Ματθαῖος γεμην την αὐτην ἡμῖν ποιούμενος δήλωσιν, ἑσπέρας ἔφη βαθείας οὔσης γενέσθαι την ἀνάστασιν» (Ἑρμηνεία εἰς το κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον) δ) Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνος με βάση αὐτή την παραδοχή (βλ. Λόγος εἰς το Ἅγιον Σάββατον) προσθέτει ὅτι ἀπο την ὥρα αὐτή σταματοῦμε και την νηστεία: «τελέσαντες τας ἁγίας τοῦ Πάσχα ἡμέρας, ἑσπέρᾳ βαθείᾳ τοῦ ἁγίου Σαββάτου καταπαύσομεν την νηστείαν». (Περὶ τῶν ἁγίων νηστειῶν, PG 95,77) «Βαθεία ἑσπέρα» ὀνομάζεται ἡ ἀρχή τῆς νύχτας, ἡ ὥρα ποὺ πέφτει τὸ βαθὺ σκοτάδι. (Βλ. Χάρη Σκαρλακίδη, Ἅγιον Φῶς, ὅπου βρίσκουμε μία ἐξαίρετη καὶ πρωτότυπη θεολογικη–ἐπιστημονική παρουσίαση καὶ ἀνάλυση ὅλων τῶν παραπάνω ἐννοιῶν και πατερικῶν ἑρμηνειῶν.)
2. Πότε ἀρχίζει ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα σύμφωνα με την Ἐκκλησιαστική παράδοση;
• Για το σύστημα μέτρησης τῆς ὥρας τῆς ἐποχῆς, το ὁποῖο ἦταν ἡλιακό καὶ διατηρήθηκε ἀπό την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέχρι σήμερα, ἡ ἔναρξη τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα τοποθετεῖται μετα την δύση τοῦ ἡλίου (Μ. Σάββατο). Δηλαδη με το σύχρονο ὡρολόγιο σύστημα στις 20.00 περίπου τοῦ Μ. Σαββάτου. Πιο ἁπλά, ἀφοῦ δύσει ὁ ἥλιος το Μ. Σάββατο, ἀρχίζει ἡ Κυριακη τοῦ Πάσχα. Αὐτό ἐννοεῖ και ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ὅταν γράφει: «ὀψε σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων». Ἐπίσης και ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφερόμενος στην ὥρα τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ γράφει: «και ἡμέρα ἦν παρασκευή, σάββατον ἐπέφωσκε» (Λκ. 23,54) ἐπιβεβαιώνοντας, ὅτι το τέλος τῆς ἡμέρας καὶ ἡ ἀρχή τῆς ἑπομένης ταυτίζονται μὲ τὴν δύση τοῦ ἡλίου και την ἀρχη τῆς νύχτας. Αὐτη ἡ παράδοση θεσμοθετήθηκε ἤδη στην Παλαια Διαθήκη ἀπό τον Θεό: «ἀπο ἑσπέρας ἕως ἑσπέρας σαββατιεῖτε τα σάββατα ὑμῶν» (Λευιτ. 23,32). Συνεπῶς ἡ Κυριακη τοῦ Πάσχα για την Ἐκκλησία ἀρχίζει μόλις ἀρχίζει ἡ νύκτα τοῦ Μ. Σαββάτου και ὄχι μετά τις 12 το βράδυ (με την σύγχρονη ὥρα). Ἐπίσης, δεν ὑπάρχει ἱερός κανόνας που ὁρίζει, ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τῆς ἡμέρας γίνεται στὶς 12 τα μεσάνυχτα με το σημερινό ὡράριο. Ἡ σύγχρονη ὥρα ἀκολουθεῖ τον μεταγενέστερο τρόπο μέτρησης τοῦ εἰκοσιτετραώρου, ὁ ὁποῖος βασίζεται στὴν μέση ὥρα (ἢ μέσο χρόνο) Γκρήνουιτς ποὺ ἄρχισε νὰ καθιερώνεται στις διάφορες χῶρες τοῦ κόσμου ἀπό τον 19ο αἰῶνα (1884) καὶ διαφέρει ἀπο τον βιβλικό και πατροπαράδοτο τρόπο που μετροῦσε καὶ μετρᾶ τὶς ὥρες και τις ἡμέρες ἡ Ἐκκλησία. Ἡ προσαρμογή λοιπον τῆς τέλεσης τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν στὸ νεώτερο ὡρολόγιο ἔγινε κατ᾿ οἰκονομίαν προκειμένου να ἐξυπηρετήσει τοὺς πιστοὺς ποὺ ζοῦν καὶ ἐργάζονται στον κόσμο. Ὑπάρχουν βέβαια μοναστήρια, ὅπως αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ μέχρι σήμερα τηροῦν το ἡλιακό (ἢ βυζαντινὸ ὡρολόγιο) και με βάση αὐτὸ τελοῦν τὶς ἱερές ἀκολουθίες με την πατροπαράδοτη ἀκρίβεια. Ἔτσι ἡ προσωρινὴ μετάθεση τῆς τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως στις 21.00 ἀπο την Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀρχαία παράδοση τῆς Έκκλησίας μας.
3. Πῶς ἐξηγεῖται ἡ τριήμερη παραμονή τοῦ Χριστοῦ στον Ἄδη;
• Μόνον σύμφωνα μὲ ὅσα εἴπαμε παραπάνω ἐξηγεῖται, γιατὶ ὀνομάζουμε τριήμερη τὴν παραμονὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἄδη. Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐπῆλθε τὸ μεσημέρι τῆς Μ. Παρασκευῆς κατὰ τὴν ἐνάτη βυζαντινὴ ὥρα, μὲ τὸ σύγχρονο ὡρολόγιο στὶς 15.00, (πρώτη ἡμέρα). Ὅταν νύκτωσε ἄρχισε τὸ Μ. Σάββατο (δεύτερη ἡμέρα), γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔσπευσαν νὰ Τὸν ἐνταφιάσουν, ὥστε νὰ μὴν βρίσκονται στὸν Σταυρὸ τὰ σώματα τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ληστῶν τὴν ἡμέρα τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα. Ὅταν νύκτωσε τὸ Μ. Σάββατο, ἄρχισε ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς (3η ἡμέρα). Λίγο ἀργότερα, ἀφοῦ νύκτωσε, σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγέλιο, ἔχουμε καὶ τὴν πρώτη μαρτυρία γιὰ τὸν σεισμό, τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τάφου καὶ τὴν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ στὴν Θεοτόκο.
4. Κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι πρέπει νὰ συμπληρωθοῦν ὁπωσδήποτε 33 ὧρες ἀπὸ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ στὸν Σταυρό, μέχρι τὴν ὥρα τῆς Ἀναστάσεώς Του, γιὰ νὰ ψαλεῖ το «Χριστός Ἀνέστη».
• Αὐτὴ ἡ ἄποψη ὑφίσταται μέν, ἀλλὰ δὲν ἀποτελεῖ ἱερὸ κανόνα ἢ κοινή παραδοχή στην πατερική γραμματεία. Ἔχει συμβολικὸ χαρακτήρα, προκειμένου νὰ συνδεθεῖ μὲ τὰ 33 ἔτη τῆς ἐπίγειας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Μάλιστα ἕνας γνωστὸς ἱεροκήρυκας καὶ θεολόγος, ὁ μακαριστος Ἀρχιμανδρίτης Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ὑπογραμμίζει, ὅτι ἡ ἄποψη αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ τεκμηριωθεῖ, ἀλλά ἑρμηνευτικῇ ἀδείᾳ διατυπώθηκε. Διευκρινίζει ἀκόμη: «Σε ᾿μᾶς ἡ ἀλλαγὴ τοῦ εἰκοσιτετραώρου γίνεται τὰ μεσάνυχτα. Κατὰ τὸ ἑβραϊκὸ ἡμερολόγιο ἐγίνετο ἀπὸ δύση σὲ δύση ἡλίου. Συνεπῶς, ὁ Χριστός ἔμεινε 3 ὧρες τὴν Παρασκευή, εἰκοσιτέσσερεις ὧρες τὸ Σάββατο, εἰκοσιεπτά, καὶ κάποιες ὧρες, ἄγνωστο πόσο, τὴν Κυριακή.» (Ἀπορία 32η, Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία)
5. Μπορεῖ ὅμως ἕνας ἱερέας να τελέσει δύο Θεῖες Λειτουργίες το Μ. Σάββατο; Δεν το ἀπαγορεύει αὐτὸ ὁ κανόνας τῆς ἐν Ἀντισιοδώρῳ τοπικῆς Ἱερᾶς Συνόδου;
• Στην περίπτωση αὐτή ἡ τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας το πρωι και το βράδυ τοῦ Μ. Σαββάτου (περίπου στις 22.00), δεν γίνεται κατά την ἴδια ἡμέρα, ὅπως ἐξηγήσαμε παραπάνω, ἐπειδὴ πραγματοποιεῖται μετά το ἑσπέρας τοῦ Μ. Σαββάτου, δηλαδὴ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, ποὺ ἔχει ἤδη ἀρχίσει μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου. Ἄρα δὲν ὑπάρχει καμία σύγκρουση μὲ τὸν ἐν λόγῳ κανόνα, ὁ ὁποῖος θεσπίσθηκε σὲ ἐποχὴ (613 μ.Χ.) ποὺ ὅλοι θεωροῦσαν δεδομένο, ὅτι ἡ ἔναρξη τῆς ἑπομένης ἡμέρας γίνεται μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου.
• Ἐπιπλέον, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι κατά την παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τελοῦνται δύο Θεῖες Λειτουργίες κατα την ἴδια Ἐκκλησιαστική ἡμέρα και σε λιγότερο ἀπό ἕνα εἰκοσιτετράωρο (σύμφωνα με το πολιτικο ὡράριο) τρεῖς φορές τον χρόνο: Χριστούγεννα, Θεοφάνεια καὶ Πάσχα. Την παραμονὴ τῶν ἑορτῶν τελεῖται Ἑσπερινὸς καi Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου τo πρωί (κατ᾿ οἰκονομίαν, ὅπως γίνεται στὶς ἐνορίες) ἢ τo ἀπόγευμα (κανονικά, ὅπως γίνεται στiς Ἱερὲς Μονές τοῦ Ἁγ. Ὄρους) καὶ τὸ πρωί τῆς ἑπομένης τελεῖται Ὄρθρος και Θ. Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Στὴν περίπτωση τῶν Ἱερῶν Μονῶν ἡ τέλεση τῶν δύο λειτουργιῶν γίνεται σὲ λιγότερο ἀπὸ ἕνα εἰκοσιτετράωρο, ἐνῶ ἀκόμη καi στiς ἐνορίες, τὸ Μ. Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα, παρεμβάλλονται μεταξ;y τῶν δύο λειτουργιῶν λιγότερες ἀπὸ 15 ὧρες. Μάλιστα τὸ Τυπικὸν τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα ὁρίζει ἀκόμη μικρότερο χρονικὸ διάστημα μεταξὺ τῆς τελέσως τῶν δύο λειτουργιῶν κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναστάσεως.
6. Μήπως ὅμως παραβιάζεται ὁ Ζ΄ Ἀποστολικὸς κανόνας, ποὺ ὁρίζει νὰ μὴν ἑορτάζουμε το Πάσχα (τὸ «Νομικὸν Φάσκα») μαζὶ μὲ τὸ Ἑβραϊκό, ἀλλὰ πάντοτε μετὰ ἀπὸ αὐτό;
• Φέτος τὸ Ἑβραϊκὸ (Νομικὸ) Πάσχα ἑορτάσθηκε ἤδη στὶς 27 Μαρτίου-4 Ἀπριλίου (βλ. σχετικὰ δημοσιεύματα στὰ ΜΜΕ). Δὲν θὰ ἑορτασθεῖ τὴν 1η Μαΐου. Ἡ ἡμερομηνία αὐτὴ ὑπάρχει βέβαια στὸ «Πασχάλιον» (βλ. Μ. Ὡρολόγιον), ἀλλὰ δὲν ἰσχύει, ἀφοῦ ἡ ἐπίσημη Ἰουδαϊκὴ θρησκεία δὲν ὑπολογίζει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα.
Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι και εὐαγγελιστὲς στην πλειοψηφία τους δεν πολυπραγμονοῦν για τον ἀκριβῆ χρόνο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἐπικεντρώνουν την προσοχή τους στον ἴδιο τον Ἀναστάντα. Καλύτερα νὰ μιμηθοῦμε αὐτούς, για να ἑορτάσουμε το Πάσχα σύμφωνα με το θέλημα τοῦ Θεοῦ και ὄχι «ἐν ζύμῃ» κακίας, ἀλληλοκατηγορίας ἢ και φαρισαϊκῆς τυπολατρείας. Για να ἑορτάσουμε με πνεῦμα ἀληθείας, ἀγάπης και ἐλευθερίας, ποὺ ἐκπηγάζει ἀπο την Τριήμερο Ἔγερση τοῦ Κυρίου μας.
Καλή Ἀνάσταση!
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΕΔΕΣΣΗΣ ΠΕΛΛΗΣ ΚΑΙ ΑΛΜΩΠΙΑΣ