Ο ηθοποιός, συγγραφέας, ακτιβιστής και φυσικός Δημήτρης Αντωνίου,
περιέγραψε το πρωί της Τετάρτης, στην εκπομπή του ANT1 «Καλημέρα Ελλάδα» τα όσα απίστευτα συνέβησαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης διαβατηρίου, όταν του ζητήθηκε να… αποδείξει γραπτώς τον ακρωτηριασμό του χεριού του.
Περιγράφοντας τον διάλογό του με τον αστυνομικό, ο κ. Αντωνίου αποκάλυψε:
«Με ρώτησε πού είναι το χέρι μου. Άρχισα να ψάχνω το χέρι μου. Του εξήγησα. Μου είπε ότι θέλει αποδεικτικό. Του πρότεινα να βγάλω την μπλούζα μου και τον ρώτησα πού να βρω τέτοιο αποδεικτικό. Και τότε μου λέει “Πάρε το χρόνο σου, βρες το έγγραφο και όταν μπορείς, έρχεσαι και μας το φέρνεις”.
Εντέλει βρήκα ένα από τα χαρτιά τα οποία είχαν εκδώσει οι γιατροί πριν χρόνια, όταν μου συνέβη κατά το ατύχημα που μου προκάλεσε τον ακρωτηριασμό, του το πήγα και προχώρησε η διαδικασία».
Τοποθετούμενος όμως γενικά πάνω στο ζήτημα, ο κ. Αντωνίου σχολίασε: «Όσα άτομα κινούμαστε στον χώρο της αναπηρίας ζούμε καθημερινά τέτοια πράγματα. Σε κάθε δημόσια υπηρεσία-νοσοκομείο, εφορία, δημαρχείο…-κανείς δεν ξέρει πώς να μας φερθεί κατάλληλα».
«Εγώ είμαι 34, αν ήμουν 17 μπορεί να έβαζα τα κλάματα. Απλά θα το πάρω και θα το κάνω σενάριο σε μια παράσταση και να γελάει ο κόσμος και να μάθει ο κόσμος ότι είμαστε για γέλια», είπε ακόμη.
Η ανάρτηση του Δημήτρη Αντωνίου
«Με ρωτάνε συχνά πώς μπορώ να διακωμωδώ καταστάσεις που θα έπρεπε να με εξοργίζουν. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα και να μου πείτε εσείς εάν και πώς μπορώ…
Πριν λίγους μήνες χρειάστηκε να βγάλω διαβατήριο. Παίρνω τηλέφωνο το κοντινότερο αστυνομικό τμήμα (Καλαμαριά) να ρωτήσω αν έχω πρόσβαση. Μου λένε “όχι”. Λέω κάποιο άλλο εδώ κοντά; Μου λένε όχι, κανένα. Και πώς θα βγάλω διαβατήριο, ρωτάω. Θα πας στους Νέους Επιβάτες, μόνο εκεί μπορείς. Ψυχραιμία, Δημήτρη, λέω μέσα μου. Ευκαιρία για εκδρομούλα.
Τρώμε κινησούλα και φτάνουμε με τη Βάσια σε 1 ώρα και 15 λεπτά. Όλα καλά, Μήτσο, λέω στον εαυτό μου. Η δουλειά σου να γίνει. Και πάω να μπω στο κτίριο. Η ράμπα που θα μου έδινε την πολυπόθητη πρόσβαση είναι μία στενή, απότομη και σκουριασμένη κατασκευή. Με μια περίεργη στροφή που μου έβγαζε το μισό αμαξίδιο στον αέρα. Ψυχραιμία, Τζίμη, το ‘χεις.
Κα πράγματι, τα καταφέρνω. Επιτέλους! Ξεκινάω να ψάχνω το αρμόδιο γραφείο. Το ασανσέρ είναι οκ. Πάμεεεεε, Μητσάρα, τσιρίζω χαρούμενος μέσα μου. Και φτάνω στο γραφείο. Τέλεια.
Ο αστυνόμος είναι σοβαρός και κοιτάει όλα τα έγγραφα που χρειάζονταν. Μετά κοιτάει εμένα. Μετά κοιτάει πάλι τα χαρτιά. Μετά πάλι εμένα. Και μετά μου κάτι τη μαγική ερώτηση:
“Πού είναι το δεξί σου χέρι”;
Μου πέρασαν πολλές απαντήσεις από τον νου. Προβάδισμα όμως είχε μία:
“Το άφησα στο σπίτι, γιατί μου ζήτησε η μάνα μου να της δώσω ένα χεράκι με τις δουλειές”. Τελικά όμως δίστασα και είπα την αλήθεια.
“Έχασα το χέρι μου πριν χρόνια σε ένα τροχαίο ατύχημα” και με το που τελειώνω την πρόταση, αρχίζω και αγχώνομαι με τη χαζομάρα που είπα. Αν δεν καταλάβει τη μεταφορά και με βάλει πρώτα να κάνω δήλωση για απολεσθέντα; Αλλά όχι, ευτυχώς το ‘πιασε.
“Στην ταυτότητά σου γιατί έχεις το δεξί σου χέρι”;
Πείτε την αλήθεια… δεν σας περνάνε και εσάς πολλές απαντήσεις από το μυαλό;
Εγώ όμως είμαι καλό παιδί και τον λυπήθηκα. Του απάντησα ψύχραιμα και ειλικρινά. Αυτός όμως δεν με λυπήθηκε. Έριξε τη βόμβα του.
“Θέλω ένα χαρτί γιατρού που να λέει ότι δεν έχεις δεξί χέρι. Και να γράψει και γιατί δεν έχεις χέρι”.
Τη συνέχεια δεν σας τη λέω, γιατί μια μέρα μπορεί να τα βάλω σε καινούργια παράσταση. Βλέπετε, όμως, ότι δεν φταίω εγώ, έτσι; Η ελληνική πραγματικότητα γεννάει την κωμωδία, όχι εγώ.
Τα υπόλοιπα θα τα πούμε από κοντά στο Θέατρο Σοφούλη. “Στα καλά του καθισμένου 2,5″».