Ενημέρωνε τους ναρκέμπορους για επικείμενες έρευνες, τα «έπαιρνε» σε μηνιαία βάση
και τους κάλυπτε ώστε να μην συλληφθούν. Ο λόγος για τον αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ. που συνελήφθη από τα στελέχη της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων για εμπλοκή σε κύκλωμα διακίνησης ναρκωτικών.
Μαζί του κατηγορούνται ακόμη δύο συνάδελφοί του αστυνομικοί για τους οποίους διαπιστώθηκε ότι υποβοηθούσαν το δίκτυο με διαδικασίες συγκάλυψης, μέσω πράξεων που ενέχονται στην παράβαση καθήκοντος, καθώς και με διαρροή πληροφοριών, σύμφωνα με το protothema.gr.
Αυτό που ουσιαστικά «πρόδωσε» τον αξιωματικό που συνελήφθη ήταν οι επικοινωνίες που είχε με τα μέλη του κυκλώματος από τις οποίες προέκυψε πως διέρρεε πληροφορίες για έρευνες της Δίωξης Ναρκωτικών και συγκεκριμένα ενημέρωνε για τηλεφωνικές συνδέσεις που τελούσαν σε καθεστώς άρσης απορρήτου. Οι επικοινωνίες μεταξύ του αστυνομικού και των μελών της οργάνωσης γινόντουσαν μέσω της ειδικής εφαρμογής κρυπτογραφημένων μηνυμάτων SKY-ECC αλλά και της εφαρμογής EncroChat με τους αστυνομικούς να καταφέρνουν τελικά να αποκτήσουν πρόσβαση στα δεδομένα αποκαλύπτοντας τη δράση τους. Παράλληλα, από την έρευνα, προέκυψαν πολύ ισχυρές ενδείξεις χρηματισμού του αξιωματικού σε μηνιαία βάση (αρχή ή τέλος κάθε μήνα) με αντάλλαγμα την κάλυψη και ενημέρωση των ναρκέμπορων προκειμένου να αποφεύγουν τη σύλληψη. Επιπλέον υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ο αστυνομικός προσπαθούσε να προμηθευτεί μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών για λογαριασμό τρίτου προσώπου σε σταθερή μηνιαία βάση.
Όσον αφορά στον δεύτερο αστυνομικό που κατηγορείται, οι ερευνητές «άκουσαν» δύο από τα μέλη της οργάνωσης να αναφέρονται σε αυτόν ως το άτομο που τους δίνει υπηρεσιακές πληροφορίες χωρίς όμως να εντοπίσουν δικές του επικοινωνίες. Ο τρίτος αστυνομικός που εμπλέκεται, υπηρέτησε κατά το παρελθόν στην υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων και κατηγορείται ότι «έβαζε πλάτες» στο κύκλωμα. Πιο συγκεκριμένα κατηγορείται ότι όταν έφθασαν στο γραφείο του δεδομένα με επικοινωνίες που είχε ένας από τους παραπάνω αστυνομικούς με μέλη του κυκλώματος, αυτός δεν έκανε τίποτα για αυτό και πρότεινε η υπόθεση να τεθεί στο αρχείο.
Να σημειωθεί ότι η έρευνα ξεκίνησε έπειτα από στοιχεία που έδωσε η Europol για κρυπτογραφημένες συνομιλίες οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας και μελέτης αστυνομικών και δικαστικών Αρχών της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας, μέσω Κοινής Ομάδας Ερευνών. Ακολούθησε έρευνα η οποία και αποκάλυψε την ύπαρξη διεθνικής εγκληματικής οργάνωσης που δραστηριοποιούνταν στη διακίνηση ναρκωτικών και τη διασύνδεση των μελών αυτής με αστυνομικούς που υπηρετούσαν στην Αττική.