Friday, 15 November, 2024

Δεν πέφτει κάτω από 307 ευρώ προσωρινή σύνταξη ΟΓΑ

Δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο 80% της Εθνικής σύνταξης για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή 307,20 ευρώ, η προσωρινή σύνταξη για τους υπαγόμενους στην ασφάλιση του ΟΓΑ, βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016. Οι ρυθμίσεις αυτές αφορούν μόνον όσους συνταξιοδοτηθούν από 1/1/2017 κι έπειτα

Αυτό ορίζει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας που περιγράφει τις τροποποιήσεις που επέρχονται στο καθεστώς χορήγησης προσωρινής σύνταξης.

Σε περίπτωση λήψης μειωμένης σύνταξης, το ανωτέρω ποσό (307,20 ευρώ) μειώνεται κατά το ποσοστό της κατά περίπτωση προβλεπόμενης μείωσης. Ως προς το ανώτατο όριο προσωρινής σύνταξης εφαρμόζονται και για τους ασφαλισμένους του ΟΓΑ τα προβλεπόμενα για τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

Σημειωτέον πως η απόφαση έκδοσης πρέπει να γίνεται το αργότερο έως δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.

Αναλυτικά τι περιλαμβάνει η εγκύκλιος

Καταβάλλεται κατά απόλυτη προτεραιότητα στα άτομα με αναπηρία. Η προσωρινή σύνταξη αντιστοιχεί στο 50% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών που ο αιτών είχε κατά τους 12 μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.

Για περιπτώσεις αναπήρων με ποσοστό αναπηρίας 67% έως 79,99% χορηγείται ως προσωρινή σύνταξη το 75% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών και για περιπτώσεις με αναπηρία από 50% έως 66,99% χορηγείται το 50% ως προσωρινή σύνταξη. Στο 50% είναι η προσωρινή σύνταξη και για περιπτώσεις θανάτου.

Η προσωρινή σύνταξη που θα καταβληθεί σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού της Εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης, ούτε και να υπερβαίνει το διπλάσιο αυτής (384 ευρώ έως 768 ευρώ).

Ειδικότερα: Οι διατάξεις αφορούν τους μισθωτούς ασφαλισμένους του Ιδιωτικού Τομέα, τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες και λοιπά πρόσωπα υπαγόμενα στην ασφάλιση του ΟΓΑ, που υπάγονται στην ασφάλιση των εντασσόμενων στον ΕΦΚΑ φορέων καθώς και του ΕΦΚΑ μετά την έναρξη λειτουργίας του. Το νέο νομικό πλαίσιο για τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης, αφορά: α) Στην έκδοση προσωρινών αποφάσεων κύριας σύνταξης και όχι επικουρικής. β) Εκτός από τις συντάξεις γήρατος, αποφάσεις για χορήγηση προσωρινής σύνταξης εκδίδονται και για συντάξεις λόγω αναπηρίας και θανάτου.

Προθεσμία έκδοσης απόφασης προσωρινής συνταξιοδότησης

α) Η απόφαση προσωρινής σύνταξης εκδίδεται εντός χρονικού διαστήματος 2 μηνών από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης. Η προθεσμία αυτή ισχύει και στις περιπτώσεις όπου υφίσταται χρόνος διαδοχικής ασφάλισης στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς. β) Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατά απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν.612/1977 είτε με βάση διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά ή με βάση διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του Π.δ. 169/2007 (Α 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά. Για την εφαρμογή της ανωτέρω ρύθμισης θα πρέπει να προκύπτει αποδεδειγμένα αναπηρία τουλάχιστον 50%.

Υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης

Το ύψος της προσωρινής σύνταξης διαφοροποιείται σε σχέση με το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο που είχε θεσπιστεί με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3996/2011. Ως εκ τούτου, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 94 παρ. 1 και 2 του ν.4387/2016 (85, Α’), το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την καταβολή της προσωρινής σύνταξης αφορά αιτήσεις συνταξιοδότησης που κρίνονται με το νέο τρόπο υπολογισμού της σύνταξης που θεσπίζεται με τον ανωτέρω νόμο. Αντίθετα, στις αιτήσεις συνταξιοδότησης για τις οποίες πρόκειται να εφαρμοστούν ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης οι προγενέστερες του ν.4387/2016 διατάξεις, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3996/2011 για τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης.

  1. Λόγω γήρατος

α) Μισθωτοί

Όσον αφορά τους μισθωτούς, η προσωρινή σύνταξη είναι το 50% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών, επί των οποίων υπήρχε υποχρέωση καταβολής εισφορών για κύρια σύνταξη κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ο μέσος όρος αυτός υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών δια του 12. Σε περίπτωση που κατά το δωδεκάμηνο που προηγείται του μήνα υποβολής της αίτησης υπάρχουν κενοί μήνες ασφάλισης (δηλαδή μήνες χωρίς καμία ημέρα ασφάλισης) επεκτείνεται κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα των μηνών στους οποίους υφίσταται ασφάλιση μέχρι τη συμπλήρωση του 12μηνου. Ως προς τους δικαιούχους προσωρινής σύνταξης ναυτικούς, μηνιαία αποδοχή του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της αίτησης συνταξιοδότησης, λογίζεται ο αναλογούν βασικός μισθός όπως προβλέπεται στην ισχύουσα ή τελευταία ισχύσασα ΣΣΕ του κλάδου και της ειδικότητας ναυτολόγησης προσαυξημένος με το επίδομα Κυριακών, όπως ίσχυε μέχρι τη δημοσίευση του νόμου.

β) Αυτοαπασχολούμενοι, ελεύθεροι επαγγελματίες και ασφαλισμένοι του ΟΓΑ

Για τους αυτοαπασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους του ΟΓΑ, όπως ορίζονται στα άρθρα 39 και 40 του ν.4387/2016, η προσωρινή σύνταξη αντιστοιχεί στο 50 % του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των 12 τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που καταβλήθηκαν κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο ασφάλισης, διαιρουμένου δια του 20 % και στη συνέχεια δια του 12.

Σε περίπτωση που η ασφάλιση έχει διακοπεί σε χρόνο προγενέστερο της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, για τον υπολογισμό της προσωρινής σύνταξης λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί ή έπρεπε να καταβληθούν κατά το τελευταίο 12μηνο που προηγείται της διακοπής της ασφάλισης.

Για παράδειγμα, εάν ασφαλισμένος του ΟΑΕΕ διέκοψε την ασφάλιση στον φορέα τον Μάρτιο του 2013 και υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης τον Ιούλιο του 2016, για τον υπολογισμό της προσωρινής σύνταξης λαμβάνονται υπόψη οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβλήθηκαν ή έπρεπε να καταβληθούν από τον Μάρτιο του 2012 έως και τον Φεβρουάριο του 2013.

Με βάση τα ανωτέρω, ελεύθερος επαγγελματίας, υπαγόμενος στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ – ΤΣΑΥ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 94 του ν.4387/2016 πρόκειται να λάβει σύνταξη σύμφωνα με το νέο νομοθετικό πλαίσιο ως προς τον υπολογισμό της.

Κατά τη διάρκεια του τελευταίου 12μηνου πριν από την διακοπή της επαγγελματικής δραστηριότητας και την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης έχουν καταβληθεί για κύρια ασφάλιση ασφαλιστικές εισφορές ύψους 2.256 ευρώ (188 ευρώ μηνιαίως).

Βάσει των ανωτέρω, το ποσό των 2.256 ευρώ διαιρείται αρχικά δια του 20% και εν συνεχεία δια του 12, οπότε και προκύπτει το ποσό των 940 ευρώ. Ο ασφαλισμένος πρόκειται να λάβει ως προσωρινή σύνταξη το 50% του ανωτέρω ποσού, δηλαδή το ποσό των 470 ευρώ. Στην περίπτωση αυτού του ασφαλισμένου, η προσωρινή σύνταξη θα υπολογιζόταν με τον ίδιο τρόπο, ακόμα και αν αυτός δεν είχε καταβάλει τις αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές, με την προϋπόθεση ότι το σύνολο των οφειλόμενων εισφορών δεν ξεπερνούν το όριο που προβλέπεται από την οικεία νομοθεσία. Ειδικά για τους ασφαλισμένους του άρθρου 40 του ν.4387/2016 (πρόσωπα υπαγόμενα στην ασφάλιση του ΟΓΑ), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 99 του ανωτέρω νόμου που προβλέπουν την εφαρμογή του νέου καθεστώτος υπολογισμού της σύνταξης για την εν λόγω κατηγορία ασφαλισμένων από 1/1/2017 και μετά, οι διατάξεις του άρθρου 29 για τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης έχουν εφαρμογή σε όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα συνταξιοδοτούνται από 1/1/2017 και μετά.

  1. Ποσά προσωρινών συντάξεων αναπηρίας – θανάτου Στις περιπτώσεις αιτήσεων για συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας το ποσό της προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται κατ’ αντιστοιχία με τα ποσοστά της παρ. 2 του άρθρου 27 του νόμου.

Συνεπώς, σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας από 67% έως 79,99%, δεδομένου ότι πρόκειται να λάβουν το 75% της Εθνικής σύνταξης, αντίστοιχα θα χορηγείται το 75% της προσωρινής σύνταξης που προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω.

Σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας από 50% έως και 69,99%, δεδομένου ότι πρόκειται να λάβουν το 50% της Εθνικής σύνταξης, αντίστοιχα θα χορηγείται το 50% της προσωρινής σύνταξης που προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη που διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω χορηγείται σε ποσοστό 50%, και το ποσό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.

Διαδοχική ασφάλιση

Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, ισχύουν τα ακόλουθα: Για αιτήσεις μέχρι 31/12/2016 ο έλεγχος, επεξεργασία και απονομή προσωρινής σύνταξης πραγματοποιείται από τον τελευταίο φορέα στον οποίο υπάγεται ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία χρονική περίοδο πριν την αίτησή του. Για αιτήσεις από 01/01/2017 και εντεύθεν, ο έλεγχος, επεξεργασία και απονομή προσωρινής σύνταξης πραγματοποιείται από τον Ε.Φ.Κ.Α. σύμφωνα με τη νομοθεσία του εντασσόμενου φορέα της τελευταίας απασχόλησης πριν την αίτηση του ασφαλισμένου.  Προκειμένου να δικαιωθεί ασφαλισμένος με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης προσωρινής σύνταξης από τον τελευταίο φορέα έως 31.12.2016 ή από τον Ε.Φ.Κ.Α. από 01.01.2017, πρέπει να διαπιστωθεί ότι από το συνολικό χρόνο ασφάλισης του αιτούντος πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου φορέα έως 31.12.2016 ακόμη κι αν δεν καθίσταται αυτός τελικώς απονέμων της οριστικής σύνταξης ή του Ε.Φ.Κ.Α. από 01.01.2017 ακόμη κι αν ο ενδιαφερόμενος δεν συνταξιοδοτηθεί με τη νομοθεσία του τελευταίου εντασσόμενου φορέα.

Στην περίπτωση που για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης στο διαδοχικά ασφαλισμένο, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης δεν επαρκεί (12μηνο), λόγω αλλαγής επαγγελματικής κατεύθυνσης του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και ο διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που, κατά τη διάρκεια του εν λόγω δωδεκαμήνου, ο ασφαλισμένος είχε διαδοχικά την ιδιότητα μισθωτού και αυτοαπασχολούμενου, το ύψος της προσωρινής σύνταξης θα αποτελείται από το άθροισμα των ποσών που προκύπτουν από τους δύο τρόπους υπολογισμού, ανάλογα με τους μήνες που διένυσε ο ασφαλισμένος στην κάθε απασχόληση.

Π.χ. μισθωτός 5 μήνες με μηνιαίες αποδοχές 900 ? και αυτοαπασχολούμενος 7 μήνες με μέσο μηνιαίο εισόδημα 800 ?. Ο υπολογισμός γίνεται ως εξής: Α) 900 * 50% = 450 ? *5 μήνες =2250 ?/12=187,5 ? β) 800 * 50% = 400 ? *7 μήνες = 2800 ?/12=233,33 Σύνολο: 420,83.

Σημειώνεται ότι οι 12 μήνες που απαιτούνται για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης σύμφωνα με τα ανωτέρω, αναφέρονται σε μήνες ασφάλισης που προηγούνται του μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης όποτε αυτοί και αν συμπληρώνονται.

Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.

Κατώτατο – ανώτατο όριο ποσού προσωρινής σύνταξης

Η προσωρινή σύνταξη που θα καταβληθεί σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού της Εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης, ούτε και να υπερβαίνει το διπλάσιο αυτής, όπως διαμορφώνεται κάθε φορά.

Συγκεκριμένα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 7 του ν.4387/2016, η εθνική σύνταξη διαμορφώνεται στο ποσό των 384 ευρώ για 20 έτη ασφάλισης και ως εκ τούτου η καταβαλλόμενη προσωρινή σύνταξη θα κυμαίνεται από 384 ευρώ έως 768 ευρώ. Διευκρινίζεται ότι το ως άνω ανώτατο και κατώτατο όριο προσωρινής σύνταξης αφορά περιπτώσεις λήψης πλήρους σύνταξης λόγω γήρατος ή αναπηρίας. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δικαιούται μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος, το ανώτατο και κατώτατο όριο μειώνεται ανάλογα βάσει των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ποσοστών μείωσης.

Συνεπώς, σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος τα ποσά των 384 ευρώ και 768 ευρώ μειώνονται κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης.

Για παράδειγμα, εάν υπολείπονται 60 μήνες, η μείωση ανέρχεται σε 60/200 και τα ανωτέρω ποσά διαμορφώνονται σε 268,80 ευρώ και 537,60 ευρώ αντίστοιχα. Σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης λόγω αναπηρίας, για παράδειγμα με βαθμό αναπηρίας 70%, το κατώτατο και ανώτατο όριο προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται σε 288 ευρώ και 576 ευρώ αντίστοιχα.

Δεν πέφτει κάτω από 307 ευρώ προσωρινή σύνταξη ΟΓΑ

 

Ομοίως, στις περιπτώσεις υποβολής αίτησης για συνταξιοδότηση λόγω θανάτου, όπου η προσωρινή σύνταξη καθορίζεται στο ποσοστό 50 % της προκύπτουσας προσωρινής σύνταξης, το κατώτατο και ανώτατο όριο της προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται σε 192 ευρώ και 384 ευρώ αντίστοιχα.

 

Ειδικά για τους υπαγόμενους στην ασφάλιση του ΟΓΑ βάσει του άρθρου 40 του ν.4387/2016, το ποσό της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο 80 % της Εθνικής σύνταξης για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή του ποσού των 307,20 ευρώ.

Σε περίπτωση λήψης μειωμένης σύνταξης, το ανωτέρω ποσό μειώνεται κατά το ποσοστό της κατά περίπτωση προβλεπόμενης μείωσης.

Ως προς το ανώτατο όριο προσωρινής σύνταξης εφαρμόζονται και για τους ασφαλισμένους του ΟΓΑ τα προβλεπόμενα για τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης.

Συμψηφισμός ποσού προσωρινής σύνταξης

Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης, εκτός αν ο αιτών δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την καταβολή προσωρινής σύνταξης.

Μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης τα καταβληθέντα ποσά προσωρινής σύνταξης συμψηφίζονται με τις διαφορές που τυχόν προκύπτουν βάσει του ποσού σύνταξης που θα διαμορφωθεί στην απόφαση οριστικής σύνταξης.

Σε περίπτωση που μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών προς έκδοση οριστικής σύνταξης διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, τα ποσά προσωρινής σύνταξης που εισπράχθηκαν αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, χωρίς προσαύξηση σε περίπτωση που δεν προκύπτει υπαιτιότητα του ασφαλισμένου και εντόκως, με επιτόκιο 3%, σε περίπτωση που προκύπτει υπαιτιότητά του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 103 του ν.4387/2016 σε συνδυασμό με το άρθρο 95 παρ. 2 του ανωτέρω νόμου.

Λόγοι μη έκδοσης προσωρινής σύνταξης

Προσωρινή σύνταξη δεν χορηγείται, εφόσον συντρέχουν οι εξής λόγοι: α) Όταν ο ασφαλισμένος δηλώνει γραπτώς κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης ότι δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης. Σημειώνουμε ότι, κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης οι ασφαλισμένοι θα πρέπει να ενημερώνονται από τον ασφαλιστικό φορέα τους ότι υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης προσωρινής σύνταξης και εφόσον δεν επιθυμούν την έκδοση σχετικής απόφασης θα πρέπει να το δηλώνουν απαραίτητα γραπτώς κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης. β) Όταν δεν πληρούνται οι κατά περίπτωση νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (πχ όρια ηλικίας, απαιτούμενες κατά περίπτωση χρονικές προϋποθέσεις).

Οι ασφαλισμένοι που αιτούνται την έκδοση προσωρινής σύνταξης θα πρέπει να συνυποβάλλουν με τα σχετικά δικαιολογητικά και υπεύθυνη Δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986 ότι πληρούνται οι τιθέμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης, π.χ. χρόνος ασφάλισης, μη ύπαρξης οφειλής που υπερβαίνει το προβλεπόμενο από το άρθρο 43 του ν.3996/2011 ανώτατο όριο, τη λήψη ή μη άλλης οριστικής ή προσωρινής σύνταξης για την ίδια αιτία, κ.λπ..

Επιπλέον, οι ασφαλισμένοι με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης οφείλουν, πέραν των ανωτέρω στην Υπεύθυνη Δήλωση, να προσδιορίζουν τα Ταμεία στα οποία έχουν διαδοχικά χρόνο ασφάλισης, τυχόν χρόνο παράλληλης ασφάλισης, το Ταμείο στο οποίο έχουν τυχόν οφειλές καθώς και το ύψος αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην Υ.Α. Φ.1500/οικ.9696/195/08.08.2014 (2441 Β’). γ) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, παρά μόνο στις περιπτώσεις που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με το χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα. Τούτο καθώς οι Κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 περιλαμβάνουν ήδη διατάξεις περί του προσωρινού υπολογισμού των παροχών καθώς και για τις προσωρινές καταβολές και προκαταβολές παροχών (άρθρ. 7 και αρθρ. 50 του Κανονισμού 987/2009). δ) Όταν οι ασφαλισμένοι δεν έχουν καταθέσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά. ε) Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία (οριστική ή προσωρινή), ή έχει υποβληθεί αίτηση συνταξιοδότησης με αίτημα τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η καταβολή προσωρινής σύνταξης στον συνταξιούχο λόγω γήρατος σε περίπτωση που λαμβάνει ή πρόκειται να λάβει άλλη σύνταξη λόγω γήρατος (οριστική ή προσωρινή), ενώ μπορεί να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος στον συνταξιούχο που λαμβάνει σύνταξη λόγω αναπηρίας ή θανάτου. στ.

Όταν ο ασφαλισμένος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης δεν έχει διακόψει την οποιαδήποτε εργασία του. Σε περίπτωση που αναληφθεί εκ νέου εργασία μετά την αίτηση για προσωρινή σύνταξη ή μετά τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης, διακόπτεται η καταβολή της προσωρινής σύνταξης.

Συνεπώς, οι ασφαλισμένοι κατά την υποβολή αιτήματος για χορήγηση προσωρινής σύνταξης θα πρέπει να δηλώνουν στην Υπεύθυνη Δήλωση ότι θα γνωρίσουν στον φορέα τυχόν ανάληψη επαγγελματικής δραστηριότητας. Εάν ο ασφαλισμένος αναλάβει εκ νέου εργασία χωρίς να υποβάλει σχετική δήλωση στο φορέα, τα ποσά προσωρινής σύνταξης που έχουν καταβληθεί μετά την ανάληψη της επαγγελματικής δραστηριότητας αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα σύμφωνα με τα ανωτέρω. ζ. Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Εκδίδεται παρόλα αυτά απόφαση προσωρινής συνταξιοδότησης εφόσον, μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η σχετική απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα κι αν η εξόφληση του ποσού γίνεται τμηματικά με παρακράτηση από τη σύνταξη.

Στις περιπτώσεις αυτές, δεν απαιτείται ο ενδιαφερόμενος να υποβάλλει νέα αίτηση για την απονομή προσωρινής σύνταξης, αλλά η ημερομηνία έναρξης της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να ανατρέξει σε χρόνο προγενέστερο της αίτησης για την αναγνώριση χρόνου ασφάλισης.

Σημειώνουμε ότι εάν η εξόφληση της αναγνώρισης γίνεται τμηματικά, το ποσό της μηνιαίας δόσης που προκύπτει σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση γ της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν.4387/2016 παρακρατείται κάθε μήνα από την προσωρινή σύνταξη. Για παράδειγμα, εάν το ποσό της προσωρινής σύνταξης ανέρχεται σε 750 ευρώ μηνιαίως και το ύψος της μηνιαίας δόσης για την αναγνώριση χρόνου ασφάλισης ανέρχεται σε 300 ευρώ μηνιαίως, ο ασφαλισμένος θα λάβει ως προσωρινή σύνταξη το ποσό των 450 ευρώ.

Επισημαίνεται ότι σε καμία περίπτωση το ποσό της προσωρινής σύνταξης που καταβάλλεται στον δικαιούχο δεν μπορεί να υπολείπεται, ακόμα και μετά την αφαίρεση της μηνιαίας δόσης της εξαγοράς, του μισού που προκύπτει από τα ανωτέρω. Έτσι, αν για παράδειγμα το ποσό της προσωρινής σύνταξης ανέρχεται σε 750 ευρώ μηνιαίως και το ύψος της μηνιαίας δόσης για την αναγνώριση χρόνου ασφάλισης ανέρχεται σε 450 ευρώ, καταβάλλεται τουλάχιστον το ήμισυ της προσωρινής, ήτοι ποσό 375 ευρώ. η. Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα από το άρθρο 43 του ν.3996/2011 ποσά (?20.000 κατ’ ανώτατο όριο για τον ΟΑΕΕ και 15.000 ευρώ κατ’ ανώτατο όριο για το ΕΤΑΑ). Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος καταβάλλει το ποσό της οφειλής που υπερβαίνει τα ανωτέρω όρια εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 6 του π.δ. 258/1983 δίμηνης προθεσμίας, τότε η συνταξιοδότηση αρχίζει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις καταστατικές διατάξεις των φορέων. Εάν παρέλθει η ως άνω δίμηνη προθεσμία, ο ασφαλισμένος θα πρέπει να επανέλθει με νέα αίτησή του, οπότε και το αίτημά του επανεξετάζεται με βάση τη δεύτερη αίτησή του. Σημειώνουμε ότι σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος, εκτός από οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, έχει οφειλή από αναγνώριση χρόνου ασφάλισης, αθροιστικά οι οφειλές δεν μπορεί να υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό οφειλής, όπως διαμορφώνονται ανά φορέα. Όμως το ποσό της οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές, επιμεριζόμενο σε μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, παρακρατείται από το ποσό της οριστικής σύνταξης και όχι από την προσωρινή σύνταξη.

Για παράδειγμα, ασφαλισμένος του ΟΑΕΕ έχει οφειλή από ασφαλιστικές εισφορές ύψους 15.000 ευρώ και οφειλή από αναγνώριση χρόνου ασφάλισης ύψους 7.200 ευρώ (μηνιαία δόση 300 ευρώ), δηλαδή συνολικά η οφειλή ανέρχεται σε 22.200 ευρώ. Προκειμένου να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, ο ασφαλισμένος πρέπει να καταβάλει εντός διμήνου από τη λήψη της σχετικής ειδοποίησης από τον ΟΑΕΕ, το ποσό της οφειλής που υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, δηλαδή το ποσό των 2.200 ευρώ.

Από το ποσό της προσωρινής σύνταξης παρακρατείται μόνο η μηνιαία δόση για την αναγνώριση του χρόνου ασφάλισης ύψους 300 ευρώ.

Μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, παρακρατείται τόσο το υπολειπόμενο ποσό της μηνιαίας δόσης για την αναγνώριση του χρόνου ασφάλισης (εφόσον δεν έχει γίνει εξόφληση της οφειλής), καθώς και η μηνιαία δόση για την εξόφληση της οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές.

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου