Το iMEdD Lab δημοσίευσε τη γεωγραφική κατανομή 3.214 θανάτων ανά περιφερειακή ενότητα στη χώρα. Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ότι η Βόρεια Ελλάδα έχει πληρώσει βαρύ τίμημα στην πανδημία.
Περισσότεροι από 3.600 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην Ελλάδα από την COVID-19, εκ των οποίων οι 3.061 χάθηκαν από την 1η Νοεμβρίου έως και τις 14 Δεκεμβρίου.
Παρά το γεγονός ότι ο ΕΟΔΥ δίνει στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή των νέων κρουσμάτων, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη, δεν δημοσιεύει αναλυτικά στοιχεία για τους θανάτους από την πανδημία.
Το iMEdD Lab, από την αρχή της πανδημίας έως και τα μέσα Νοεμβρίου ενημέρωνε συστηματικά το σύνολο δεδομένων που αφορά στις απώλειες ανά Περιφερειακή Ενότητα, χρησιμοποιώντας ως βασική πηγή τις αναφορές στον Τύπο. Το σύνολο δεδομένων οπτικοποιούταν στην εξειδικευμένη εφαρμογή που έχουμε αναπτύξει για την COVID-19, ενώ είναι δημοσιευμένο και στο GitHub μας. Από τις αρχές Νοεμβρίου, όμως, οι αναφορές στον τόπο κατοικίας των θανόντων έπαψαν να δημοσιεύονται.
Η βόρεια Ελλάδα θρηνεί τους περισσότερους νεκρούς
Στο iMEdD Lab καταφέραμε να συγκεντρώσουμε ανωνυμοποιημένα στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή 3.214 θανάτων ανά Περιφερειακή Ενότητα από την αρχή της πανδημίας (αντιστοιχεί στο 87% των 3.687 συνολικών θανάτων έως τις 14 Δεκεμβρίου). Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ότι οι περιοχές με τους περισσότερους θανάτους είναι η Θεσσαλονίκη (750), η Αττική (659), η Πέλλα (208), οι Σέρρες (184), η Πιερία (148), η Ημαθία (138), η Δράμα (140) και η Λάρισα (122).
Όμως, η αναγωγή των θανάτων ανά 100.000 πληθυσμού (υπολογισμός που μας επιτρέπει να συγκρίνουμε περιοχές μεταξύ τους) δείχνει ότι οι περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία είναι οι: Πέλλα (148,9 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού), Δράμα (142,4), Πιερία (116,8) και Σέρρες (104,3). Η Θεσσαλονίκη έχει 67,5 νεκρούς ανά 100.000 πληθυσμού και η Αττική 17,2.
Η γεωγραφική κατανομή των θανάτων από COVID-19
Ο δείκτης της θνητότητας μας δείχνει πόσοι από αυτούς που έχουν διαγνωστεί θετικοί στον κορονοϊό, έχασαν τη ζωή τους. Παρά το γεγονός ότι η θνητότητα είναι πολύ σημαντικός δείκτης, θα πρέπει να τον διαβάζουμε με εξαιρετικά μεγάλη προσοχή. Αυτό διότι ο αριθμός των ατόμων που έχουν διαγνωστεί με COVID-19 δεν ανταποκρίνεται στον πραγματικό πληθυσμό που έχει κολλήσει τον ιό. Αυτό συμβαίνει, από τη μία, επειδή δεν υποβάλλεται σε τεστ το σύνολο του πληθυσμού και, από την άλλη, επειδή εκείνοι που υποβάλλονται σε τεστ συνήθως είναι άτομα που έχουν ήδη εμφανίσει κάποια συμπτώματα. Εξαιτίας αυτών των λόγων, το ποσοστό θνητότητας ενδέχεται να είναι υπερτιμημένο σε σύγκριση με τον πραγματικό κίνδυνο θανάτου από την COVID-19.
Πηγή: iMEdD Lab