Κακουργηματικού βαθμού ευθύνες υψηλόβαθμων στελεχών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας
βλέπει ο 6ος τακτικός ανακριτής Αθ. Μαρνέρης, ο οποίος χειρίζεται την έρευνα για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
Με νέο αίτημα προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών ζητεί να ασκηθεί συμπληρωματική δίωξη για το κακούργημα της θανατηφόρας έκθεσης σε κίνδυνο σε βάρος τουλάχιστον 10 προσώπων που είχαν καθοριστικό ρόλο στην επιχείρηση κατάσβεσης.
Στις 41 σελίδες του αιτήματός του, ο ανακριτής αναφέρεται σε νέα στοιχεία που έχουν προκύψει από μαρτυρικές καταθέσεις και άλλα ευρήματα, τα οποία κατά τη γνώμη του στοιχειοθετούν αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος.
Πάντως, η εισαγγελία έχει απορρίψει ήδη δύο φορές αντίστοιχα αιτήματα, στα οποία όμως δεν είχαν περιληφθεί τα νεότερα στοιχεία που προσφάτως έγιναν γνωστά στην ανάκριση.
Ο ανακριτής καταλογίζει δόλο σε υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και της Πολιτικής Προστασίας
Μεταξύ άλλων, στο αίτημα του ανακριτή επιρρίπτονται ευθύνες σε υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και της Πολιτικής Προστασίας για «εγκληματική αδιαφορία» και «κωλυσιεργία» , ενώ τους καταλογίζει ενδεχόμενο δόλο.
«Η θέση που κατείχαν τους καθιστούσαν γνώστες του κινδύνου στον οποίο εξέθεταν τους κατοίκους και τους επισκέπτες της περιοχής, κίνδυνο που προφανώς αποδέχτηκαν, αφού ενώ είχαν τη δυνατότητα να πράξουν διαφορετικά, δεν έπραξαν. Δηλαδή, αν και είχαν στη διάθεσή τους μέσα και χρόνο, γνώριζαν φυσικά την επικινδυνότητα της κατάστασης και μάλιστα γνώριζαν την ιδιομορφία της περιοχής, που καθιστούσε άμεσο τον κίνδυνο για ανθρώπινες ζωές, κωλυσιέργησαν σε σημείο που επέδειξαν εγκληματική αδιαφορία, που στοιχειοθετεί τουλάχιστον τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, ο οποίος και αρκεί στην περίπτωση της κακουργηματικής μορφής της έκθεσης», αναφέρεται στο αίτημα του ανακριτή.
Επιπλέον, ο κ. Μαρνέρης επιρρίπτει ευθύνες επειδή οι αξιωματικοί της Πυροσβεστικής και στελέχη της Πολιτικής Προστασίας, δεν έστειλαν εγκαίρως εναέρια και επίγεια μέσα,
δεν διέταξαν την απομάκρυνση των πολιτών και την εκκένωση της περιοχής και δεν κήρυξαν την περιοχή σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Στο αίτημα επισημαίνεται ότι εάν αρχικά είχαν επιχειρήσει τρία εναέρια μέσα πάνω από τη φλεγόμενη περιοχή και στη συνέχεια συνέδραμαν ακόμα τρία, ο κίνδυνος να υπάρξουν ανθρώπινες απώλειες θα μπορούσε να αποφευχθεί.
Επίσης, καταλογίζει ευθύνες επειδή οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι δεν έδωσαν εντολή στις σωστικές λέμβους της ΕΜΑΚ και άλλα πλοιάρια που βρίσκονταν στην Ελευσίνα και στον Πειραιά να αποπλεύσουν προς το Μάτι για να συλλέξουν τον κόσμο που είχε πέσει στη θάλασσα για να σωθεί από την πύρινη λαίλαπα. Σε άλλο σημείο ο ανακριτής τονίζει ότι έμεινε ανεκμετάλλευτη επιχειρησιακά η νεοσύστατη υπηρεσία με τα μη στελεχωμένα αεροσκάφη (DRONES), τα οποία μπορούν να κάνουν 24ωρη επιτήρηση, έχουν κάμερες και δίνουν άμεσες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο στο ΕΣΚΕ.
«Με τις ιδιότητές τους οι κατηγορούμενοι μπορούσαν να προβλέψουν το βαρύτερο αποτέλεσμα, που τελικά επήλθε αποδεχόμενοι αυτό, καθώς δεν αξιοποίησαν έγκαιρα τα διαθέσιμα μέσα. Σε βάρος τους δεν προκύπτουν απλώς σοβαρές ενδείξεις για αμέλεια ως προς τα καθήκοντά τους, η οποία οδήγησε αιτιακά σε θανάτους και σωματικές βλάβες, αλλά σοβαρές ενδείξεις για ενδεχόμενο δόλο ως προς την πρόκληση του κινδύνου, ήτοι ενδεχόμενο δόλο για την τοποθέτηση των θυμάτων από ασφαλή σε μη ασφαλή θέση, που τα κατέστησε αβοήθητα και μη δυνάμενα να διαφύγουν του κινδύνου, καθώς και τον ενδεχόμενο δόλο για την άφεση των θυμάτων αβοήθητων», καταλήγει ο ανακριτής.
Τέλος, γίνεται μνεία από τον ανακριτή για προσπάθεια συγκάλυψης των ενεργειών αλλά και των παραλείψεων των αρμοδίων μέσω ψευδών και πλαστογραφημένων ημερολογίων του αεροδρομίου της Πάχης και της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων Πυροσβεστικού Σώματος.
Πηγή: iefimerida.gr