Ο βετεράνος φωτορεπόρτερ του Associated Press, Αριστοτέλης Σαρρηκώστας, γράφει στο iEidiseis, για την 21η Απριλίου
Τα πρώτα φωτογραφικά καρέ που απαθανάτισαν το πραξικόπημα και ο αγώνας του να μεταδοθούν οι εικόνες στο εξωτερικό.
Πόσο κουράγιο και πίστη χρειάζεται σε αυτό που κάνεις, όταν την ώρα που κυκλοφορούν τανκ και ένοπλοι στρατιώτες, ξημερώματα της 21ης Απριλίου συνεχίζεις να φωτογραφίζεις. Την ώρα που σε προσαγάγουν, εσύ φεύγεις και εκ νέου αποτυπώνεις στο φωτογραφικό φιλμ λεπτό προς λεπτό την πρώτη μέρα του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών.
Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας, βετεράνος φωτορεπόρτερ του Associated Press γράφει στο iEidiseis για την 21η Απριλίου, το πως έμαθε για το πραξικόπημα και «πετάχτηκε σαν ελατήριο» από το σπίτι του, αλλά και για τον αγώνα του να ταξιδέψουν οι εικόνες του σε όλο τον κόσμο, όταν η χούντα έκοψε τις γραμμές του ΟΤΕ για το εξωτερικό.
Αναλυτικά όσα μας γράφει για τις πρώτες ώρες της 21ης Απριλίου.
«Ήταν πέντε η ώρα το πρωί της 21ης Απριλίου 1967, όταν άκουσα δυνατά χτυπήματα στην πόρτα του σπιτιού μου στο Παγκράτι. Άνοιξε η γυναίκα μου και αντίκρισε την μητέρα μου η οποία διέμενε λίγο πιο πάνω από εμάς.
Την άκουσα να της λέει με τρεμάμενη φωνή να μη με αφήσει να βγω έξω σήμερα, γιατί είδε στρατιώτες με όπλα και τανκ να κυκλοφορούν στους δρόμους.
Ακούγοντας όσα είπε η μητέρα μου στην γυναίκα μου, η πρώτη μου κίνηση ήταν να ανοίξω το ραδιόφωνο που είχα πάντα δίπλα στο προσκέφαλο μου, (το έχω μέχρι και σήμερα) και ακούω στρατιωτικά εμβατήρια, αλλά και το πρώτο “Αποφασίζομεν και διατάσσουμε”. Η στρατιωτική χούντα είχε ολοκληρώσει μέσα σε τρεις ώρες την αποστολή της και άρχισε να βγάζει διατάγματα.
Αμέσως πετάχτηκα σαν ελατήριο από το κρεβάτι και αφού ευχαρίστησα την μητέρα μου για τις πληροφορίες χωρίς δεύτερη κουβέντα βρέθηκα στο δρόμο για το γραφείο του Associated Press, που ήταν στην οδό Κολοκοτρώνη στην Αθήνα. Ήταν και μια από τις λίγες φορές που δεν είχα μαζί μου την τσάντα με τις φωτογραφικές μηχανές μου.21η Απριλίου 1967, στρατιώτες με ένα οπλοπολυβόλο στο μπαλκόνι της Βουλής/Αριστοτέλης Σαρρηκώστας-Αρχείο ΕΡΤ
«Σήμερα δεν έχει δουλειά – Γυρίστε σπίτι»
Οι δυσκολίες άρχισαν από την πλατεία Παγκρατίου, η αστυνομία δεν άφηνε κανέναν να περάσει και όταν τους έδειξα την επαγγελματική μου ταυτότητα και ότι έπρεπε να πάω στην δουλειά μου, η απάντηση ήταν «Σήμερα δεν έχει δουλειά, γυρίστε σπίτια σας». Τελικά τα κατάφερα και πέρασα.
Ανεβαίνοντας την Ηρώδου Αττικού, είδα στο προαύλιο των Ανακτόρων να κυκλοφορούν δεκάδες στρατιώτες με στολή εκστρατείας και όπλα στα χέρια το ίδιο ακριβώς και μέσα στον Εθνικό κήπο, στην Βασιλίσσης Σοφίας και στην Πλατεία Συντάγματος δεν κυκλοφορούσε ψυχή.
Ο θυρωρός του κτιρίου, όπου στεγαζόταν το Associated Press, μόλις με είδε άρχισε να με ρωτάει αν ξέρω κάτι, του απάντησα ότι ξέρεις ξέρω κι εγώ.
Μετά από λίγο ήρθε κι ο Δ/της του AP Φ. Δόπουλος κι αυτός με την ίδια απορία, καθώς εκείνους τους μήνες υπήρχε διάχυτη η ανησυχία ότι κάτι θα συμβεί και ενώ όλοι περίμεναν την χούντα των στρατηγών, τους πρόλαβαν οι συνταγματάρχες.
Αμέσως πήρα τις φωτογραφικές μου μηχανές, βγήκα από την οδό Κολοκοτρώνη, Λέκκα και από την Καραγεώργη Σερβίας έφτασα στην πλατεία Συντάγματος και το πρώτο που αντίκρισα ήταν στο κεντρικό μπαλκόνι της Βουλής, ένα οπλοπολυβόλο και δυο στρατιώτες με κράνοι και στολές παραλλαγής να έχουν στραμμένη την κάννη προς την πλατεία.
Εκεί έκανα το πρώτο μου καρέ, την πρώτη μου φωτογραφία.
Επίσης στην αριστερή πλευρά της Βουλής υπήρχαν αρκετά στρατιωτικά αυτοκίνητα γεμάτα αστυνομικούς και στρατιώτες, τα “κλικ” της φωτογραφικής μου μηχανής έπεφταν βροχή, μέχρι που δυο χέρια με έπιασαν από τους ώμους και χωρίς πολλές κουβέντες με οδήγησαν στο 2ο αστυνομικό τμήμα της οδού Λέκκα. Ηταν αστυνομικοί με πολιτική περιβολή.
Η αιτία της προσαγωγής ήταν γιατί φωτογράφιζα, αν και τους είπα ότι απλώς κοιτούσα μέσα από τον φακό της φωτογραφικής μου μηχανής, φτάνοντας έξω από το αστυνομικό τμήμα βγήκε ένας αρχιφύλακας τροχονόμος τον οποίο γνώριζα από παλιά και όταν έμαθε τι είχε προηγηθεί τους έπεισε να με αφήσουν, με τη δικαιολογία ότι θα με πήγαινε εκείνος στο τμήμα.
Αφού έφυγαν, ο φίλος τροχονόμος μου είπε, «Είσαι τρελός βγήκες να φωτογραφίσεις αυτή την ώρα» και του απάντησα πως αν δε βγω τώρα πότε θα βγω. Τελικά με άφησε να φύγω λέγοντάς μου να προσέχω. Βεβαίως εγώ συνέχισα να φωτογραφίζω από την άλλη πλευρά της Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από τα ανθοπωλεία.21η Απριλίου 1967, οι πρώτες ώρες της χούντας/Αριστοτέλης Σαρρηκώστας-Αρχείο ΕΡΤ
Εκείνες τις πρώτες ώρες του πραξικοπήματος, δεν κυκλοφορούσε κανείς, οι δρόμοι ήταν τελείως άδειοι κι αν εμφανίζονταν κάποιος από μια γωνιά φρόντιζαν να φύγει γρήγορα με σκυμμένο το κεφάλι.
Λίγο αργότερα έφυγε το πολυβόλο από το κεντρικό μπαλκόνι της Βουλής και στη θέση τους έβαλαν μπροστά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη 3-4 τανκ για περισσότερη σιγουριά.
Ο αγώνας να πάνε οι πρώτες φωτογραφίες στο εξωτερικό
Γύρισα στο γραφείο για να στείλω τις φωτογραφίες μου στο εξωτερικό, όμως δεν υπήρχαν τηλεφωνικές γραμμές ούτε TELEX. Τις είχαν κόψει οι χουντικοί για να μη μπορούμε να μεταδώσουμε τίποτα στο εξωτερικό.
Εγώ όμως έπρεπε να στείλω τις φωτογραφίες μου. Έτσι αφού εμφάνισα τα φιλμ, τα έβαλα σε ζελατίνες -ανά εξάδες- σε ένα φάκελο και πήγα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Εκεί πρόλαβα το τελευταίο αεροπλάνο για Ρώμη. Έψαξα να βρω κάποιον που μπορούσα να εμπιστευτώ τα φιλμ μου και τελικά βρήκα έναν νεαρό ο οποίος τα πήρε και τα παρέδωσε στο Fioumitsino, (κεντρικό αεροδρόμιο της Ρώμης).
Με αυτόν τον περιπετειώδη τρόπο το Associated Press είχε τις πρώτες φωτογραφίες της χούντας και όλος ο κόσμος έμαθε για την 21η Απριλίου στην Αθήνα.
Το πραξικόπημα ξεκίνησε στις 2 τα ξημερώματα και στις 3:30 ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης αφού είχαν συλλάβει τους πάντες και αναίμακτα κατέλαβαν το πεντάγωνο, τον ΟΤΕ, το ραδιόφωνο της ΕΙΡ, την Βουλή και τα Ανάκτορα.Λίγο μετά την ορκωμοσία της χούντας στα Ανάκτορα των Αθηνών από τον Βασιλιά Κωνσταντίνο/Αριστοτέλης Σαρρηκώστας-Αρχείο ΕΡΤ
Στις 7 το πρωί ο Πατακός με μια ομάδα λοκατζήδων επισκέφθηκε τον βασιλιά Κωνσταντίνο και του ζήτησε να κατέβει στα ανάκτορα των Αθηνών για να ορκίσει την χουντική κυβέρνηση και εκείνος για να μη χυθεί αίμα Ελληνικό -όπως είπε αργότερα- όρκισε την κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια.
Την ίδια ώρα χιλιάδες ήταν οι συλληφθέντες στον ιππόδρομο του παλαιού Φαλήρου που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, αριστεροί και δεξιοί πολιτικοί και πολίτες γύρω στις 6 -7 χιλιάδες κρατήθηκαν εκεί μέχρι να τους στείλουν εξορία στα νησιά.
Έτσι η Ελλάδα μπήκε στο “Γύψο” για 7 χρόνια 3 μήνες και 3 ημέρες, μέχρι την 23η Ιουλίου του 1974, όταν ήρθε η κατάρρευση της χούντας μετά το πραξικόπημα στην Κύπρο και την Τουρκική εισβολή».
Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας