Η χρονιά που μας αποχαιρετά υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη. Δεν ήταν μόνο τα διαδοχικά πανδημικά κύματα που ανέτρεψαν την καθημερινότητά μας.
Πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα άφησαν πίσω τους εκατοντάδες θύματα και ανυπολόγιστες υλικές ζημιές. Παρατεταμένοι καύσωνες, θερμοκρασίες-ρεκόρ, καταστροφικές πλημμύρες, φονικές δασικές πυρκαγιές και επίμονη ξηρασία αφήσαν βαρύ αποτύπωμα στο 2021. Ολα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, συνδέονται άρρηκτα με την ανθρώπινη δραστηριότητα.
Οι δεκάδες μελέτες που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Κλιματική Αλλαγή (COP26) τον Νοέμβριο, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: η κλιματική αλλαγή αφήνει καθημερινά ανεξίτηλα σημάδια στη ζωή του πλανήτη. Το συμπέρασμα των ερευνητών απλό, όσο και δύσκολο: η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να προσαρμοστεί σε μία νέα εποχή κλιματικών θεομηνιών. Εάν δεν αλλάξουμε πορεία άμεσα, το «μετεωρολογικό δελτίο» του μέλλοντός μας θα γίνεται μόνο χειρότερο.
Η Στέφανι Χέρινγκ, ειδική κλιματολόγος της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ, είναι σαφής. «Ο καιρός που βιώνουμε σήμερα, δεν θα είναι ο ίδιος με αυτόν που θα ζήσουμε στο μέλλον. Οσο απελευθερώνουμε, με φρενήρεις ρυθμούς, τα αέρια που ευθύνονται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου, ο καιρός θα εξακολουθήσει να μεταβάλλεται επί τα χείρω». Η Αμερικανίδα ερευνήτρια μελετά από το 2012 τη σχέση των ακραίων καιρικών φαινομένων με την κλιματική αλλαγή. Είναι η συντάκτρια της σχετικής έκθεσης της αμερικανικής ΕΜΥ για την οποία χρησιμοποίησε στοιχεία από τα μετεωρολογικά αρχεία και μαθηματικά μοντέλα. Έτσι, αποκωδικοποίησε τις μεταβολές που προκαλεί η ανθρώπινη δραστηριότητα στα μετεωρολογικά πρότυπα. Το 2016, τη θερμότερη χρονιά που είχαν καταγράψει οι επιστήμονες, εκατοντάδες άνθρωποι πέθαναν στην Ινδία εξαιτίας παρατεταμένων περιόδων ακραίου καύσωνα. Ταυτόχρονα, ένας τεράστιος όγκος θερμού νερού σχηματίστηκε στον Ειρηνικό Ωκεανό. Τοξικές άλγες κατέκλυσαν τις ακτές της Αλάσκας, δηλητηριάζοντας τα οστρακοειδή και προκαλώντας μαζικό θάνατο θαλάσσιων πτηνών που δεν μπορούσαν να τραφούν. Η ένταση των φαινομένων ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από οτιδήποτε είχε καταγραφεί πριν από τη βιομηχανική επανάσταση.
Η τελευταία έκδοση της έκθεσης για τα ακραία κλιματικά φαινόμενα αποδεικνύει ότι η περίοδος μεταξύ Δεκεμβρίου 2019 και Φεβρουαρίου 2020 υπήρξε όχι μόνο η θερμότερη, αλλά και η πιο υγρή της καταγεγραμμένης ρωσικής ιστορίας. Αυτό, εκτιμούν οι ερευνητές, δεν επρόκειτο να συμβεί χωρίς την κλιματική αλλαγή. Η τήξη του μονίμως παγωμένου εδάφους (permafrost) όχι μόνο απελευθέρωσε τεράστιες ποσότητες άνθρακα στην ατμόσφαιρα, αλλά αποσταθεροποίησε και τις υποδομές στη Σιβηρία. Οι αρκούδες ξύπνησαν έξαφνα από τη χειμερία νάρκη τους, ενώ οι Αρχές της Μόσχας αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν τεχνητό χιόνι στις τοποθεσίες όπου πραγματοποιήθηκαν οι πρωτοχρονιάτικες εκδηλώσεις.
Έλιωσαν πεζοδρόμια
Το φετινό καλοκαίρι, η περιοχή του βορειοδυτικού Ειρηνικού καλύφθηκε από έναν ανελέητο θερμικό θόλο που κατέστρεψε τις καλλιέργειες, έλιωσε τα πεζοδρόμια και στην κυριολεξία έβρασε ένα δισεκατομμύριο θαλάσσια είδη, σαν να βρίσκονταν σε κατσαρόλα. Τα νοσοκομεία του Ορεγκον κατέγραψαν αύξηση κατά 69 φορές των ασθενών που προσήλθαν στα τμήματα επειγόντων περιστατικών. Σε ένα από αυτά, οι ιατροί αναγκάστηκαν να τοποθετούν τους πάσχοντες από θερμοπληξία σε σακούλες γεμάτες με πάγο προκειμένου να μειώσουν την εσωτερική τους θερμοκρασία. Η εξαντλητική ζέστη προκάλεσε περισσότερους από χίλιους θανάτους. Μία λεπτομερής ανάλυση, που εκπονήθηκε μετά τον φονικό καύσωνα, διαπίστωσε ότι το συγκεκριμένο καιρικό φαινόμενο δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς την ανθρώπινη δραστηριότητα.
Φονικοί καύσωνες, ανεξέλεγκτες φωτιές, βιβλικές πλημμύρες: Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι ήδη εδώ και εντείνονται.
Η Κρίστι Εμπι, επικεφαλής του Κέντρου για την Υγεία και το Παγκόσμιο Περιβάλλον του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, η οποία συνέβαλε στην έρευνα για τους καύσωνες, τονίζει ότι «εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν και πεθαίνουν αναίτια». Απευθυνόμενη στο συνέδριο της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ενωσης υπογράμμισε ότι οι μελέτες δείχνουν πως το ένα τρίτο των θανάτων εξαιτίας υπερβολικά υψηλών θερμοκρασιών συνδέεται με την κλιματική αλλαγή. Η Κασσάνδρα Ρότζερς, κλιματολόγος του πολιτειακού πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, έδειξε ότι ο αριθμός των ημερών με ακραία ζέστη κατ’ έτος εκτινάχθηκε από τις 20 τη δεκαετία του 1980, σε περίπου 150 φέτος. «Σχεδόν καθημερινά, από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, καταγράφονται δύο ή περισσότερα περιστατικά καύσωνα σε όλο τον κόσμο», υπογράμμισε.
Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι ο πλανήτης θα εξακολουθήσει να αλλάζει. Η χρήση ορυκτών καυσίμων θα απελευθερώσει ακόμα περισσότερα αέρια που ευθύνονται για την άνοδο της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας, εγκλωβίζοντας τον πλανήτη στη δίνη των ακραίων φαινομένων.
Το διοξείδιο του άνθρακα
«Εξακολουθούμε να απελευθερώνουμε διοξείδιο του άνθρακα και αυτό σημαίνει ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί», επισημαίνει η Σόνια Σενεβιράτνε, καθηγήτρια κλιματικής ανάλυσης στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης και ειδική στα ακραία καιρικά φαινόμενα. «Δυστυχώς όσα βιώσαμε φέτος δεν είναι η “νέα κανονικότητα”. Πρέπει να προετοιμαστούμε για πολύ χειρότερα καλοκαίρια», υπογραμμίζει, τονίζοντας ότι είναι επιτακτική ανάγκη να βρεθεί τρόπος για την άμεση και ριζική μείωση των εκπομπών αυτών των αερίων. «Ακόμα και μία απειροελάχιστη αύξηση ή μείωση της θερμοκρασίας είναι πολύ σημαντική», καταλήγει. Η ωκεανογράφος Σούζαν Λοζιέ, πρύτανης του Κολεγίου Επιστημών στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Τζόρτζια και πρόεδρος της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ενωσης, διερωτάται αν οι καταστροφές που βιώσαμε το 2021 δεν αρκούν για να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει. «Τι πρέπει να συμβεί ακόμα προτού αποφασίσουμε ότι πρέπει να αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο που ζούμε, ταξιδεύουμε και παράγουμε την τροφή μας. Πόσο πρέπει να επιδεινωθεί η κατάσταση για να αντιληφθούμε την αλήθεια;» καταλήγει.
Ο Ζαν Πόλντερμαν, δήμαρχος του Λίτον στη Βρετανική Κολομβία του Καναδά, παραδέχεται ότι το κόστος της κλιματικής αλλαγής έχει γίνει σαφές. To καλοκαίρι οι δασικές πυρκαγιές προκάλεσαν τεράστιες ζημιές στο Λίτον, καταστρέφοντας δεκάδες κατοικίες και εξαναγκάζοντας τους κάτοικους να τις εγκαταλείψουν προκειμένου να σωθούν. Πιο πρόσφατα, καταρρακτώδεις βροχές και πλημμύρες κατέστρεψαν το οδικό δίκτυο, δημιουργώντας νέα προβλήματα. Ο δήμαρχος σκέφτεται σήμερα τρόπο ανοικοδόμησης του Λίτον ώστε να αντέχει τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Το μόνο για το οποίο είναι σίγουρος είναι η κλιματική αλλαγή. Μέσα σε ένα χρόνο είδε τις φλόγες να καταπίνουν τα σπίτια φίλων και γειτόνων και τις βιβλικές βροχές να πνίγουν την επαρχία. «Πίστευα ότι η κλιματική αλλαγή είναι πρόβλημα που θα έπρεπε να λύσει η επόμενη γενιά. Ομως είναι αναγκαίο να δράσουμε τώρα. Αύριο θα είναι πολύ αργά».
Aνταρκτική, ο «Παγετώνας της Αποκάλυψης» οδοδείκτης του αύριο
Οι καταστροφικές θεομηνίες που προκάλεσε η κλιματική αλλαγή το 2021 δεν είναι παρά μια ελάχιστη πρόγευση όσων θα επακολουθήσουν εξαιτίας της ανεξέλεγκτης αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Στο επίκεντρο του επιστημονικού ενδιαφέροντος βρίσκεται η παγωμένη Ανταρκτική και η αποκωδικοποίηση της επίδρασης που θα έχει η κλιματική κρίση στους αιώνιους πάγους της. Οπως προειδοποιούν οι ειδικοί, οι συνέπειες της αύξησης της θερμοκρασίας σε αυτή τη γεωγραφική περιοχή θα μεταβάλουν την εικόνα του κόσμου όπως τον γνωρίζουμε. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί ο «Παγετώνας της Αποκάλυψης» (Thwaites) στη δυτική Ανταρκτική. Περιέχει τέτοιο όγκο πάγου, ώστε η τήξη του θα πυροδοτήσει άνοδο της στάθμης των θαλάσσιων υδάτων παγκοσμίως κατά 65 εκατοστά. Οι επιστημονικές παρατηρήσεις, μέχρι σήμερα, δεν είναι αισιόδοξες, καθώς η σταθερότητά του θεωρείται αμφίβολη. Ο παγετώνας «αιμορραγεί», λένε οι ειδικοί. Μία τέτοιας κλίμακας άνοδος της θαλάσσιας στάθμης θα είναι απολύτως καταστροφική για τις παράκτιες κοινότητες. Ενδεικτικά, από το 1900 έως σήμερα η στάθμη της θάλασσας αυξήθηκε κατά 20 εκατοστά. Η μικρή αυτή άνοδος εκτοπίζει τους κατοίκους παράκτιων περιοχών από τις εστίες τους και συμβάλλει σε άλλα προβλήματα, όπως οι πλημμύρες και η απώλεια των οικοσυστημάτων.
Οι ανησυχίες, ωστόσο, δεν περιορίζονται στο μέλλον του «Παγετώνα της Αποκάλυψης». Οι επιστήμονες φοβούνται ότι η κατάρρευσή του θα πυροδοτήσει μία αλυσιδωτή αντίδραση προκαλώντας την κατακρήμνιση και των γειτονικών του παγετώνων στη θάλασσα. Κάτι τέτοιο θα εκτινάξει τη στάθμη της θάλασσας κατά αρκετά μέτρα. Αυτό θα είναι ένα κοσμογονικό γεγονός που θα μετατρέψει μητροπόλεις σε όλο τον κόσμο, όπως η Σαγκάη, η Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι, το Μουμπάι και το Τόκιο, σε διόλου ρομαντικές Βενετίες. Ταυτόχρονα, θα σβήσει από τον χάρτη νησιωτικά συμπλέγματα όπως οι Μαλδίβες, το Κιριμπάτι και το Τουβαλού.
Εχει μέγεθος ανάλογο της Μεγάλης Βρετανίας και η τήξη του θα πυροδοτήσει άνοδο της στάθμης των θαλάσσιων υδάτων παγκοσμίως κατά 65 εκατοστά. Ο «Παγετώνας της Αποκάλυψης» είναι μια υπολογίσιμη δύναμη, ένας παγωμένος ποταμός, με μέγεθος ανάλογο της Μεγάλης Βρετανίας. Σήμερα, ευθύνεται για περίπου το 4% της αύξησης της θαλάσσιας στάθμης. Από το 2000 οι ειδικοί εκτιμούν ότι ο «Παγετώνας της Αποκάλυψης» απώλεσε 1.000 δισεκατομμύρια τόνους πάγου, με ρυθμούς που σταθερά επιταχύνονται. Επίσης, η ταχύτητα ροής του έχει διπλασιαστεί τα τελευταία τριάντα χρόνια, γεγονός που σημαίνει ότι σήμερα καταλήγει στη θάλασσα διπλάσιος όγκος πάγου, συγκριτικά με τη δεκαετία του 1990. Ο «Παγετώνας της Αποκάλυψης», ο πλατύτερος του κόσμου, με πλάτος που φτάνει τα 128 χλμ. συγκρατείται στη θέση του χάρη στην παγοκρηπίδα, μία πλατφόρμα πάγου που δεν του επιτρέπει να κατακρημνιστεί στη θάλασσα. Οι ερευνητές, ωστόσο, έχουν διαπιστώσει ότι και αυτός ο παγωμένος όγκος αποσταθεροποιείται με διαρκώς αυξανόμενη ταχύτητα. Ηδη στο ανατολικό τμήμα της παγοκρηπίδας έχουν εμφανιστεί ρωγμές και ανοικτά ρήγματα. Η Εριν Πέτιτ, ειδικός στη μελέτη των παγετώνων στο πολιτειακό πανεπιστήμιο του Ορεγκον, εκτιμά ότι ολοκληρωτική κατάρρευσή της ενδέχεται να συμβεί τα επόμενα χρόνια. Κάτι τέτοιο θα σημάνει την αρχή του τέλους για τον «Παγετώνα της Αποκάλυψης».
Χωρίς την παγοκρηπίδα, ο παγετώνας θα απελευθερώσει όλο τον πάγο του στα νερά της θάλασσας, διαδικασία που θα ολοκληρωθεί σε δεκαετίες ή ίσως και σε αιώνες. Η παγοκρηπίδα του «Παγετώνα της Αποκάλυψης», η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί η επιπλέουσα συνέχειά του, είναι μία από τις πολλές που μελετούν οι ερευνητές στη λεκάνη της Θάλασσας Αμούνδσεν της δυτικής Ανταρκτικής. Τα θερμότερα θαλάσσια ύδατα διαβρώνουν με ευκολία τις παγωμένες επιφάνειες εξασθενώντας τες και επιτρέποντας τη δημιουργία επιφανειακών ρηγμάτων. Πώς, τελικά, θα εξελιχθεί η κλιματική αλλαγή στη «Λευκή Ηπειρο» μένει να το δούμε.
kathimerini.gr