Ουδέποτε πρόκειται να υπάρχει ταύτιση θέσεων στο θέμα του «Νόμου-πλαίσιο» για τα ΑΕΙ-ΤΕΙ και ουδέποτε πρόκειται να φθάσουμε σε παρόμοιο επίπεδο για καίρια
ή δευτερεύοντα ζητήματα που αφορούν στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η σύμπτωση λοιπόν απόψεων για την καταλληλότερο σύστημα εκπαίδευσης, με στόχο μια ολοκληρωμένη δομή στο χώρο της παιδείας φαίνεται αδύνατη.
Και όμως, αυτός ο πλούτος των απόψεων και διαφορετικών προσεγγίσεων, ως άκρως απαραίτητος, μπορεί να δώσει μέσα από τη δυναμική που αναπτύσσει, λύσεις μιας δεύτερης καλύτερης επιλογής, προσαρμοσμένες στις ανάγκες των μαθητών-φοιτητών και της κοινωνίας.
Από την άλλη, αν διαπιστωθεί η ακαταλληλότητα διαφόρων ρυθμίσεων στο χώρο της παιδείας, τότε ισχύει η ρήση κατά την οποία «νόμος είναι και αλλάζει». Προϋπόθεση όμως για κάτι τέτοιο είναι η απουσία εμμονών και διανοητικών δυσκαμψιών.
Γίνονται πολλές συζητήσεις για το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, ιδίως της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αν και πάντοτε υπάρχουν φυσικά περιθώρια βελτίωσής του, εκ του αποτελέσματος διαπιστώνεται ότι το υφιστάμενο σύστημα παρέχει ένα σύνολο ικανοποιητικών γνώσεων, που σχετίζονται με την τεχνική κατάρτιση των μαθητών/τριών (μαθηματικών, πληροφορικής κ.λπ).
Αυτό αποδεικνύεται, εκτός των άλλων, από το γεγονός ότι οι μαθητές/τριές μας που αρχίζουν τις πανεπιστημιακές τους σπουδές στο εξωτερικό δεν νιώθουν ότι έχουν ελλείψεις. Το αντίθετο μάλιστα, διαθέτουν εφόδια γνώσεων που άλλοι πρωτοετείς φοιτητές/τριές από άλλες χώρες δεν κατέχουν.
Αν και δεν υπάρχει λοιπόν στέρηση τεχνικών γνώσεων, παρόλα αυτά παρουσιάζονται πολλά κενά σε θεωρητικές γνώσεις σε όλες τις βαθμίδες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας ιδίως εκπαίδευσης.
Η ελληνική φιλοσοφία, ο πολιτισμός, η γλώσσα και η ιστορία μας δεν κατέχουν τη θέση που αρμόζει στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, που θα μπορούσε με παιδαγωγικό τρόπο ή υπό μορφή παιγνιδιού ή παραμυθιού να διδάσκεται από το δημοτικό, εξακολουθεί να παραμένει απροσπέλαστη γνώση για μαθητές και μαθήτριες ιδίως του Γυμνασίου-Λυκείου. Η περιορισμένη διδαχή της στη Β’ Λυκείου είναι ανεπαρκής.
Η μη εμβάθυνση σε Θουκιδίδη, Πλάτωνα, Σωκράτη, Ηράκλειτο κ.λπ στερεί βασικές γνώσεις, μη ασκώντας από την άλλη την ευνοϊκή τους απήχηση στον τρόπο σκέψης των παιδιών. Η ελληνική ιστορία δεν είναι μόνο πόλεμοι, νίκες και καταστροφές. Είναι ένα άρμα όπου κινείται ο ελληνικός πολιτισμός, ο οποίος διαχέεται μέσα από άλλα εκπαιδευτικά συστήματα ξένων κρατών στους δικούς τους μαθητές γυμνασίων, λυκείων ή ακόμη στις στρατιωτικές σχολές.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί τραγικό λάθος η αφαίρεση του μαθήματος του «Επιταφίου του Περικλέους» (επί Διαμαντοπούλου), όπως επίσης είναι λάθος η μη διδαχή με συστηματικό τρόπο της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στο Γυμνάσιο και σε όλες τις κατευθύνσεις του Λυκείου.
Η γνώση αυτή εύλογα, οφείλει να συμπληρώνεται από τις απόψεις Ευρωπαίων φιλοσόφων της μετά τον Αριστοτέλη περιόδου. Τέλος, εισαγωγικές έννοιες που αφορούν στις οικονομικές επιστήμες, (των Κλασσικών οικονομολόγων, Νεοκλασικών, Ουτοπικών κ.ά) ασκούν εξίσου θετικές επιπτώσεις, διευρύνοντας τους γνωστικούς ορίζοντες των μαθητών/τριών.
Δεύτερο μεγάλο κενό μπορεί να θεωρηθεί η απουσία γνώσεων με επίκεντρο την παγκόσμια ιστορία, ιδίως του προηγούμενου αιώνα. Δεν είναι μόνο η γαλλική (1789), η αμερικανική επανάσταση (1775), ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος (1861), η σοβιετική επανάσταση (1917) και η Κίνα του Μάο (1949), που ως κύρια γεγονότα σημάδεψαν τον πλανήτη.
Σωρεία ιστορικών εξελίξεων, που αφορούν στη Μέση και Άπω Ανατολή, στη Κεντρική και Λατινική Αμερική, στην Αφρική, στην Ευρώπη, απουσιάζουν ως βασικές γνώσεις από τους μαθητές/τριες όλων των κατευθύνσεων. Η ιστορία, σε συνδυασμό με τη γεωγραφία διευρύνει το γνωστικό πεδίο των ατόμων οδηγώντας στην ολοκλήρωση των χαρακτήρων τους. Η τεχνική κατάρτιση, αν και σαφώς απαραίτητη, δεν οδηγεί από μόνη της σε μια ισόρροπή ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών/τριών.
Δε θα ήταν υπερβολή η εισαγωγή στις πανελλήνιες εξετάσεις για όλους τους εξεταζόμενους, βιβλίου με θέμα τις κύριες ιστορικές εξελίξεις της παγκόσμιας και ελληνικής ιστορίας, κατά τον 20ου αιώνα και επιλεκτικά κατά τις προηγούμενες περιόδους. Εύλογα η ύλη αυτή θα διδάσκεται στο Λύκειο, σε δυο έτη.
Τέλος, η μοναδικότητα του τρίπτυχου ελληνικής γλώσσας, φιλοσοφίας, πολιτισμού και ως επιστέγασμα αυτών της ιστορίας μας, μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει γνωστικό αντικείμενο επιπέδου πανεπιστημιακών σπουδών και για αλλοδαπούς. Μια τέτοια σχολή της «αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και πολιτισμού», μόνο για ξένους φοιτητές/τριες αναμφισβήτητα θα προκαλέσει το ενδιαφέρον, ιδίως ατόμων από χώρες με αξιόλογο πολιτισμό. Η γνώση της γλώσσας και της φιλοσοφίας μας σε φοιτητές/τριες λάτρεις της Ελλάδας, εύλογα αποτελεί το διαβατήριο δημιουργίας πυρήνων ελληνικού πολιτισμού σε όλο τον πλανήτη.
*Δημήτρης Μάρδας, Καθηγητής Α.Π.Θ και βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β’ Θεσσαλονίκης
tvxs