Από τη σκέψη της απόσυρσης μέχρι την απερίγραπτη ανατροπή-νίκη στο Australian Open ο Ράφα Ναδάλ διένυσε δρόμο ανηφορικό. Με μεγάλη κλίση και διάφορα εμπόδια.
Ώσπου έφτασε στην κορυφή, ως ο μοναδικός τενίστας με 21 τίτλους σε Grand Slam.
Ήταν Παρασκευή προς Σάββατο. Το Παρίσι “ζούσε” το πρώτο δεκαήμερο του θέρους, η θερμοκρασία είχε ανέβει κάπως, αλλά ο νοτιάς που φυσούσε είχε λύσσα. Ήταν η ημέρα που ο Ράφα Ναδάλ υπέπιπτε 55 (αβίαστα) λάθη, έχανε 3-1 από τον Νόβακ Τζόκοβιτς, γνωρίζοντας τη μόλις τρίτη ήττα του σε αγώνα του Roland Garros, κι έμενε εκτός τελικού παρά το ορμητικό ξεκίνημά του.
“Είμαι λυπημένος, γιατί αποκλείστηκα στο σημαντικότερο τουρνουά της χρονιάς για μένα”, έλεγε ο κατηφής Ισπανός, γνωρίζοντας από την πείρα του πως “οι ευκαιρίες να νικάω εδώ δεν θα είναι αιώνιες”.
Σε κάθε άλλη περίπτωση θα ήταν άπληστο εκ μέρους του να ισχυριστεί πως δεν είχε χορτάσει νίκες και δη στις χωμάτινες επιφάνειες του γαλλικού major για να σέρνει μαζί του ένα τέτοιο παράπονο. Άλλωστε στις 13 από τις 16 προηγούμενες παρουσίες του στην Πόλη του Φωτός είχε σηκώσει την κούπα μ’ αυτό το πλατύ, σχεδόν τζοκερικό, χαμόγελό του να ζωγραφίζεται στο πρόσωπό του και να υποδηλώνει την ισοπεδωτική υπεροχή του στο κορτ.
Απλώς ομολογώντας με παρρησία εκείνο το βράδυ, περασμένες δώδεκα πια, ότι “δεν ήταν η μέρα μου” και ότι “αυτό είναι το τένις κι όποιος συνηθίσει καλύτερα τις συνθήκες αξίζει να νικήσει”, έδινε την εντύπωση ενός αθλητή που προϊδέαζε όσους είχαν την ικανότητα να διαβάσουν πίσω από τις λέξεις για το τι θα συμβεί. Είχε βάλει πολύ κόπο το προηγούμενο δίμηνο προκειμένου να φτάσει ως το τέλος του δρόμου, όντας ο πρώτος τενίστας με 21 τίτλους grand slam, και οι αντοχές του δεν επαρκούσαν προκειμένου να παίξει ανταγωνιστικό τένις τόσο στο Wimbledon όσο και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο αρχικός προγραμματισμός προέβλεπε ότι θα γυρνούσε στη δράση τον Σεπτέμβριο, στο US Open. Μόνο που άλλο ματς μέσα στο 2021 ο Ναδάλ δεν θα έπαιζε. Το κορμί του δεν του το επέτρεπε κι όφειλε να υπακούσει στην εντολή συντήρησης.
Αναπόφευκτα οι σοβαρές αμφιβολίες για τη συνέχεια της καριέρας του κέρδισαν τάχιστα έδαφος στη μάχη των πιθανοτήτων. “Οι γιατροί ήταν παρά πολύ αρνητικοί για το μέλλον”, εκμυστηρευόταν ο 35χρονος τενίστας, καταπατώντας το… ιατρικό απόρρητο την ημέρα που έθετε εαυτόν νοκ αουτ από το ραντεβού της Νέας Υόρκης.
Ο ιδρώτας που τον έλουζε τότε δεν ήταν αγωνιστικός. Αυτός που συγκρατεί η κορδέλα του ή σκουπίζουν τα περικάρπια. Ήταν εκείνος ο αλλοτινός, με τη γεύση την πικράλμυρη και τη στυφή που κοντοστέκεται στο λαιμό και σε πνίγει.
Το θαύμα της Μελβούρνης
Προτού συμπληρωθούν 232 ημέρες από τότε ο Ναδάλ θα έπαιζε τελικό σχεδόν 5,5 ωρών και θα ανέτρεπε το 2-0 ενός τενίστα δέκα χρόνια νεότερου! “Είμαι τρομερά, αδιανόητα κουρασμένος που ούτε να πανηγυρίζω μπορώ”, έλεγε αμέσως μετά το υπερηρωικό 3-2 επί του Ρώσου Μεντβέντεφ (νο2) στη Μελβούρνη αφότου είχε προηγουμένως αναιρέσει κάθε νόμο μαθηματικών ή φύσης. Ήταν αντίθετα μια χημική ένωση του “έδωσα ο,τι είχα μέσα μου” και του “απόλαυσα τα συναισθήματα” που προκάλεσε έκρηξη μεγατόνων. Ο Ναδάλ ήταν ένα ηφαίστειο που είχε ξυπνήσει κι από τον πυρήνα του ξεπηδούσε η λάβα της επιθυμίας να αποδείξει πως είναι ζωντανός, ουχί ζωντανός νεκρός, ένα “ζόμπι” του τένις.
Το χρόνιο και ανίατο πρόβλημα
Από το 2005 ο “Ταύρος του Μανακόρ” πονάει. Πότε πολύ (τις κακές μέρες) και πότε λιγότερο (τις καλές). Σίγουρα νιώθει μονίμως ενοχλήσεις. Έχει έρθει αντιμέτωπος με διαφόρων ειδών τραυματισμούς σε όλο το σώμα του, αλλά αυτός στο αριστερό πόδι ήταν και παραμένει αναλλοίωτα αγιάτρευτος. Μια σταθερά σκληρή υπενθύμιση ότι είναι ο πιο τρωτός της Αγίας Τριάδας του σπορ. Ο Ναδάλ, από τα 19 του ακόμη, έχει διαγνωσθεί με το σύνδρομο Μίλερ-Βάις. Πιο απλά, με μια σπάνια οστεοχονδρίτιδα (μη αιμάτωση) στο σκαφοειδές που, συνοδεία εκνευριστικού πόνου, παραμορφώνει το κόκκαλο και την οποία, από τη στιγμή που δεν θεραπεύεται με χειρουργείο, ο δημοφιλής τενίστας την έχει “παντρευτεί”. Προξενιό χωρίς τη θέλησή του.
Υπό άλλες συνθήκες αυτή η ανίατη και εκφυλιστική πάθηση, η διάγνωση της οποίας δεν είναι υπόθεση ρουτίνας αλλά απαιτεί εμπειρία, θα του έκοβε το τένις μετά τον πρώτο μεγάλο τίτλο του στο Garros – πριν από 16,5 χρόνια. Αντ’ αυτού ακολούθησαν άλλοι 20 ισάξιας ισχύος, ενόσω επί μια 10ετία (2005-2014) κατακτούσε τουλάχιστον έναν από το καρέ της κάθε χρονιάς. Το black jack στο Australian Open του 2022 έμελλε να γίνει το μεγάλο κερδισμένο στοίχημα ενός αθλητή που “μια ημέρα”, ύστερα από την επικράτησή του στο τουρνουά της Μαδρίτης τον Οκτώβριο του 2005, “ξύπνησα και ήμουν κουτσός”.
Υποχρεώθηκε να βρει λύση
Εξ ανάγκης ο Ναδάλ έμαθε να συμβιώνει με τον πόνο, να μην τρέμει στην ιδέα ενός “τσιμπήματος” που τον τσιγκλούσε και να τον κουμαντάρει. Ειδάλλως θα ήταν υποχρεωμένος να σταματήσει ό,τι τον γέμιζε περισσότερο. Χρειάστηκε φυσικά να προσαρμοστεί για να προστατευτεί. Άλλαξε τρόπο προπόνησης, μείωσε όσο το δυνατόν την καταπόνηση και δούλεψε το μυϊκό σύστημά του έτσι ώστε να υποστηρίξει το πρόγραμμα συντήρησης. Οι ειδικοί πάτοι ήταν μια άλλη υποστηρικτική λύση, παρόλο που η χρήση τους γέννησε προβλήματα στη μέση. Τουλάχιστον ο κοπιώδης αγώνας του δεν ήταν μάταιος.
Το “αντίο” που πέρασε από το μυαλό του
Βέβαια είναι αλήθεια ότι η νέα συγκυρία διέφερε. Απαιτούσε πάνω απ’ όλα πνευματική διαχείριση και σε δεύτερο βαθμό σωματική, διότι ο Ναδάλ θα έπρεπε ν’ απέχει από τα κορτ για διάστημα που δεν είχε συνηθίσει. “Υπήρξαν πολύ δύσκολες στιγμές με πολλή καχυποψία”, παραδέχθηκε έχοντας ήδη αρχίσει τη συγκλονιστική πορεία του στη Μελβούρνη. Μην ξεχνάμε πως ο Ισπανός βαδίζει προς τα 36 (3 Ιουνίου του ’86) και η ηλικία ήταν ένας αποτρεπτικός παράγοντας, διότι “όσο μεγαλώνεις τόσο η επάνοδος γίνεται δυσκολότερη”.
Ο πόνος ήταν οξύς και ανυπόφορος πολλές φορές, σε βαθμό που οι σκέψεις απόσυρσης βρήκαν τρύπα να τρυπώσουν φτιάχνοντας φωλιά σε μια γωνιά του νου του. Ιδίως τις ημέρες που δεν έβλεπε το αποτέλεσμα που προσδοκούσε, ή έστω ένα σημάδι, ο Ναδάλ σκεφτόταν τον συμβιβασμό με την ανίερη πραγματικότητα. Κι ας ταξίδευε αρκετά για να ξεχαστεί. Τουλάχιστον υπομονή ήταν αρετή και ο χρόνος από τη μια αντίπαλος και από την άλλη σύμμαχος. Έπρεπε να προλάβει, αλλά ταυτόχρονα να μην βιαστεί “Υπέφερα αρκετά. Ήταν ημέρες πρόκλησης για μένα όταν δεν έβλεπα φως στην άκρη του τούνελ και είχα πολλές συζητήσεις με την ομάδα μου και την οικογένεια για το ενδεχόμενο να πω το αντίο, αν τα πράγματα συνέχιζαν έτσι”.
Έψαξε τις απαντήσεις
Προς δικαίωση του ίδιου, υπερίσχυσε το πείσμα του. Αυτή η μανία για τένις. Ό,τι ακριβώς ενεργοποιήθηκε για να γυρίσει τον κυριακάτικο τελικό με τον Μεντβέντεφ έχοντας βρεθεί με 2-6, 6-7 σε δεινή θέση. Στο μεσοδιάστημα είχε παλέψει με τα “χτικιά”. Δεν ήξερε πού θα τον οδηγήσει όλο αυτό. Αν θα πέσει σε ξέρα ή θα αγκυροβολήσει σε απάνεμο λιμάνι. Προτίμησε παρόλα αυτά ν’ αμφιβάλλει για το μέλλον, όντας στ’ ανοικτά, παρά να βυθιστεί στη στασιμότητα.
“Αν στη ζωή δεν έχεις αμφιβολίες, είναι επειδή είσαι πολύ υπερόπτης. Κάτι που ενδεχομένως σε βοηθήσει για λίγο, αλλά δεν σου χαρίζει την ευκαιρία να δουλέψεις κατάλληλα με στόχο να βελτιωθείς. Χρειάζεσαι τις αμφιβολίες γιατί στη ζωή τίποτα δεν είναι βέβαιο 100%. Ρωτάς πάντα τον εαυτό σου ποιο είναι το σωστό”, έχει ισχυριστεί με αφορμή την περιπέτειά του.
Όλο αυτό το διάστημα ο Ναδάλ έψαξε να βρει τις απαντήσεις που είχε ανάγκη για να προχωρήσει. Όσο το πόδι του ήταν μπανταρισμένο και ακινητοποιημένο για να μην επιβαρύνεται από περιττές κινήσεις, πήρε τον χρόνο του για να συνομιλήσει με τον καθρέπτη του και καταλήξει εν τέλει ότι αξίζει να προσπαθήσει. Φροντίζοντας να διευκρινίσει ότι “οι απαιτήσεις δεν θα είναι μεγάλες”. Δεσμευόταν μόνο για το ότι “θα δώσω το καλύτερό μου”, απολαμβάνοντας πρωτίστως “αυτό το πανέμορφο άθλημα” και παλεύοντας “για όσα έχω μοχθήσει τα τελευταία 16 χρόνια”. Όχι για την προσωπική υστεροφημία του, αλλά για την ιστορία του ίδιου του αθλήματος. Την αύρα που εκπέμπει. Στο τέλος το σώμα θα ήταν αυτό που θα έπρεπε ν’ ακολουθήσει την απόφαση του μυαλού. Συγκοινωνούντα δοχεία τα δυο τους, ο νους μπήκε σταδιακά στο κόλπο. Τα 20λεπτά στο γήπεδο έγιναν 45λεπτα κι αυτά μια ώρα. Ο κορονοϊός, μιας και ο Ναδάλ νόσησε στα τέλη Δεκεμβρίου, ήταν ένα μικρό εμπόδιο. Το τελευταίο προτού σταθεί ξανά στην αφετηρία, πάρει σήμα (επ)εκκίνησης και μπει σε τροχιά.
Σαν να ‘ταν η πρώτη ή (ποιος ξέρει;) η τελευταία του φορά…
Sport24