«Κάποιες φορές έλεγα πως δεν πάει άλλο. Πρώτη φορά ένιωσα την ψυχή μου να βγαίνει έξω από το σώμα μου. Η ελληνική σημαία που είχα μαζί μου και η αγάπη του κόσμου ήταν αυτή που μ’ έφερε στον τερματισμό».
Με φωνή που προδίδει την τρομερή σωματική καταπόνηση που βίωσε τις τελευταίες οχτώ ημέρες αλλά και ταυτόχρονα την ψυχική ανάταση κι ικανοποίηση για την επίτευξη ενός μεγάλου στόχου, ο Δραμινός αθλητής Μάριος Γιαννάκου εξηγεί πώς κατάφερε να κόψει το νήμα του τερματισμού στον δυσκολότερο αγώνα της ζωής του, τον υπερμαραθώνιο 500χλμ «Lapland Arctic Ultra», στον Αρκτικό Κύκλο.
«Ο αγώνας αυτός ήταν μακράν η δυσκολότερη προσπάθεια που έχω κάνει μέχρι σήμερα», λέει λίγες ώρες μετά τον τερματισμό του σ’ έναν αγώνα, όπου πέραν της σωματικής συντριβής, όπως την περιγράφει, είχε να παλέψει και με το «μέσα» του για να πείσει τον εαυτό του πως δεν πρέπει να σκέφτεται και ν’ αντιδρά στις κακουχίες ως άνθρωπος που πονάει, κλαίει, απογοητεύεται κι υποφέρει. Κι αυτό διότι, όπως εξηγεί, «είχαμε ν’ αντιμετωπίσουμε εκτός από τη μεγάλη απόσταση και τις ακραίες θερμοκρασίες, το γεγονός ότι έπρεπε να σέρνουμε τα πράγματά μας σ’ ένα έλκηθρο που πολλές φορές γινόταν πολύ βαρύ, ιδιαίτερα στις ανηφόρες».
Η μια απογοήτευση διαδεχόταν την άλλη, αλλά τα μηνύματα αγάπης και συμπαράστασης που κατέκλυζαν τα προφίλ του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδιναν «φτερά» στα σακατεμένα από την παγωνιά και την απόσταση πόδια του και τον έκαναν να συνεχίζει.
«Τη δεύτερη ημέρα ήμασταν άτυχοι και πετύχαμε σε χιονοθύελλα, οπότε ήρθε η δεύτερη απογοήτευση, ότι δεν θα τα καταφέρουμε καθώς κοιμόμασταν και πολύ λίγο. Τις πρώτες τέσσερις ημέρες ο συνολικός ύπνος δεν ξεπερνούσε τις τέσσερις ώρες. Πάρα πολλές ήταν οι πληγές στα πόδια και ο πόνος σε ολόκληρο το κορμί, μέχρι που μετά από οχτώ ημέρες φτάσαμε στον τερματισμό», αφηγείται ο Μάριος Γιαννάκου που στη διαδρομή είδε συναθλητές του να καταρρέουν υπό το βάρος των εξαιρετικά δυσμενών συνθηκών ενός πολύ δύσκολου αγώνα. Ο ίδιος, ωστόσο, τα κατάφερε κι αυτό, όπως λέει, το οφείλει στα χιλιάδες μηνύματα συμπαράστασης από κάθε γωνιά της Ελλάδας αλλά και στην ελληνική σημαία, αυτή που πάντα κουβαλάει σε κάθε νέα του «περιπέτεια». ‘Αλλωστε, όπως εξηγεί, αυτά τα δύο στοιχεία (η σημαία και η αγάπη του κόσμου) «ήταν η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης για να τερματίσω».
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Μάριος Γιαννάκου έτρεχε σ’ έναν υπερμαραθώνιο κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Είχε δοκιμάσει τις αντοχές του στο παρελθόν -και πάλι με επιτυχία- σ’ έναν άλλο αγώνα στην Αρκτική, στην έρημο και στη ζούγκλα. Ο συγκεκριμένος αγώνας, ωστόσο, ήταν ιδιαίτερα απαιτητικός γι’ αυτό και η προετοιμασία ήταν μακρόχρονη. «Είναι ένα “ταξίδι” που ξεκινάει πολλά χρόνια νωρίτερα. Προετοιμαζόμουν πολλά χρόνια γι’ αυτόν τον αγώνα, ένας αγώνας τον οποίον σκεφτόμουν καθημερινά: πότε θα έρθει, πότε θα βρεθώ στην εκκίνηση… οπότε κάθε μέρα εδώ και χρόνια το ζούσα καθημερινά. Τώρα απλώς ήταν αυτή η στιγμή που έπρεπε να μπω μέσα και να αποδείξω ότι μπορώ να τα καταφέρω», αναφέρει χαρακτηριστικά.
«Αφήνω ένα κομμάτι μου στην Αρκτική»
Τα συναισθήματα του Δραμινού αθλητή, τώρα που ολοκληρώθηκε ο αγώνας, είναι πολύ έντονα, ανάμεικτα, όπως λέει. «Αρχίζει και φεύγει η ταλαιπωρία και η κούραση, να φεύγουν οι αρνητικές σκέψεις, και έχω ένα συναίσθημα χαρμολύπης γιατί νιώθω ότι αποχωρίζομαι ένα πάρα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Γυρνάω πίσω στην καθημερινότητα μετά απ’ αυτή την προσπάθεια πάρα πολύ αλλαγμένος ως άνθρωπος, πολύ διαφορετικός. Πιστεύω πως ένα μεγάλο κομμάτι μου έχει μείνει στην Αρκτική», τονίζει, με φωνή «σπασμένη» από την υπερπροσπάθεια.
Δεν ξεχνάει, ωστόσο, να ευχαριστήσει έναν έναν όλους όσοι, με διάφορους τρόπους, στήριξαν την προσπάθειά του και να αφιερώσει την επιτυχία του σε όλη την Ελλάδα και στους Έλληνες. Ο αγώνας ολοκληρώνεται, αύριο, Τετάρτη. Ως αργά χθες το βράδυ που βρισκόταν σε εξέλιξη η τηλεφωνική επικοινωνία του ΑΠΕ-ΜΠΕ με τον Μάριο Γιαννάκου είχαν τερματίσει συνολικά 11 αθλητές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ